
*Αποστολή σε 2-4 εργάσιμες μέρες
Τιμή Λεμόνι: 13,18 €
Επιστροφή στον Κωστή Παλαμά
Σαράντα χρόνια από τον θάνατό του
Συγγραφή: · Κωνσταντίνος Τσάτσος
Κωνσταντίνος Τσάτσος

Κωνσταντίνος Τσάτσος (1899-1987). Ο Κωνσταντίνος Τσάτσος γεννήθηκε στην Αθήνα, πρωτότοκος γιος του δικηγόρου και πολιτικού Δημητρίου Τσάτσου και της Θεοδώρας το γένος Ευστρατιάδη με καταγωγή από την Τεργέστη. Είχε έναν μικρότερο αδερφό τον Θεμιστοκλή. Μαθήτευσε στο σχολαρχείο Μακρή, το β΄ γυμνάσιο Νεαπόλεως και το Διδασκαλείο Μέσης Εκπαιδεύσεως. Παράλληλα έκανε μαθήματα στο σπίτι του με τον Jules Basset, ο οποίος τον έστρεψε προς τη λογοτεχνία και φίλος από τα παιδικά του χρόνια με τον ποιητή Αλέξανδρο Εμπειρίκο. Σπούδασε στη Νομική Σχολή του Πανεπιστημίου Αθηνών (1914-1918). Μετά την αποφοίτησή του εργάστηκε στο Παρίσι στην ελληνική αποστολή στο Συνέδριο Ειρήνης υπό τον Ελευθέριο Βενιζέλο. Κατά τη διάρκεια της στρατιωτικής του θητείας (1920-1923) συνδέθηκε φιλικά με τον Κωστή Παλαμά. Το 1924 παντρεύτηκε τη Λιλή Ζαρίνη · ο γάμος τους δεν κράτησε πολύ. Από το 1924 ως το 1928 σπούδασε φιλοσοφία και φιλοσοφία του δικαίου στη Χαϊδελβέργη και επηρεάστηκε κυρίως από τον καθηγητή του Heinrich Rickert. Μετά την επιστροφή του στην Αθήνα ανέλαβε το δικηγορικό γραφείο του πατέρα του και το 1929 αναγορεύτηκε διδάκτωρ της Νομικής Σχολής με θέμα της διδακτορικής του διατριβής Η Νομική ως τεχνική και επιστήμη και πήρε μέρος στην ίδρυση του περιοδικού - οργάνου της ιδεαλιστικής φιλοσοφίας "Αρχείον Φιλοσοφίας και Θεωρίας Επιστημών" από κοινού με τους Παναγιώτη Κανελλόπουλο, Ιωάννη Θεοδωρακόπουλο (η μακρόχρονη φιλία του Τσάτσου με τους οποίους είχε ξεκινήσει στη Χαϊδελβέργη) και Μιχάλη Τσαμαδό. Το 1930 παντρεύτηκε την Ιωάννα Σεφεριάδη, με την οποία απέκτησε δυο κόρες τη Δέσποινα και τη Θεοδώρα. Την ίδια χρονιά εκλέχτηκε υφηγητής στη Νομική Σχολή του Πανεπιστημίου Αθηνών με θέμα της υφηγεσίας του Φιλοσοφία και επιστήμη του Δικαίου. Δυο χρόνια αργότερα διορίστηκε έκτακτος καθηγητής στη νεοϊδρυθείσα τότε έδρα Εισαγωγής στην Επιστήμη του Δικαίου και της Φιλοσοφίας του Δικαίου και εξέδωσε το σύγγραμμα "Το πρόβλημα της ερμηνείας του Δικαίου". Κατά τη διάρκεια της δικτατορίας του Μεταξά απορρίφτηκε πρόταση για εκλογή του σε τακτικό καθηγητή και ο Τσάτσος εξορίστηκε στη Σκύρο (1939) και τις Σπέτσες (1940). Μετά την κήρυξη του ελληνοϊταλικού πολέμου το καθεστώς αρνείται να δεχτεί το αίτημά του να καταταγεί εθελοντικά και τον τοποθετεί (μαζί με τους Ι.Κακριδή και Ι. Θεοδωρακόπουλο) στην Πνευματική Επιστράτευση του Πολέμου. Κατά τη διάρκεια της γερμανικής κατοχής πήρε μέρος σε ομάδα φυγάδευσης ελλήνων και άγγλων αξιωματικών και στις οργανώσεις ΕΟΧΑ, ΕΚΚΑ και Σοσιαλιστική Ένωση (βραχύβια πολιτική οργάνωση με αντιβασιλικό και αντικομουνιστικό προσανατολισμό). Παύτηκε από τη θέση του στο πανεπιστήμιο και διώχτηκε όταν την παραμονή της 28ης Οκτωβρίου 1941 μέσα στο αμφιθέατρο κήρυξε την επομένη ημέρα εθνική επέτειο ελευθερίας. Από το 1944 ως το 1945 διέφυγε στη Μέση Ανατολή, όπου διορίστηκε τεχνικός σύμβουλος της εξόριστης κυβέρνησης Τσουδερού. Στην Ελλάδα επέστρεψε μετά την απελευθέρωση και το 1946 παραιτήθηκε από το πανεπιστήμιο. Διετέλεσε υπουργός Εσωτερικών και Προνοίας (1945), βουλευτής Αθηνών (1946), υπουργός Εθνικής Παιδείας και Θρησκευμάτων (1949-50), υφυπουργός Συντονισμού (1950-1951), υπουργός Προεδρίας (1956-1961), υπουργός Κοινωνικής Πρόνοιας (1962-1963), υπουργός Δικαιοσύνης (1967), υπουργός Πολιτισμού (1974), πρώτος Πρόεδρος της Ελληνικής Δημοκρατίας (1975). Το 1953 ταξίδεψε στις Η.Π.Α., όπου δίδαξε για δυο χρόνια στο ελεύθερο πανεπιστήμιο του Ευάγγελου Παπανούτσου Αθήναιον. Υπήρξε συνιδρυτής της ΕΡΕ. Το 1961 εκλέχτηκε τακτικό μέλος της Ακαδημίας Αθηνών και το 1965 πρόεδρός της. Κατά τη διάρκεια της δικτατορίας του Παπαδόπουλου συμμετείχε στην έκδοση της "Ιστορίας του Ελληνικού Έθνους" της Εκδοτικής Αθηνών. Το 1975 από τη θέση του Προέδρου Επιτροπής του Συντάγματος διέταξε το κάψιμο των φακέλων πολιτικών φρονημάτων των υπαλλήλων του Υπουργείου Πολιτισμού που είχε συντάξει το δικτατορικό καθεστώς. Υπήρξε επίτιμος διδάκτορας του πανεπιστημίου της Σορβόννης, ξένος εταίρος της Ακαδημίας Ηθικών και Πολιτικών Επιστημών του Παρισιού (1979), ξένος εταίρος της Βασιλικής Ακαδημίας του Μαρόκκου και της Ακαδημίας της Ρουμανίας (1980), μέλος της Ευρωπαϊκής Ακαδημίας Επιστημών Τέχνης και Γραμμάτων. Για την προώθηση της ιδέας της Ενωμένης Ευρώπης τιμήθηκε με το βραβείο του Ιδρύματος Κουντεχόβε-Καλλέργη. Πέθανε το 1987 στην τελευταία κατοικία του στην Κηφισιά. Για περισσότερα βιογραφικά στοιχεία του Κωνσταντίνου Τσάτσου βλ. Τσιρόπουλος Κώστας Ε., "Τσάτσος Κωνσταντίνος", Παγκόσμιο Βιογραφικό Λεξικό 9β. Αθήνα, Εκδοτική Αθηνών, 1988, Μυλωνά Δέσποινα, "Χρονολόγιο Κωνσταντίνου Τσάτσου", Επτά Ημέρες Καθημερινής, 19/10/1997, σ.3-7 και Μυλωνά-Τσάτσου Δέσποινα, "Βιοχρονολόγιο Κωνσταντίνου Δημ. Τσάτσου", Νέα Εστία 142, Χριστούγεννα 1997, αρ.1690, σ.3-10. (Πηγή: Αρχείο Ελλήνων Λογοτεχνών, Ε.ΚΕ.ΒΙ.).
Κωνσταντίνος Α. Τρυπάνης
Νικηφόρος Βρεττάκος

Ο Νικηφόρος Βρεττάκος (1912-1991) γεννήθηκε στο χωριό Κροκεές της Λακωνίας, δευτερότοκος γιος του Κωνσταντίνου Βρεττάκου και της Ευγενίας, το γένος Παντελεάκη. Τα μαθητικά του χρόνια πέρασε στις Κροκεές και το Γύθειο (το 1927 αποφοίτησε από το Ελληνικό Σχολείο του Γυθείου). Το 1928, σε ηλικία δεκάξι μόλις χρόνων, έδωσε δύο διαλέξεις στην Εμπορική Λέσχη Γυθείου με θέμα "Χριστιανισμός - Μαρξισμός". Το 1929 έφυγε για την Αθήνα για να σπουδάσει, δεν τα κατάφερε όμως, κυρίως λόγω οικονομικής ανέχειας (είχε προηγηθεί ασθένεια και χρεοκοπία του πατέρα του). Εγκαταστάθηκε στα Κάτω Πατήσια και με τη βοήθεια του παιδικού του φίλου Θαλή Στ. Κουτούπη προσλήφθηκε στην εταιρεία υδραυλικών έργων αποξήρανσης του έλους Τιρνάσου στη Λακωνία. Από το 1930 ως το 1931 έκανε διάφορες περιστασιακές, χειρωνακτικές κυρίως δουλειές για να κερδίσει τα προς το ζην, ενώ παράλληλα στράφηκε στη μελέτη από καθαρά προσωπικό ενδιαφέρον. Το 1932 κατατάχθηκε στο στρατό στην Τρίπολη για τέσσερις μήνες (καθώς ήταν προστάτης πολυμελούς οικογένειας). Το 1934 εργάστηκε ως γραφέας στις γενικές αποθήκες στρατού στον Πειραιά. Εκεί γνωρίστηκε με την Καλλιόπη Αποστολίδη, την οποία παντρεύτηκε τον ίδιο χρόνο και με την οποία απέκτησε μια κόρη τη Τζένη και ένα γιο τον Κώστα. Το 1935 εργάστηκε στα Μεταξουργία Νέας Ιωνίας και ένα χρόνο αργότερα ως ιδιωτικός υπάλληλος και ως εργάτης υφαντουργείου. Το 1938 διορίστηκε στο Υπουργείο Εργασίας με παρέμβαση του φίλου του Θέμου Αμουργή. Το 1940 στρατεύτηκε στην πρώτη γραμμή και κινδύνεψε να σκοτωθεί στο ύψωμα της Κλεισούρας. Το 1941 μετά από διάλυση του Συντάγματος στο οποίο υπηρετούσε επέστρεψε στην Αθήνα με τα πόδια. Η ημερολογιακές σημειώσεις του από αυτή την περίοδο αποτέλεσαν τη βάση του βιβλίου του Το αγρίμι. Από το 1942 ως το 1944 συμμετείχε ενεργά στην Εθνική Αντίσταση, οργανώθηκε στο Ε.Α.Μ. και γράφτηκε στο Κ.Κ.Ε. Την περίοδο εκείνη πέθανε ο πατέρας του και η ταφή του έγινε στην Πλούμιτσα. Το 1946 προσλήφθηκε ως γραφέας στον Οικονομικό Συνεταιρισμό Εκτελωνιστών του Πειραιά. Τον ίδιο χρόνο υπέγραψε τη διαμαρτυρία των ελλήνων λογοτεχνών "Προς τη Δ’ Αναθεωρητική Βουλή των Ελλήνων και τη Διεθνή Κοινή Γνώμη: Περί εκτάκτων μέτρων κατά των επιβουλευομένων την Δημοσίαν Τάξιν και την ακεραιότητα της χώρας". Το 1948 γνωρίστηκε με τον Άγγελο Σικελιανό, φίλο του μέχρι το τέλος της ζωής του. Το 1958, μετά το ταξίδι του στη Ρωσία κυκλοφόρησε το βιβλίο του "Ο ένας από τους δύο κόσμους", με αφορμή το οποίο κατηγορήθηκε (μαζί με τους Γιάννη Ρίτσο και Μάρκο Αυγέρη) για παράβαση του Ν.509. Το 1949 εξέδωσε το λυρικό δοκίμιο "Δυο άνθρωποι μιλούν για την ειρήνη του κόσμου", εξαιτίας του οποίου διαγράφτηκε από το ΚΚΕ και απομακρύνθηκε από το περιοδικό "Ελεύθερα Γράμματα", στο οποίο ήταν διευθυντής. Τότε γνωρίστηκε με την Τατιάνα Γκρίτση - Μilliex και τον Roger Milliex, με τους οποίους συνδέθηκε φιλικά. Το 1954 η γυναίκα του απολύθηκε από τη θέση της στον Ο.Λ.Π. λόγω των πολιτικών της φρονημάτων. Κατά το σχολικό έτος 1955-1956 αναγκάστηκε να εργαστεί σε σχολείο των Ιωαννίνων. Μετά από προσφυγή στο Συμβούλιο Επικρατείας επέστρεψε στην παλιά της θέση. Το 1955 ο Βρεττάκος εκλέχτηκε στο Δήμο Πειραιά (1955-1959). Σημαντική υπήρξε η συμβολή του από τη θέση αυτή στην πολιτιστική αναβάθμιση της πόλης (ίδρυση Πειραϊκού Θεάτρου του Δημήτρη Ροντήρη, Ιστορικού Αρχείου, Φιλαρμονικής Πειραιώς, Δημοτικής Πινακοθήκης). Το 1957 ταξίδεψε στη Σοβιετική Ένωση μαζί με τους Στρατή Μυριβήλη, Άγι Θέρο, Λ.Κουκούλα κ.α. στα πλαίσια της Παγκόσμιας Συνάντησης Δημοκρατικής Νεολαίας, προσκεκλημένος των σπουδαστών της Μόσχας. Στη Μόσχα γνωρίστηκε με τη γυναίκα του Μαξίμ Γκόρκυ. Το 1961 επισκέφτηκε τον τάφο του πατέρα του στην Πλουμίτσα. Το 1962 διαλύθηκε ο Συνεταιρισμός Εκτελωνιστών και ο Βρεττάκος έμεινε άνεργος. Το 1964 εργαζόταν ως ιματιοφύλακας στο Εθνικό Θέατρο με παρέμβαση του Λουκή Ακρίτα. Μετά το πραξικόπημα του 1967 ο Βρεττάκος αυτοεξορίστηκε στην Ελβετία από όπου ταξίδεψε ανά την Ευρώπη (Βουκουρέστι, Βενετία, Δαλματικές ακτές, Ζάγκρεμπ, Ρώμη, Παρίσι, Βirmingham, Λονδίνο, Παλέρμο, Μόναχο). Κατά τη διάρκεια της παραμονής του στην Ευρώπη συμμετείχε σε ραδιοφωνικές εκπομπές και σε φεστιβάλ ποίησης, τιμήθηκε από τα ευρωπαϊκά πανεπιστήμια, και επεξεργάστηκε το αυτοβιογραφικό κείμενο "Οδύνη" που εκδόθηκε το 1969 στη Νέα Υόρκη. Στην Ελλάδα επέστρεψε το 1974 και εγκαταστάθηκε μόνιμα στην Αθήνα. Το καλοκαίρι του 1991 επισκέφτηκε την Πλούμιτσα με τη γυναίκα, την κόρη του και την οικογένειά της. Εκεί πέθανε τον Αύγουστο από καρδιακή ανακοπή. Η κηδεία του έγινε στο Α’ Νεκροταφείο Αθηνών με δημόσια δαπάνη. Η πρώτη εμφάνιση του Νικηφόρου Βρεττάκου στο χώρο της λογοτεχνίας πραγματοποιήθηκε το 1929 με τη δημοσίευση κάποιων πρωτόλειων ποιημάτων του από τα μαθητικά του χρόνια με τίτλο Κάτω από σκιές και φώτα (εκδόθηκαν το 1933). Ως το 1940 εξέδωσε έξι συλλογές, τις οποίες συγκέντρωσε στον τόμο "Γκριμάτσες του ανθρώπου". Ακολούθησαν πολλές ποιητικές συλλογές ως το 1951 (χρονιά θεωρούμενη ως δεύτερο ορόσημο στην καλλιτεχνική του πορεία), που εξέδωσε το δεύτερο συγκεντρωτικό τόμο με ποιήματά του με τίτλο "Τα ποιήματα 1929-1951". Από την περίοδο αυτή αναφέρουμε ενδεικτικά την ποιητική συλλογή του "Πλούμιτσα" (1950), ενδεικτική της στροφής του Βρεττάκου από το νεανικό λυρισμό προς την απλή και έντονα δραματική γραφή. Ακολούθησε η τρίτη και ωριμότερη περίοδος της δημιουργίας του, όπου επιχείρησε μια εξισορρόπηση των λυρικών και δραματικών στοιχείων στην υπηρεσία του ηθικού και κοινωνικού προβληματισμού του. Σημειώνονται τα έργα του "Στον Ρόμπερτ Όπενχάιμερ" (1954), "Το βάθος του κόσμου" (1961), "Ο διακεκριμένος πλανήτης" (1983), "Συνάντηση με τη θάλασσα" (1991). Ασχολήθηκε επίσης με την πεζογραφία , την κριτική (το 1960 εξέδωσε τη μελέτη "Νίκος Καζαντζάκης. Η αγωνία του και το έργο του") και τη δημοσιογραφία. Από το 1946 ως το 1949 εργάστηκε στο περιοδικό "Ελεύθερα Γράμματα" (αρχικά στη στήλη του βιβλίου, στη συνέχεια ως αρχισυντάκτης, εκδότης και διευθυντής). Ακολούθησαν συνεργασίες του με τα περιοδικά και τις εφημερίδες "Προοδευτική Αλλαγή" (1951, με το ψευδώνυμο Θυμόσοφος), "Ελληνικά Χρονικά" (1952-1954), "Επιθεώρηση Τέχνης" (1956), "Ανεξάρτητος Τύπος" (1958), "Επιστήμη και Ζωή" (1959), "Δρόμοι της Ειρηνης" (1961), "Κόσμος" (1962), "Ελευθεροτυπία" (1975). Τιμήθηκε με το Πρώτο Κρατικό Βραβείο Ποίησης (1940, 1956, 1982), το βραβείο Ουράνη της Ακαδημίας Αθηνών (1974), το βραβείο Knocken και το βραβείο της Εταιρείας Σικελικών Γραμμάτων και Τεχνών (1980), το Αριστείο Γραμμάτων από την Ακαδημία Αθηνών (1982), το βραβείο του τίμιου Σταυρού του Απόστολου και Ευαγγελιστού Μάρκου από του Πατριαρχείο Αλεξανδρείας και πάσης Αφρικής (1984), το μετάλλιο Χρυσός Πήγασος της Πανελλήνιας Ένωσης Λογοτεχνών (1989). Υπήρξε μέλος της κριτικής επιτροπής του διαγωνισμού των Νέων Ελλήνων Λογοτεχνών. Προτάθηκε τέσσερις φορές για το βραβείο Νοbel λογοτεχνίας Τιμήθηκε από πολλούς δήμους ανά την Ελλάδα, ανακηρύχτηκε επίτιμος πρόεδρος της Εταιρείας Ελλήνων Λογοτεχνών μαζί με το Γιάννη Ρίτσο και το Γιώργο Βαλέτα (1984), επίτιμος Πρόεδρος της Εταιρείας Γραμμάτων και Τεχνών του Πειραιά, επίτιμο μέλος του Παρνασσού , μέλος της Ακαδημίας Αθηνών, επίτιμος διδάκτωρ του Τμήματος Φιλολογίας του Εθνικού και Καποδιστριακού Πανεπιστημίου Αθηνών (1991). Για περισσότερα βιογραφικά στοιχεία του Νικηφόρου Βρεττάκου βλ. Αλέξανδρος Αργυρίου, "Βρεττάκος Νικηφόρος", στο "Παγκόσμιο Βιογραφικό Λεξικό", τ. 2, Αθήνα, Εκδοτική Αθηνών, 1984, Γεωργία Κακούρου - Χρόνη, "Χρονολόγιο Νικηφόρου Βρεττάκου", στο "Μνήμη του ποιητή Νικηφόρου Βρεττάκου (1912-1991)", επιμ. Π.Δ. Μαστροδημήτρης, Αθήνα, 1993 και Αλέξης Ζήρας, "Βρεττάκος Νικηφόρος" στο "Λεξικό Νεοελληνικής Λογοτεχνίας", Αθήνα, Πατάκης, 2007, σ. 333-334. (Πηγή: Αρχείο Ελλήνων Λογοτεχνών, Ε.ΚΕ.ΒΙ.).
Δημήτριος Ι. Κόρσος
Γιωργής Κότσιρας

Γιωργής Κότσιρας (1920-1998). Ο Γιωργής Κότσιρας γεννήθηκε στην Αθήνα, όπου σπούδασε Νομική και Πολιτικές Επιστήμες και παρακολούθησε μαθήματα στο τμήμα Φιλολογίας του Πανεπιστημίου Αθηνών. Από το 1952 και για δώδεκα χρόνια εργάστηκε ως υπάλληλος του Δημοσίου, κινηματογραφιστής, επιχειρηματίας και δικηγόρος. Το 1965 διορίστηκε συμβολαιογράφος στην Κηφισιά. Στο χώρο των γραμμάτων πρωτοεμφανίστηκε το 1944 από τις στήλες του περιοδικού "Φοιτητική Τέχνη" με το διήγημα "Οι άνθρωποι της βουνοκορφής". Την πρώτη του έκδοση πραγματοποίησε το 1947 με το αφήγημα "Το σπίτι". Ακολούθησε ένα χρόνο αργότερα η ποιητική συλλογή "Η χώρα των λωτοφάγων". Τιμήθηκε με το Β΄ Κρατικό Βραβείο Ποίησης (για την ποιητική συλλογή του "Η συνομιλία με το Σίσυφο", 1958), το Βραβείο Ποίησης της Ομάδας των Δώδεκα (για την ποιητική συλλογή "Ανατομία εγκλήματος", 1964), το Α΄ Κρατικό Βραβείο Ποίησης (για την ποιητική συλλογή "Το Άλφα του Κενταύρου" - 1975), το Βραβείο της Ακαδημίας των Αθηνών (για τη συνολική προσφορά του στο χώρο των γραμμάτων - 1980). Ασχολήθηκε επίσης με τη λογοτεχνική κριτική, δημοσιεύοντας κείμενα σε διάφορα περιοδικά και εφημερίδες (όπως τα Νέοι Δρόμοι, Φοιτητική Τέχνη, Ο αιώνας μας, Σκαραβαίος, Νέοι Ρυθμοί, Νέα Πορεία, Νέα Σκέψη, Φιλολογική Πρωτοχρονιά, Ακρόπολις, Βραδυνή, Ελευθερία κ.α.) και εξέδωσε τη μελέτη Η σύγχρονη ποίηση και η πνευματική αγωνία της εποχής (1959), καθώς και ένα θεατρικό έργο με τίτλο Ηρόστρατος (1970). Μετέφρασε έργα των Λόρκα, Μπωντλαίρ, Ρεμπώ και άλλων, ενώ έργα του μεταφράστηκαν σε ευρωπαϊκές, βαλκανικές και αραβικές γλώσσες. (Πηγή: Αρχείο Ελλήνων Λογοτεχνών, Ε.ΚΕ.ΒΙ.).
Ελένη Λαδιά

Η Ελένη Λαδιά γεννήθηκε το 1945 στην Αθήνα. Σπούδασε αρχαιολογία και θεολογία στο Πανεπιστήμιο Αθηνών. Τα πιο γνωστά λογοτεχνικά της έργα είναι: "Χάλκινος ύπνος", "Αποσπασματική σχέση", "Η θητεία", "Τα άλση της Περσεφόνης", "Η Χάρις", "Οι ποταμίσοι έρωτες", "Τα ψυχομαντεία και ο υποχθόνιος κόσμος των Ελλήνων". Έχει τιμηθεί με το Β΄ Κρατικό βραβείο (1981) για τη συλλογή "Χάλκινος ύπνος" και με το βραβείο Ουράνη της Ακαδημίας Αθηνών για την "Ωρογραφία" (1999) και με το Κρατικό βραβείο Διηγήματος (2007) για τη νουβέλα "Η γυναίκα με το πλοίο στο κεφάλι". Διηγήματά της έχουν μεταφραστεί στα σλοβένικα, τα γαλλικά και τα αγγλικά. Το μυθιστόρημά της "Χι ο Λεοντόμορφος" στα σέρβικα και "Η Χάρις" και "Η γυναίκα με το πλοίο στο κεφάλι" στα ρουμάνικα. Οι "Ομηρικοί ύμνοι" σε μτφ. Δ. Π. Παπαδίτσα - Ε. Λαδιά έχουν μεταφραστεί στα φιλανδικά. Άρθρα και μελετήματά της έχουν δημοσιευθεί σε διάφορα περιοδικά και εφημερίδες της χώρας.
Μανώλης Μαρκάκης

Ο Μανώλης Μαρκάκης (1942 - 2001), κοινωνιολόγος, φιλόσοφος και ποιητής, γεννήθηκε το 1942 στο Πετροκεφάλι Ηρακλείου. Σπούδασε νομικά και πολιτικές επιστήμες στο Πανεπιστήμιο Αθηνών. Παρακολούθησε σεμινάρια κοινωνιολογίας στη Γερμανία και ακολούθησε διδακτορικές σπουδές κοινωνιολογίας στις ΗΠΑ. Δίδαξε κοινωνιολογία στο Πανεπιστήμιο Delaware.
Μιχάλης Γ. Μερακλής

Ο ομότιμος καθηγητής του Πανεπιστημίου Αθηνών, λαογράφος και φιλόλογος Μ. Γ. Μερακλής γεννήθηκε το 1932 στην Καλαμάτα. Σπούδασε στη Φιλοσοφική Σχολή του Πανεπιστημίου Αθηνών και της Γοτίγγης της Γερμανίας, όπου και εκπόνησε τη διδακτορική του διατριβή. Το 1975 εξελέγη τακτικός καθηγητής λαογραφίας στη Φιλοσοφική Σχολή του Πανεπιστημίου Ιωαννίνων, του οποίου διετέλεσε και πρύτανης (1981-1982). Στο χρονικό διάστημα 1990-1999 δίδαξε το ίδιο αντικείμενο στο Παιδαγωγικό Τμήμα Δημοτικής Εκπαίδευσης του Πανεπιστημίου Αθηνών, ύστερα από μετάκληση. Είναι προεδρος της Ελληνικής Λαογραφικής Εταιρείας και χρημάτισε πρόεδρος της Πανελλήνιας Ένωσης Φιλολόγων. Έχει εκδώσει βιβλία αναφερόμενα στη λαογραφία και τη (νεοελληνική κατεξοχήν) φιλολογία και έχει δημοσιεύσει πολυάριθμα άρθρα σχετικά με τα δύο αυτά αντικείμενα.
Ευάγγελος Ν. Μόσχος
Θεόδωρος Ξύδης
Δημήτρης Π. Παπαδίτσας

Δ.Π. Παπαδίτσας (1922-1987). Ο Δημήτρης Παπαδίτσας γεννήθηκε στη Σάμο. Ο πατέρας του ήταν στρατιωτικός. Σπούδασε ιατρική στο Πανεπιστήμιο Αθηνών, όπου το 1958 ανακηρύχτηκε διδάκτορας. Τις σπουδές του συνέχισε στο Μόναχο, όπου ειδικεύτηκε στην ορθοπεδική. Εργάστηκε ως γιατρός σε πολλά μέρη της Ελλάδας. Το 1976 εγκαταστάθηκε στην Αθήνα και εργάστηκε σε ίδρυμα Αναπήρων. Υπήρξε συνιδρυτής του περιοδικού "Πρώτη Ύλη" (1958-1959) μαζί με τον Ε. Χ. Γονατά και συνεργάστηκε με τα λογοτεχνικά περιοδικά "Νεανική Φωνή", "Νέα Εστία", "Ο Στόχος", "Ευθύνη" κ.α. Την πρώτη του επίσημη εμφάνιση στο χώρο της λογοτεχνίας πραγματοποίησε το 1943 με την ποιητική συλλογή "Το φρέαρ με τις φόρμιγγες". Στα πρώτα του ποιητικά βήματα ο Παπαδίτσας προσπάθησε να εκφράσει την αγωνία του για μια αναμόρφωση του κόσμου, μέσα από αντισυμβατικές γλωσσικές και θεματικές επιλογές και με επιρροές από το ρεύμα του υπερρεαλισμού και την αρχαιοελληνική προσωκρατική φιλοσοφία. Στην πορεία του προς την ωριμότητα οδηγήθηκε προς μια απόπειρα γεφύρωσης του χάσματος ανάμεσα στη γήινη πραγματικότητα και το ποιητικό σύμπαν, μέσω ενός ενορατικού λόγου και με επιρροές από το ρομαντισμό του Hoelderlin. Από τις ποιητικές συλλογές του αναφέρουμε τη συγκεντρωτική έκδοση "Ποίηση Ι" (Α΄ Κρατικό Βραβείο Ποίησης, 1963), τον "Δυοειδή λόγο" (Α΄ Κρατικό Βραβείο Ποίησης, 1980), την "Ασώματη" (Βραβείο Ακαδημίας Αθηνών, 1983) και τη συγκεντρωτική έκδοση "Ποίηση" (1997), σε επιμέλεια Κ.Ε. Τσιρόπουλου. Εκτός από την ποίηση ασχολήθηκε με τη λογοτεχνική μετάφραση, μεταφράζοντας τη συλλογή "Traumkraut" του Ivan Goll, με τίτλο "Ονειροχλόη" (1954, 2002) και, σε συνεργασία με την Ελένη Λαδιά, τους "Ορφικούς ύμνους" (1984), τους "Ομηρικούς ύμνους" (1985) και την ομηρική "Νέκυια" (2004). Ποιήματά του μεταφράστηκαν στα αγγλικά, γαλλικά, ιταλικά, φλαμανδικά, ουγγρικά, πολωνικά και ρωσικά. Για περισσότερα βιογραφικά στοιχεία του Δημήτρη Παπαδίτσα βλ. Αλέξανδρος Αργυρίου, "Δημήτρης Παπαδίτσας", στο "Η ελληνική ποίηση· η πρώτη μεταπολεμική γενιά", σ. 104-105, Αθήνα, Σοκόλης, 1982, Στέλιος Γεράνης, "Παπαδίτσας Δ.", στη "Μεγάλη Εγκυκλοπαίδεια της Νεοελληνικής Λογοτεχνίας", τ. 11, Αθήνα, Χάρη Πάτση, χ.χ., Αλέξης Ζήρας, "Παπαδίτσας Δημήτρης", στο "Παγκόσμιο Βιογραφικό Λεξικό", τ. 8, Αθήνα, Εκδοτική Αθηνών, 1988 και Αλέξης Ζήρας, "Παπαδίτσας Δημήτρης", στο "Λεξικό Νεοελληνικής Λογοτεχνίας", Αθήνα, Εκδόσεις Πατάκη, 2007, σ. 1703-1704. (Πηγή: Αρχείο Ελλήνων Λογοτεχνών, Ε.ΚΕ.ΒΙ.)
Δημήτρης Πλάκας
Θεοφάνης Σταύρου
Κώστας Στεργιόπουλος

Ποιητής, πεζογράφος, κριτικός και ομότιμος καθηγητής πανεπιστημίου της Νέας Ελληνικής Φιλολογίας, ο Κώστας Στεργιόπουλος γεννήθηκε στην Αθήνα το 1926. Σπούδασε φιλολογία στο Πανεπιστήμιο Αθηνών και εκπόνησε διδακτορική διατριβή στο Πανεπιστήμιο Θεσσαλονίκης. Δίδαξε επί δεκαετία στη ιδιωτική Μέση Εκπαίδευση και στη Σχολή Κινηματογράφου και Θεάτρου του Λ. Σταυράκου. Από το 1966 έως το 1969 εργάστηκε ως λέκτορας στην έδρα Νεοελληνικής Φιλολογίας του Πανεπιστημίου Αθηνών και στη συνέχεια ως βοηθός στο Σπουδαστήριο Βυζαντινής και Νεοελληνικής Φιλολογίας του Πανεπιστημίου Αθηνών (1969-1972), απ' όπου παύτηκε από τη δικτατορία. Το 1974 έγινε καθηγητής στην ίδια έδρα στο Πανεπιστήμιο Ιωαννίνων, όπου υπηρέτησε ώς το 1984 που αποχώρησε με εθελουσία έξοδο. Το 1986 αναγορεύτηκε ομότιμος καθηγητής. Πρωτοεμφανίστηκε στα γράμματα -μαθητής ακόμα του Γυμνασίου- από το περιοδικό "Νέα Εστία" το 1943, κι από τότε, κείμενά του δημοσιεύτηκαν σε πολλά περιοδικά και εφημερίδες. Ήταν υπεύθυνος για τη στήλη της κριτικής στο περιοδικό "Ξεκίνημα" (1946-1947), στην εφημερίδα "Νίκη" (1962-1963) και στο περιοδικό "Εποχές" (1963-1967). Έχει εκδώσει δέκα ποιητικές συλλογές, δύο βιβλία με διηγήματα, ένα μυθιστόρημα και εννιά κριτικά και φιλολογικά βιβλία, κι έχει τιμηθεί δυο φορές με Κρατικό Βραβείο Ποιήσεως (με το Β΄ το 1961 και με το Α΄ το 1992), με το Βραβείο Κριτικής Μελέτης της "Ομάδας των 12" (1963), με το Α΄ Κρατικό Βραβείο Μελέτης και Δοκιμίου (1974), με το Βραβείο Δοκιμίου και Μελέτης της Ακαδημίας Αθηνών Ιδρύματος Ουράνη (1997) και με το Μεγάλο Βραβείο Λογοτεχνίας για το σύνολο του έργου του (2004). Ποιήματά του μεταφράστηκαν στα γαλλικά, αγγλικά, ιταλικά, γερμανικά, σουηδικά, ρωσικά, πολωνικά, ρουμανικά, βουλγαρικά, ισπανικά και ουγγρικά και δημοσιεύτηκαν σε περιοδικά κι ανθολογίες του εξωτερικού, ενώ διηγήματα και κριτικά του κείμενα στα γαλλικά, βουλγαρικά, πολωνικά, αγγλικά, ισπανικά και ιταλικά. Το 1994 εκδόθηκε στα γερμανικά μια επιλογή απ' όλο το ως τότε ποιητικό έργο του, με τίτλο "Εδώ που μάχεται το φως με τη βαρύτητα", το 1999 κυκλοφόρησε στα ισπανικά ολόκληρη η συλλογή του "Ο ήλιος του μεσονυκτίου" και τον επόμενο χρόνο μια επιλογή από επτά συλλογές του στα ιταλικά, με τίτλο "Στιλπνότητα της μέρας". Από τα ιδρυτικά μέλη της Εταιρείας Συγγραφέων και τέως πρόεδρός της, ιδρυτικό επίσης μέλος και τώρα επίτιμος πρόεδρος της Ελληνικής Εταιρείας Γενικής και Συγκριτικής Γραμματολογίας, έχει λάβει μέρος σε πολλά ελληνικά και διεθνή συνέδρια και χρημάτισε πρόεδρος ή μέλος σε διάφορες επιτροπές για θέματα λογοτεχνίας και βιβλίου.
Θεόφιλος Δ. Φραγκόπουλος

Θεόφιλος Φραγκόπουλος (1923 - 1998). Ο Θεόφιλος Φραγκόπουλος γεννήθηκε στην Αθήνα με καταγωγή από τη Ζάκυνθο. Ο πατέρας του ήταν ανώτερος στρατιωτικός και η μητέρα του καταγόταν από τις οικογένειες Θεοτόκη και Πολυλά. Σπούδασε στη Νομική Σχολή του Πανεπιστημίου Αθηνών και τουριστικές και οικονομικές επιστήμες στο Surrey University της Αγγλίας. Γνώστης πολλών ξένων γλωσσών ταξίδεψε σε πολλές χώρες του εξωτερικού, όπως στο Λίβανο και την Τυνησία, όπου εργάστηκε ως τραπεζιτικός υπάλληλος και ως διευθυντής ναυτιλιακής εταιρείας. Κατά τη διάρκεια της γερμανικής κατοχής και του εμφυλίου στρατεύτηκε στην Εθνική Αντίσταση, αρχικά ως μέλος της Ενωτικής Νεολαίας Ιερής Ταξιαρχίας και στη συνέχεια των οργανώσεων Ε.Σ.Α.Σ., Ρ.Α.Ν. και ΕΔΕΣ. Από το 1948 ως το 1950 υπηρέτησε ως έφεδρος αξιωματικός στα Τεθωρακισμένα, ενώ αγωνίστηκε και εναντίον της απριλιανής χούντας του 1967. Το 1950 διορίστηκε υπεύθυνος του τμήματος ξένης διαφήμισης στο ελληνικό Κέντρο Τουριστικών Μελετών. Διετέλεσε επίσης διευθυντής του ΕΟΤ (1959-1964) και πραγματοποίησε διαλέξεις για τη νεοελληνική λογοτεχνία ως επισκέπτης καθηγητής στα πανεπιστήμια Bochum της Δυτικής Γερμανίας και Boston των Ηνωμένων Πολιτειών. Στο χώρο της λογοτεχνίας ασχολήθηκε με το μυθιστόρημα, την ποίηση και το θέατρο, ενώ έγραψε και δοκίμια. Πρωτοεμφανίστηκε το 1943 με τη δημοσίευση του ποιήματος Mantua στο περιοδικό Παλμός και το 1953 κυκλοφόρησε την ποιητική συλλογή Ποιήματα. Συνεργάστηκε με τα περιοδικά Φιλολογικά Χρονικά, Τα Νέα Ελληνικά, Σημερινά Γράμματα, Εποχές, Η Συνέχεια, Τομές, Σταθμοί, την εφημερίδα Καθημερινή κ.α. Μέλος της Εθνικής Εταιρείας Ελλήνων Λογοτεχνών, τιμήθηκε με το Α΄ Κρατικό Βραβείο Θεάτρου για το έργο του Καρτερία, το βραβείο Ουράνη της Ακαδημίας Αθηνών για τη συλλογή δοκιμίων Tagliche Ernte και το λογοτεχνικό βραβείο Φρειδερίκου Μάθιους (1995). Κείμενά του μεταφράστηκαν στα γαλλικά, τα αγγλικά και τα ιταλικά, ενώ ποιήματά του περιλήφθηκαν σε ξένες ανθολογίες. Για περισσότερα βιογραφικά στοιχεία του Θεόφιλου Φραγκόπουλου βλ. Αργυρίου Αλεξ., «Θεόφιλος Φραγκόπουλος», Η ελληνική ποίηση· Η πρώτη μεταπολεμική γενιά, σ.260-261. Αθήνα, Σοκόλης, 1982. (Πηγή: Αρχείο Ελλήνων Λογοτεχνών, Ε.ΚΕ.ΒΙ.).
Πέτρος Χρονάς
Βαγγέλης Αθανασόπουλος

Ο Βαγγέλης Αθανασόπουλος γεννήθηκε το 1946 στον Πειραιά. Σπούδασε στο τμήμα Φιλολογίας του Πανεπιστημίου Αθηνών και στο King's College του University of London. Η πρώτη του εμφάνιση στα γράμματα έγινε με δύο διηγήματα, "Επαφή και αποστροφή" και "Οι τρόποι του κάλλους", ενώ για το πρώτο αυτοτελές λογοτεχνικό βιβλίο του, "Εαυτόν τιμωρούμενος", που κυκλοφόρησε το 1976, πήρε το βραβείο του Υπουργείου Πολιτισμού για πρωτοεμφανιζόμενο συγγραφέα (1977). Τιμήθηκε, επίσης, με το Κρατικό Βραβείο Δοκιμίου-Κριτικής (1991) για το βιβλίο "Ο λογοτέχνης ως πρότυπο δημιουργικής δράσης" και (2007) για το βιβλίο "Το ποιητικό τοπίο του ελληνικού 19ου και 20ού αιώνα, τόμος Γ΄", και με το βραβείο Δοκιμίου-Κριτικής της Ακαδημίας Αθηνών (1992) για το βιβλίο "Οι μύθοι της ζωής και του έργου του Γ. Βιζυηνού". Η ακαδημαϊκή σταδιοδρομία του άρχισε το 1975, όταν διορίστηκε βοηθός στην Έδρα της Ιστορίας της Φιλοσοφίας της Φιλοσοφικής Σχολής του Πανεπιστημίου Αθηνών και ολοκληρώθηκε με την εκλογή του σε θέση καθηγητή της Συγκριτικής Φιλολογίας το 2001. Η φοίτησή του με υποτροφία (1981-82) στο King’s College του University of London, επηρέασε τον προσανατολισμό της ερευνητικής του δραστηριότητας. Υπήρξε πολυγραφότατος και ασχολήθηκε με όλα σχεδόν τα είδη του λόγου: ποίηση, πεζογραφία, μετάφραση λογοτεχνικών και κριτικών έργων. Κύριο ερευνητικό αντικείμενό του ήταν η νεοελληνική λογοτεχνία σε σχέση με τις ευρωπαϊκές λογοτεχνίες. Γοητευτικός δάσκαλος, δίδαξε σε πολλά εξάμηνα και Τμήματα της Φιλοσοφικής Σχολής του Πανεπιστημίου Αθηνών. Επίσης, έλαβε μέρος σε πολλά συνέδρια, συμπόσια και ημερίδες στην Ελλάδα και το εξωτερικό και είχε συμμετοχή σε οργανωτικές επιτροπές επιστημονικών συνεδρίων. Κοινωνικά ευαίσθητος ακαδημαϊκός λειτουργός, ανταποκρίθηκε σε πολυάριθμες προσκλήσεις επιστημονικών συλλόγων, εκδηλώσεων Δήμων, και διαφόρων άλλων φορέων με ισάριθμες διαλέξεις. Υπήρξε δραστήριο μέλος Ιδρυμάτων, συλλόγων, ελληνικών και ξένων επιστημονικών εταιρειών, επιτροπών του Υπουργείου Πολιτισμού. Διετέλεσε επίσης μέλος της διεθνούς κριτικής επιτροπής για το Ευρωπαϊκό Βραβείο Λογοτεχνίας (1993-1994). Ικανός στη διοίκηση, ως διευθυντής του Τομέα Νεοελληνικής Φιλολογίας (1996-1998), οργάνωσε το πρόγραμμα μεταπτυχιακών σπουδών και ενίσχυσε τις επιστημονικές εκδηλώσεις του Τομέα. Δημοσίευσε πολυάριθμα άρθρα σε εφημερίδες και περιοδικά. Το πιο πρόσφατο βιβλίο του ήταν "Το διήγημα στην ελληνική και στις ξένες λογοτεχνίες", Αθήνα, Gutenberg 2009. Πέθανε στην Αθήνα στις 27 Νοεμβρίου του 2011, μετά από μάχη με την επάρατη νόσο.
Βασίλειος Μ. Πεσμαζόγλου
Έκδοση: Νοέμβριος 1983 από "Ευθύνη"
Σελ.:215 (25χ16), Μαλακό εξώφυλλο
Θέμα: "Νεοελληνική ποίηση - Ερμηνεία και κριτική" "Παλαμάς, Κωστής (1859-1943)"
- Περιγραφή
- Άλλοι τίτλοι από Βασίλειος Μ. Πεσμαζόγλου
Βασίλειος Μ. Πεσμαζόγλου
Pesmazoglou, Vasileios M. ¹
Κανένας άλλος ποιητής μέσα στον χώρο του Νεοελληνικού Πολιτισμού δεν υψώθηκε ως συμπέρασμα Ιστορίας, Ζωής, Ποίησης και Πείρας· μόνον ο Κωστής Παλαμάς. Στην υψηλή του μορφή και στο ευρύτατο έργο του, συναίρεσε με τρόπο δημιουργικό όλα όσα οι Έλληνες εβίωσαν κι έπαθαν πάνω στη γη πλάθοντας Ιστορία κι Ομορφιά. Για τούτο δίκαια του αναγνωρίστηκε η δάφνη του εθνικού Ποιητή.
Στην τελευταία περίοδο της ζωής του, ο Παλαμάς είδε να φυτρώνει ορμητικά η Νέα Ποίηση κι άκουσε τον ήχο της αξίνας που γκρέμιζε τα παλιά. Εκείνος δεν ήταν γκρεμιστής αλλά χτίστης. Δεν είχε έρθει ως άρνηση του παρελθόντος αλλά ως δημιουργική κατάφαση, ως συναίρεση ζωής και τέχνης του Ελληνισμού. Για τούτο και το έργο πάνω και μέσα στον οργανισμό της γλώσσας μας είναι μοναδικό και σπουδαίο.
Οι καιροί περνούν, η κόπωση από τους νέους τρόπους ποιητικής γραφής είναι πλέον κατάδηλη και να που συμπληρώνονται φέτος σαράντα χρόνια από την θανή του Κωστή Παλαμά. Είναι η ώρα να τον ξαναμελετήσουμε, να τον ξαναγνωρίσουμε και να τον διδάξουμε σωστά στους νέους μας όχι μονάχα ως μια μορφή της ποιητικής μας Ιστορίας, ούτε πάλι ως φυσιογνωμία εθνική πρώτης γραμμής μόνο, αλλά ως σοφό Δάσκαλο του Ποιητικού λόγου κι ως ταμείο της αισθητικής εμπειρίας του Ελληνισμού. Ακόμα, ως μια ζωντανή, δημιουργική και αρμονική αίσθηση γλώσσας.
Σκύβουμε, με το "Τετράδιο" αυτό, και ασπαζόμαστε με βαθύ σέβας το χέρι του μεγάλου Γέροντα των Γραμμάτων μας.
Η "Ευθύνη"
(1983) Φραντς Κάφκα, Ευθύνη