Levertov, Denise, 1923-1997
Ενδεχομένως η πιο σημαντική ποιήτρια στην νεότερη ιστορία της αμερικανικής λογοτεχνίας, η Ντενίς Λέβερτοφ γεννήθηκε το 1923 στο Ίλφορντ της Αγγλίας. Από το 1948 όμως που μετανάστευσε στις ΗΠΑ, όντας σύζυγος του συγγραφέα Μίτσελ Γκούντμαν, πολιτογραφήθηκε και αναγνωρίστηκε σαν αμερικανίδα.
Συνδέθηκε με τους ποιητές της σχολής του Black Mountain (Κρήλυ, Ντάνκαν, Μπλάκμπερν), από τους οποίους επηρεάστηκε και με τους οποίους μοιράστηκε εκείνη την χαρακτηριστική «σκότια αντικειμενικότητα» της γλώσσας, θεωρήθηκε ιδιαιτέρως σημαντική και ταλαντούχα εξ αρχής. Ο Κέννεθ Ρέξροθ, με τον οποίον αλληλογραφούσε για ένα διάστημα, έγραψε γι' αυτήν: «είναι η πιο επιδέξια ποιήτρια της γενιάς της, η πιο βαθυστόχαστη, η πιο συγκινησιακή.»
Η Λέβερτοφ ήταν ανέκαθεν η ποιήτρια της καταγραφής των εναλλαγών της προσωπικής διάθεσης και των κρυπτογραφικών εντυπώσεων, λειτουργώντας ως επί το πλείστον στην ύπαιθρο, στο ανοιχτό τοπίο. Παρατηρούμε επίσης συχνά πυκνά το ίδιο ποιητικό αντικείμενο να διακινείται σε παραπάνω από ένα ποίημα, σχηματίζοντας μία προοδευτική διατύπωση. Πάντως μπορεί κανείς να εκφράσει την άποψη πως η Λέβερτοφ συχνά έγραφε ποιήματα που έμοιαζαν με πονήματα γύρω από την φύση της ποιητικής διερώτησης.
Μια άλλη πτυχή της, ήταν εκείνη της άμεσης φορτισμένης αντίδρασης στα γεγονότα της εποχής, πάντοτε όμως αντιζυγίζοντας τις απαιτήσεις -χρησιμοποιώντας για εξισορροπιστή την ομορφιά και την ουδετερότητα του φυσικού τοπίου- «προσπαθώντας όπως ο ζογκλέρ να γυρίζει στον αέρα όλα τα πορτοκάλια ταυτόχρονα,» όπως είχε καταχωρίσει η ίδια σε κάποιο δοκίμιό της.
Την δεκαετία του '60 η Λέβερτοφ έπαιξε τον ρόλο της υπερασπίστριας των ανθρωπίνων και των πολιτικών δικαιωμάτων, εναντιώθηκε στον πόλεμο του Βιετνάμ και αυτή η ενεργητικότητα προσανατόλισε για χρόνια και το αντικείμενο της ποιητικής της γραφής. Τα κείμενα της απέκτησαν περαιτέρω ηθικές προεκτάσεις και έναν τόνο ιδεολογικής απελευθέρωσης. Η ικανότητα της στις μεταφορές και την λυρική ύφανση όχι μόνο δεν διαταράχτηκε αλλά αναδείχθηκε περαιτέρω.
Στον αντίποδα της σαρωτικής παρουσίας της Γενιάς των Μπιτ, η Λέβερτοφ ήταν προφανώς μία από τις πιο τρανταχτές περιπτώσεις εμμονής στην καλλιέργεια ενός ξεχωριστού, προσωπικού ύφους, και παντελούς περιφρόνησης των νέων κατευθύνσεων της ποιητικής γραφής. Τα τελευταία χρόνια της ποιητικής της παραγωγής υποστήριξε ακόμη περισσότερο το μεταφυσικό στοιχείο αγγίζοντας τα όρια ενός ουτοπικού χριστιανικού ιδεώδους. Με αυτήν την μεταστροφή η Λέβερτοφ έχασε πολλούς από τους προηγούμενους αναγνώστες της, μα ταυτοχρόνως το ύφος της ωρίμασε, η γλώσσα της έγινε πιο μεστή και διακεκριμένη - δίχως όμως να επιτύχει κάποια προσδόκιμη «κορύφωση». Η Λέβερτοφ ήταν μία εργάτρια της ποίησης και, όπως η ίδια είχε κάποτε δηλώσει, ακόμη και η δοκιμασία της γραφής ενός ποιήματος ήταν γι' αυτήν πολύ σπουδαίο κατόρθωμα. Σαφώς όμως το έργο της προσδιορίστηκε, ειδικά μετά τα τέλη της δεκαετίας του '70, από μία σειρά δογματικών παρακωλύσεων που αφορούσαν ηθικο-θρησκευτικές προσεγγίσεις, κατά κόρον χριστιανικές. Ούτως δεν προσφέρθηκε σημαντικό δημιουργικό υπόβαθρο και χάθηκε για την ποιήτρια η δυνατότητα ψηλάφησης της ευκταίας κοσμικής εναρμόνισης.
Η Λέβερτοφ δεν ανακαίνισε, μήτε και πήρε τρανταχτές πρωτοβουλίες, διατήρησε όμως με τον μειλίχιο και μυστηριακό της λόγο, την mainstream ροή της αμερικανικής ποίησης ενεργή. Εννοώντας ως mainstream την επικρατούσα τάση που είχε διαχωρίσει την θέση της από τον ακαδημαϊσμό. Εντούτοις η Ντενίς Λέβερτοφ, αξιολογώντας με ψυχραιμία και εν τω συνόλω το έργο των υπολοίπων επιφανέστερων αμερικανίδων ποιητριών, αναδεικνύεται μεταξύ των πλέον αξιόλογων (Dickinson, Doolittle, Plath, Guest και DiPrima) και ίσως εντέλει, μαζί με την Έμιλυ Ντίκινσον, η ποιήτρια με την μέγιστη επίδραση.
Η Λέβερτοφ δέχθηκε σπουδαία βραδεία, μεταφράστηκε σε πολλές γλώσσες και το έργο της συμπεριλήφθηκε σε όλες τις έγκυρες ανθολογίες της μοντέρνας αμερικανικής ποίησης. Πέθανε στις 21 Δεκεμβρίου του 1997 στο Σηάτλ.