*Αποστολή σε 2-4 εργάσιμες μέρες
Τιμή Λεμόνι: 10,10 €
Κούλας Πράτσικα έργα και ημέρες
Συγγραφή: ·Κούλα Πράτσικα
Κούλα Πράτσικα
Γ. Π. Κουρνούτος
Παντελής Πρεβελάκης
Παντελής Πρεβελάκης (1909 - 1986). Ο Παντελής Πρεβελάκης γεννήθηκε στο Ρέθυμνο, δεύτερος γιος του Γεωργίου Πρεβελάκη και της Ειρήνης το γένος Φραγκιαδάκη. Στο Ρέθυμνο πέρασε τα σχολικά του χρόνια και σε ηλικία δεκαπέντε χρόνων εξέδωσε μαζί με τον Γ.Ανδρουλιδάκη το λογοτεχνικό περιοδικό Αθηνά, που κυκλοφόρησε για ένα χρόνο. Το 1926 γράφτηκε στη Νομική Σχολή του Πανεπιστημίου Αθηνών. Στην Αθήνα γνωρίστηκε με το Νίκο Καζαντζάκη με τον οποίο συνδέθηκε με μακρόχρονη φιλία. Δυο χρόνια μετά την έναρξη των σπουδών του πήρε μετεγγραφή στη Φιλοσοφική Σχολή του Πανεπιστημίου και το 1930 έφυγε για περαιτέρω σπουδές στο Παρίσι. Εκεί έμεινε για δυο χρόνια και παρακολούθησε μαθήματα στη Σχολή Γραμμάτων της Σορβόννης και στο Ινστιτούτο Τέχνης και Αρχαιολογίας, από όπου αποφοίτησε το 1933. Μετά την επιστροφή του στην Αθήνα αναγορεύτηκε διδάκτωρ Φιλοσοφίας στο Πανεπιστήμιο Θεσσαλονίκης και διορίστηκε έκτακτος καθηγητής στην έδρα της Ιστορίας Τέχνης, χωρίς ποτέ να μονιμοποιηθεί λόγω της πολιτικής του ιδεολογίας υπέρ του Βενιζέλου. Το 1937 διορίστηκε στη Διεύθυνση Καλών Τεχνών του Υπουργείου Παιδείας, και παρά το εχθρικό κλίμα του μεταξικού καθεστώτος δραστηριοποιήθηκε έντονα, κυρίως στον τομέα Καλών Τεχνών. Το 1939 διορίστηκε καθηγητής στη Σχολή Καλών Τεχνών και από το 1938 δίδασκε στη σχολή του Εθνικού Θεάτρου. Μετά τη κήρυξη του πολέμου από τους ιταλούς έκανε αίτηση να καταταγεί εθελοντής και όταν δεν έγινε δεκτή στράφηκε προς τον αγώνα για τη διαφύλαξη και διάσωση των έργων της Εθνικής Πινακοθήκης και του Εθνολογικού Μουσείου. Κατά τη διάρκεια της γερμανικής κατοχής απουσίασε από την εκδοτική δραστηριότητα και παύτηκε από τις εργασίες του. Μετά τον πόλεμο επέστρεψε στο Πανεπιστήμιο και ταξίδεψε σε πολλές χώρες. Κατά τη διάρκεια της δικτατορίας του Παπαδόπουλου αρνήθηκε να διοριστεί στη Μέση Εκπαίδευση και να τιμηθεί από τη χούντα, κυκλοφόρησε μυστικά την Αντίστροφη Μέτρηση και εκτός εμπορίου τον Νέο Ερωτόκριτο και συμμετείχε στην ίδρυση της Εταιρείας Σπουδών της Σχολής Μωραΐτη. Μετά τη Μεταπολίτευση τιμήθηκε με το Αριστείο Γραμμάτων της Ακαδημίας Αθηνών (1977) και αναγορεύτηκε επίτιμος διδάκτωρ των Φιλοσοφικών Σχολών των Πανεπιστημίων Αθηνών και Θεσσαλονίκης. Πέθανε στο σπίτι του στην Εκάλη από καρδιά σε ηλικία 77 ετών. Στο χώρο της λογοτεχνίας πρωτοεμφανίστηκε το 1928 με το μονόπρακτο θεατρικό έργο Ο μίμος και το μακροσκελές ποίημα Στρατιώτες εμπνευσμένο από τη Μικρασιατική καταστροφή. Το 1938 εξέδωσε το Χρονικό μιας Πολιτείας με το οποίο καθιερώθηκε στο χώρο της πεζογραφίας της γενιάς του Τριάντα. Στο έργο του Πρεβελάκη, ποιητικό και πεζογραφικό κυριαρχεί η εμπλοκή ιστορικής και λογοτεχνικής πραγματικότητας, η εμμονή σε μεγάλα υπαρξιακά προβλήματα του ανθρώπου. Στην πορεία της συγγραφικής του δραστηριότητας, η οποία κάλυψε τριανταέξι χρόνια από τη ζωή του, πέρασε από την έκφραση των μεγάλων οραμάτων της ελευθερίας σε μια εσωτερικότερη γραφή, πάντα όμως σε στενή σχέση με τον αφετηριακό προσανατολισμό του. Για περισσότερα βιογραφικά στοιχεία του Παντελή Πρεβελάκη βλ. Αλεξίου Στυλιανός, «Πρεβελάκης Παντελής», Παγκόσμιο Βιογραφικό Λεξικό 8. Αθήνα, Εκδοτική Αθηνών, 1988, Γιαλουράκης Μανώλης, «Πρεβελάκης Παντελής», Μεγάλη Εγκυκλοπαίδεια της Νεοελληνικής Λογοτεχνίας 11. Αθήνα, Χάρη Πάτση, χ.χ. και Παρίσης Νικήτας, «Παντελής Πρεβελάκης», Η μεσοπολεμική πεζογραφία· Από τον πρώτο ως τον δεύτερο παγκόσμιο πόλεμο (1914-1939) Ζ΄ , σ.338-371. Αθήνα, Σοκόλης, 1993. (Πηγή: Αρχείο Ελλήνων Λογοτεχνών, Ε.ΚΕ.ΒΙ.).
Δημήτρης Πικιώνης
Ο Δημήτρης Πικιώνης (1887-1968) υπήρξε Έλληνας αρχιτέκτονας και ακαδημαϊκός. Γεννήθηκε στον Πειραιά από Χιώτες γονείς. Σπούδασε πολιτικός μηχανικός στο Εθνικό Μετσόβειο Πολυτεχνείο Αθηνών. Συνέχισε τις σπουδές του στο Παρίσι στη ζωγραφική και στην αρχιτεκτονική. Το πρώτο του έργο είναι η οικία Μωραΐτη στις Τζιτζιφιές που χρονολογείται το 1921 ως το 1923, οπότε έγινε η ολοκλήρωση της κατασκευής. Πρόκειται για οικοδόμημα με χαρακτήρα αττικής λαϊκής αρχιτεκτονικής. Το 1925 εκλέχθηκε στην Έδρα Διακοσμητικής του Εθνικού Μετσόβειου Πολυτεχνείου και δημοσίευσε το περίφημο άρθρο με τίτλο "Η λαϊκή τέχνη κι εμείς". Το 1932 έκτισε το Δημοτικό Σχολείο στα Πευκάκια και το θερινό θέατρο Μαρίκας Κοτοπούλη, εμπνευσμένο από τη θεατρική σκηνή της Ιαπωνίας, που σήμερα δεν διασώζεται. Το 1933 έκτισε το Πειραματικό Σχολείο Θεσσαλονίκης. Το 1949 κτίζει την οικία-εργαστήρι της γλύπτριας Φρόσως Ευθυμιάδη-Μενεγάκη στην οδό Γρυπάρη 1, στη συνοικία Κυπριάδου - Άνω Πατήσια. Την περίοδο 1951-1957 δημιούργησε τις διαμορφώσεις των αρχαιολογικών χώρων γύρω από την Ακρόπολη, δουλειά πολύ σημαντική και αξιόλογη. Το 1961-1964 χρονολογείται η τελευταία αξιόλογη δημιουργία του, η Παιδική Χαρά της Φιλοθέης, που είναι συνδυασμός της ελληνικής και της ανατολικής παράδοσης. Το 1966 εκλέχθηκε τακτικό μέλος της Ακαδημίας Αθηνών. Πέθανε στην Αθήνα στις 28 Αυγούστου 1968.
Κώστας Ουράνης
Κώστας Ουράνης (1890-1953). Ο Κώστας Ουράνης γεννήθηκε στην Κωνσταντινούπολη και το πραγματικό του όνομα ήταν Κώστας Νέαρχος. Ο πατέρας του Νικόλαος Νέαρχος καταγόταν από την Κυνουρία και η μητέρα του Αγελική το γένος Γιαννούση από το Λεωνίδιο Αρκαδίας, όπου ο Ουράνης πέρασε τα παιδικά του χρόνια. Στη συνέχεια φοίτησε στο Γυμνάσιο του Ναυπλίου και ολοκλήρωσε τις εγκύκλιες σπουδές του στην Κωνσταντινούπολη (Ροβέρτειος Σχολή και Λύκειο Χατζηχρήστου). Το 1908 ήρθε στην Αθήνα και συνεργάστηκε για σύντομο χρονικό διάστημα με την Ακρόπολη του Βλάση Γαβριηλίδη. Έφυγε για σπουδές στην Ευρώπη, προτίμησε όμως την κοσμοπολίτικη ζωή, μπήκε στους κύκλους των μποέμ και προσβλήθηκε από φυματίωση. Νοσηλεύτηκε δυο χρόνια στην Ελβετία σε σανατόριο του Νταβός. Εκεί γνώρισε την πρώτη του γυναίκα Μανουέλα Σαντιάγκο από την Πορτογαλία, με την οποία χώρισε αργότερα και γύρω στο 1930 παντρεύτηκε την Ελένη Νεγρεπόντη, συγγραφέα και κριτικό της λογοτεχνίας, γνωστή με το ψευδώνυμο Άλκης Θρύλος. Το 1920 διορίστηκε γενικός πρόξενος της Ελλάδας στη Λισαβόνα και επέστρεψε τέσσερα χρόνια αργότερα στην Αθήνα, όπου άρχισε να εργάζεται ως δημοσιογράφος (διευθυντής στον Ελεύθερο Λόγο, συνεργάτης στο Νουμά, τη Δάφνη, τον Καλλιτέχνη, τα Γράμματα (Αλεξάνδρειας), τη Νέα Ζωή (Αλεξάνδρειας), τη Μούσα, το Ελεύθερο Βήμα, τον Ελεύθερο Λόγο, τον Εθνικό Κήρυκα της Αμερικής κ.α. ). Ταξίδεψε πολύ, όμως η κατάσταση της υγείας του που δεν αποκαταστάθηκε ποτέ και επιδεινώθηκε μετά τη γερμανική κατοχή τον ανάγκασε να περιοριστεί στην Αθήνα. Πέθανε το 1953 από καρδιακή προσβολή στο σανατόριο Παπανικολάου. Η αγάπη του Κώστα Ουράνη για τη λογοτεχνία χρονολογείται από τη νεανική ηλικία του. Μαθητής ακόμα στη Ροβέρτειο Σχολή έγραψε ένα ποίημα για την καταστροφή της Αγχιάλου και το 1908 εμφανίστηκε στις στήλες του περιοδικού Ελλάς. Η επίσημη εμφάνιση του όμως στο χώρο της λογοτεχνίας σημειώθηκε το 1909, όταν δημοσίευσε τη νεανική ποιητική συλλογή του Σαν Όνειρα, την οποία αποκήρυξε αργότερα, θεωρώντας ως πρώτη δημιουργία του τη συλλογή Spleen, που τύπωσε το 1912. Ακολούθησαν οι Νοσταλγίες (1920) και οι Αποδημίες, ποιήματα που δημοσιεύτηκαν σε περιοδικά και εφημερίδες, και συγκεντρώθηκαν για πρώτη φορά μετά το θάνατο του ποιητή στην έκδοση Ποιήματα του 1953. Ασχολήθηκε επίσης με την πεζογραφία (Αχιλλεύς Παράσχος), την ταξιδιωτική λογοτεχνία (Sol y sombra, Σινά, το θεοβάδιστον Όρος, Γλαυκοί δρόμοι , Ταξίδια στην Ελλάδα και άλλα), το χρονογράφημα, τη συνέντευξη, ενώ εξέδωσε επίσης την κριτική μελέτη Κάρολος Μπωντλαίρ (1918). Ο Ουράνης τοποθετείται ανάμεσα στους λεγόμενους παρακμιακούς ή νεορομαντικούς έλληνες ποιητές του Μεσοπολέμου (Καρυωτάκης, Άγρας, Λαπαθιώτης, Κλέων Παράσχος και άλλοι) και καθοριστική ήταν η επίδραση που δέχτηκε από το Μπωντλαίρ. Το έργο του χαρακτηρίζεται από έντονες συμβολιστικές επιρροές με κυρίαρχο τον κοσμοπολίτικο χαρακτήρα, το μελαγχολικό τόνο, το αίσθημα της ανεκπλήρωτης ευτυχίας, της νοσταλγίας, της πλήξης και τη διάθεση φυγής, η οποία όμως υπονομεύεται από μια ρεμβαστική νωχελικότητα. Για περισσότερα βιογραφικά στοιχεία του Κώστα Ουράνη βλ. Άγρας Τέλλος, «Ουράνης Κώστας», Μεγάλη Ελληνική Εγκυκλοπαίδεια 19. Αθήνα, Πυρσός, 1932, Αργυρίου Αλεξ., «Ουράνης Κώστας», Παγκόσμιο Βιογραφικό Λεξικό 8. Αθήνα, Εκδοτική Αθηνών, 1988, Κούσουλας Λουκάς, «Κώστας Ουράνης», Η μεσοπολεμική πεζογραφία · Από τον πρώτο ως τον δεύτερο παγκόσμιο πόλεμο (1914-1939) Στ΄, σ.316-363. Αθήνα, Σοκόλης, 1993 και Σταμέλος Δημήτρης, «Ουράνης Κώστας», Μεγάλη Εγκυκλοπαίδεια της Νεοελληνικής Λογοτεχνίας 11. Αθήνα, Χάρη - Πάτση, χ.χ. (Πηγή: Αρχείο Ελλήνων Λογοτεχνών, Ε.ΚΕ.ΒΙ.).
Σίμος Ι. Καράς
Στράτης Μυριβήλης
Ο Στρατής Μυριβήλης (πραγματικό όνομα Ευστράτιος Σταματόπουλος) γεννήθηκε στη Συκαμιά της Λέσβου, πρωτότοκος γιος του Χαράλαμπου Σταματόπουλου και της Ασπασίας το γένος Γεωργιάδη. Φοίτησε στην Αστική Σχολή Συκαμιάς και στη συνέχεια στο Γυμνάσιο Μυτιλήνης, από όπου αποφοίτησε το 1910. Το 1912 εγκαταστάθηκε στην Αθήνα και γράφτηκε στο Πανεπιστήμιο, εργαζόμενος παράλληλα ως συντάκτης σε περιοδικά και εφημερίδες. Τις σπουδές του εγκατέλειψε σύντομα για λόγους βιοπορισμού. Κατατάχτηκε εθελοντικά το 1912 και πολέμησε στους βαλκανικούς πολέμους (όπου τραυματίστηκε στο πόδι), στον πρώτο παγκόσμιο πόλεμο και στη Μικρασιατική εκστρατεία (ως ανθυπολοχαγός). Μετά την καταστροφή της Σμύρνης έφυγε για τη Λέσβο, όπου έζησε ως το τέλος του 1932, οπότε εγκαταστάθηκε με την οικογένειά του στην Αθήνα. Κατά τη διάρκεια του πρώτου παγκοσμίου πολέμου άρχισε να γράφει τη Ζωή εν τάφω και το 1920 παντρεύτηκε την Ελένη Δημητρίου, με την οποία απέκτησε δυο γιους και μια κόρη. Από το 1925 ως το 1933 στήριξε το Εργατικό Κόμμα του Α.Παπαναστασίου, τόσο από τη Λέσβο, όσο και από την Αθήνα. Στη Λέσβο συνεργάστηκε με τις εφημερίδες Σάλπιγξ, Ελεύθερος Λόγος, Καμπάνα, Ταχυδρόμος και άλλες, δημοσιεύοντας πεζογραφήματα, ποιήματα, άρθρα και χρονογραφήματα, έγινε μέλος της Κεντρικής Επιτροπής του Εθνικού Συνδέσμου Ελλήνων Επιστράτων Αιγαίου και στρατεύτηκε στο κίνημα της Εθνικής Άμυνας, ενώ μετά την καταστροφή τάχθηκε υπέρ της Στρατιωτικής Επανάστασης. Στην Αθήνα συνεργάστηκε με εφημερίδες όπως η "Καθημερινή", η "Εθνική", η "Ακρόπολις", η "Πρωία", η "Απογευματινή", η "Ελευθερία" και περιοδικά όπως ο "Θεατής", η "Νέα Εστία", η "Ελληνική Δημιουργία", ο "Ακρίτας", τα "Στρατιωτικά Νέα". Εργάστηκε επίσης στο Ραδιοφωνικό Σταθμό Αθηνών, στη Βιβλιοθήκη της Βουλής των Ελλήνων (από όπου απολύθηκε το 1955 με το βαθμό του Διευθυντή Α’ τάξεως, έχοντας συμπληρώσει το όριο ηλικίας). Κατά τη διάρκεια του εμφυλίου πολέμου δήλωσε ανοιχτά την αντίθεσή του προς την κομμουνιστική ιδεολογία. Υπήρξε μέλος της Εθνικής Εταιρείας Ελλήνων Λογοτεχνών και της Εταιρείας Ελλήνων Λογοτεχνών, της Ακαδημίας Αθηνών (εκλέχτηκε το 1958 μετά από πέντε υποψηφιότητες που απορρίφθηκαν) και τιμητικό μέλος του Διεθνούς Ινστιτούτου Γραμμάτων και Τεχνών. Τιμήθηκε με το Κρατικό Βραβείο Πεζογραφίας (1940 για το "Γαλάζιο βιβλίο") και το Σταυρό του Ταξιάρχη του Βασιλικού Τάγματος του Γεωργίου Α΄ (1959). Πέθανε άρρωστος από βρογχοπνευμονία στο νοσοκομείο του Ευαγγελισμού στην Αθήνα. Η πρώτη εμφάνιση του Στρατή Μυριβήλη στο χώρο της λογοτεχνίας σημειώθηκε το 1915 με τη συλλογή διηγημάτων "Κόκκινες ιστορίες". Στα πρώτα του βήματα συνδέθηκε με τη λογοτεχνική γενιά του 1920, η οποία δέχτηκε έντονη την επίδραση του Κωστή Παλαμά των κοινωνικοπολιτικών γεγονότων των αρχών του αιώνα (Ελληνοτουρκικός Πόλεμος του 1897, Πρώτος Παγκόσμιος Πόλεμος, Μικρασιατική Καταστροφή). Σύντομα ωστόσο αποδεσμεύθηκε από την απαισιόδοξη κοσμοθεωρία των συγχρόνων του και αναδείχθηκε ως ένας από τους μεγαλύτερους αντιμιλιταριστές συγγραφείς της Ευρώπης και πρόδρομος της γενιάς του Τριάντα. Σταθμό στην πρώτη αυτή φάση της δημιουργίας του αποτέλεσε η "Ζωή εν Τάφω", που εγκαινίασε τη σύγχρονη ελληνική αντιπολεμική λογοτεχνία. Το έργο "Η δασκάλα με τα χρυσά μάτια" (1932) αντιμετωπίστηκε από την κριτική ως μεταβατικό στάδιο προς τη δεύτερη περίοδο της συγγραφικής του δραστηριότητας (1933-1949), στην οποία κυριαρχεί η τάση προς άρνηση του παρόντος και στροφή προς την παιδική ηλικία, τάση που άσκησε επιρροή και στο γλωσσικό και υφολογικό πεδίο του έργου του. Από τη δεύτερη αυτή περίοδο αναφέρουμε το μυθιστόρημά του "Η Παναγιά η Γοργόνα". Τέλος στην τρίτη περίοδο του έργου του (1949-1969) ο Μυριβήλης στράφηκε προς μια ποικιλία θεμάτων, στόχων και εκφραστικών μέσων. Εδώ εντάσσονται οι συλλογές διηγημάτων του "Το πράσινο βιβλίο", "Το γαλάζιο βιβλίο", "Το κόκκινο βιβλίο" και "Το βυσσινί βιβλίο". Για περισσότερα βιογραφικά στοιχεία του Στρατή Μυριβήλη βλ. Μανώλης Γιαλουράκης, "Μυριβήλης Στρατής", στη "Μεγάλη Εγκυκλοπαίδεια της Νεοελληνικής Λογοτεχνίας", τ. 10, Αθήνα, Χάρη Πάτση, χ.χ., Νίκη Λυκούργου, "Μυριβήλης Στρατής", στο "Παγκόσμιο Βιογραφικό Λεξικό", τ. 7, Αθήνα, Εκδοτική Αθηνών, 1987, Νίκη Λυκούργου, "Σχεδίασμα χρονογραφίας Στρατή Μυριβήλη (1890-1969)", Αθήνα, Εταιρεία Σπουδών Σχολής Μωραΐτη - Βιβλιοπωλείο της Εστίας, 1990 και Τάκης Καρβέλης, "Στρατής Μυριβήλης", στο "Η μεσοπολεμική πεζογραφία· από τον πρώτο ως τον δεύτερο παγκόσμιο πόλεμο (1914-1939)", Στ΄, Αθήνα, Σοκόλης, 1993. (Πηγή: Αρχείο Ελλήνων Λογοτεχνών Ε.ΚΕ.ΒΙ.).
Λίνος Πολίτης
Ο ιστορικός της νεοελληνικής λογοτεχνίας, σολωμιστής φιλόλογος, παλαιογράφος, αρχαιολόγος, πανεπιστημιακός και ακαδημαϊκός Λίνος Πολίτης (1906-1982), γεννήθηκε στην Αθήνα. Σπούδασε στη Φιλοσοφική Σχολή του Πανεπιστημίου Αθηνών όπου το 1931 αναγορεύτηκε διδάκτορας. Συνέχισε με σπουδές κλασικής και βυζαντινής φιλολογίας στο Μόναχο, στο Βερολίνο και στο Παρίσι. Επιμελητής στο τμήμα χειρογράφων της Εθνικής Βιβλιοθήκης από το 1929 έως το 1948 και έφορος αρχαιοτήτων στην Πάτρα από το 1943 έως το 1945. Το 1948 αναλαμβάνει την έδρα Νεώτερης Ελληνικής Φιλολογίας στο Αριστοτέλειο Πανεπιστήμιο Θεσσαλονίκης έως και την παραίτησή του το 1969. Ιδρυτής και πρόεδρος της Μακεδονικής Καλλιτεχνικής Εταιρείας "Τέχνη" (1951-1976), συνδιευθυντής με τον Κυριακίδη του περιοδικού "Ελληνικά". Το 1980 εξελέγη τακτικό μέλος της Ακαδημίας Αθηνών. Ιδρυτικό μέλος του Μορφωτικού Ιδρύματος Εθνικής Τραπέζης (1966) και εμπνευστής του Παλαιογραφικού Αρχείου του ιδρύματος. Άρθρα και μελέτες του δημοσιεύθηκαν σε πρακτικά, επετηρίδες και περιοδικά ("Αγγλοελληνική Επιθεώρηση", ΕΕΦΣΠΘ, "Ελληνικά", "Κρητικά Χρονικά", "Νέα Εστία", "Πρακτικά της Ακαδημίας Αθηνών", "Φιλόλογος", κ.ά.). Χρησιμοποίησε τα ψευδώνυμα Α.Ε., Ερασιτέχνης αρχαιολόγος, Απλός Αναγνώστης, Δάσκαλος, Ο Αθηναίος. Πέθανε το 1982 στην Αθήνα. (Πηγή: Αρχείο Σύγχρονων Συγγραφέων, ΕΚΕΒΙ)
Μενέλαος Παλλάντιος
Κάκια Ηλιάδη
Αντώνης Φωκάς
Σωκράτης Καραντινός
Μίνως Δούνιας
Ο Μίνως Δούνιας (1900-1962), με καταγωγή το Λεωνίδιο και γεννημένος από εύπορη οικογένεια εμπόρων στη Ρουμανία, αποφοίτησε από τη Ροβέρτειο Σχολή της Κωνσταντινούπολης και έκανε μουσικές σπουδές στη Γερμανία με καθηγητές τους πιο εξέχοντες μουσικολόγους της εποχής. Φοίτησε στην Ανώτατη Κρατική Σχολή του Βερολίνου και στη συνέχεια στη σχολή Αρχαιολογίας, Φιλοσοφίας και Μουσικολογίας του Πανεπιστημίου του Βερολίνου, με ειδίκευση στον κλάδο των θεωρητικών της μουσικής. Η διδακτορική του διατριβή για τα κονσέρτα βιολιού του Ταρτίνι τον κατέταξε αμέσως στους ανερχόμενους μουσικολόγους στην Ευρώπη. Η άνοδος του Ναζισμού τον ανάγκασε να εγκαταλείψει τη Γερμανία και ένα λαμπρό μέλλον. Στην Ελλάδα από το 1936 ανέπτυξε μεγάλη μουσική δραστηριότητα επιχειρώντας με επιτυχία να δημιουργήσει μια υψηλού επιπέδου μουσική ζωή. Ο "Μουσικός Κύκλος" που ίδρυσε γνώρισε στην Αθήνα έργα που ως τότε δεν είχαν αποτολμηθεί. Ως μουσικοκριτικός στα "Νεοελληνικά Γράμματα" (1936-1940) επεξέτεινε το θεωρητικό μέρος της συμβολής του, όπως και στην εφ. "Η Καθημερινή" (1948-1962), στην οποία τα κείμενά του ανέτρεψαν την ως τότε καχεκτική κριτική και διεύρυναν τα όρια της γνώσης και της αισθητικής της μουσικής. Υπήρξε συνεργάτης της Μεγάλης Γερμανικής Εγκυκλοπαίδειας "Η μουσική στην ιστορία και το παρόν" με λήμματα για τη σοβαρή ελληνική μουσική και τους εξέχοντες συνθέτες της και για την παραδοσιακή δημοτική. Ως καθηγητής της μουσικής στο Κολλέγιο Αθηνών και το Κολλέγιο Θηλέων συνδύασε το εκπαιδευτικό έργο του με τη δημιουργία φυτώριων φίλων της μουσικής μεταξύ των πολυπληθών μαθητών και μαθητριών του. Εξέδωσε τρεις συλλογές τραγουδιών ("Παιδικά τραγούδια", "Τα πρώτα τραγούδια" και τη "Συλλογή τραγουδιών για σχολική χρήση"). Μια επιλογή των κριτικών του επιμελήθηκε ο Γ. Ν. Πολίτης (1963). Το ημερολόγιό του της Κατοχής, με τίτλο "Έπειτα από 120 χρόνια ελεύθερης ζωής είμεθα πάλι σκλάβοι", κυκλοφόρησε το 1987 με επιμέλεια του Κυριάκου Ντελόπουλου.
Κατερίνα Ι. Κακούρη
Γιάννης Τσαρούχης
Ο Γιάννης Τσαρούχης (Πειραιάς 1910 - Αθήνα 1989) ήταν ζωγράφος. Φοίτησε στην Ανωτάτη Σχολή Καλών Τεχνών (1929 - 1935). Παράλληλα μαθήτευσε κοντά στον Φ. Κόντογλου (1931 - 1934), ο οποίος τον μύησε στη βυζαντινή ζωγραφική, ενώ μελέτησε την λαϊκή αρχιτεκτονική και ενδυμασία. Μαζί με τους Πικιώνη, Κόντογλου και Αγγ. Χατζημιχάλη πρωτοστάτησε στο αίτημα της εποχής για την ελληνικότητα της τέχνης. Στα 1935 - 1936 αφού πρώτα επισκέφτηκε τη Κωνσταντινούπολη μετά ταξίδεψε στο Παρίσι και στην Ιταλία. Ήρθε σε επαφή με δημιουργίες της Αναγέννησης & του Εμπρεσιονισμού. Ανακάλυψε το έργο του Θεόφιλου και γνώρισε καλλιτέχνες όπως ο Ματίς και ο Τζακομέτι κ.ά. Το '38, δυό χρόνια μετά την επιστροφή του στην Ελλάδα πραγματοποίησε την πρώτη του ατομική έκθεση στο κατάστημα Αλεξοπούλου της οδού Νίκης/Αθήνα. Το '40 επιστρατεύτηκε και υπηρέτησε στο Μηχανικό. Το '47 πραγματοποίησε 2 ατομικές εκθέσεις με υδατογραφίες και θεατρικά προσχέδια. Το ΄51 εξέθεσε στο Παρίσι και στο Λονδίνο και το '53 υπέγραψε συμβόλαιο με τη γκαλερί Ιόλας της Ν. Υόρκης. Το ΄56 υπήρξε υποψήφιος για το βραβείο Γκούγκενχαϊμ και το '58 πήρε μέρος στη Μπιενάλε της Βενετίας. Το '67 εγκαταστάθηκε στο Παρίσι. Το '82 άνοιξε το Μουσείο Γ. Τσαρούχη στο Μαρούσι στο σπίτι του καλλιτέχνη, που ο ίδιος μετέτρεψε σε Μουσείο παραχωρώντας την προσωπική συλλογή των έργων του. Παράλληλα λειτουργεί το Ίδρυμα Τσαρούχη με σκοπό τη διάδοση του έργου του ζωγράφου Συνεργάστηκε με την Ντάλας Σίβικ Όπερα του Τέξας, τη Σκάλα του Μιλάνου, το Κόβεντ Γκάρντεν, το Εθνικό Λαϊκό Θέατρο της Γαλλίας, το Τεάτρο Ολύμπικο της Βιτσέντζα. Το ΄77 ανέβασε ο ίδιος τις Τρωάδες του Ευριπίδη σε δική του νεοελληνική απόδοση με δική του διδασκαλία & σκηνογραφία. Ασχολήθηκε επίσης με την εικονογράφηση βιβλίων, την μετάφραση και συγγραφή βιβλίων για την τέχνη. Στην Ελλάδα εγκαταστάθηκε μετά από πολύχρονη παραμονή στο Παρίσι το ΄80, όπου και πέθανε το ΄89. Ο Γιάννης Τσαρούχης υπήρξε ίσως ο πλέον διακεκριμένος εκπρόσωπος της εικαστικής γενιάς του ΄30, που προσπάθησε ιδιαίτερα να συγκεράσει τις επιταγές της "ελληνικότητας" με το ιδίωμα του "μοντερνισμού". Ως ζωγράφος των παθών του σώματος ναρκοθέτησε την μικροαστική αισθητική της δεκαετίας του ΄50. Αργότερα στράφηκε σε μια ζωγραφική πιο δυτικότροπη. Ο ίδιος πέραν του εικαστικού του έργου θα μείνει στην ιστορία ως ο κορυφαίος έλληνας σκηνογράφος. Η διαφορά πάντως του Τσαρούχη και του διεθνισμού της γενιάς του ΄60 έγκειται κυρίως στο ότι αυτός ενεργούσε ως κληρονόμος ενός πολιτισμού εν ισχύ ενώ οι άλλοι ακολουθούσαν ένα πολιτιστικό σχήμα, που δεν είχε ακόμη μορφοποιηθεί. Υλικά της δουλειάς του ήταν η λιτή χρωματική κλίμακα του Πολύγνωτου και η αυστηρά κομψή γραμμή της βυζαντινής εικόνας. Αποτέλεσμα αυτών ήταν να αναβιώσει μέσα από τα έργα του χαριέσσα η παράδοση, αλλά και να εκφράζεται ένα ισχυρό πλαστικό ένστικτο. Διαμόρφωσε με το ευρύ φάσμα των καλλιτεχνικών του δραστηριοτήτων την αισθητική των Νεοελλήνων μεταπολεμικά περισσότερο από οποιονδήποτε άλλον. (Πηγή: Εγκυκλοπαίδεια Πάπυρος - Λαρούς - Μπριτάνικα )
Μαρία Διαμαντίδου
Κώστας Γεωργουσόπουλος
Ο Κώστας Γεωργουσόπουλος γεννήθηκε στη Λαμία το 1937. Σπούδασε στη Φιλοσοφική Σχολή του Πανεπιστημίου Αθηνών (Τμήμα Ιστορίας και Αρχαιολογίας) και θέατρο στη Δραματική Σχολή του Ωδείου Αθηνών, με δασκάλους τον Δημήτρη Ροντήρη και τον Γιάννη Σιδέρη. Εργάστηκε στη δημόσια και την ιδιωτική εκπαίδευση για 35 ολόκληρα χρόνια, από το 1964 ως το 1999. Μπήκε στο στίβο της θεατρικής κριτικής το 1971 και εργάζεται ως κριτικός θεάτρου και επιφυλλιδογράφος μέχρι και σήμερα, ενώ εκτάκτως συνεργάζεται με διάφορα λογοτεχνικά περιοδικά. Κριτικά δοκίμια, επιφυλλίδες και σχόλιά του έχουν κυκλοφορήσει στους εξής τόμους: "Κλειδιά και Κώδικες Θεάτρου: Ι. Αρχαίο Δράμα (1982) ΙΙ. Ελληνικό θέατρο (1984)", "Οι πλάγιες ερωτήσεις του Πορφύριου" (1984), "Τα μετά το θέατρο" (1985) (Α΄ Κρατικό Βραβείο Δοκιμίου), "Προσωπολατρία" (1992), "Θίασος Ποικιλιών" (1993), "Το νήμα της στάθμης" (1996), "Παγκόσμιο θέατρο: Ι. Από τον Μένανδρο στον Ίψεν (1998) ΙΙ. Από τον Στρίντμπεργκ και τον Τσέχωφ στον Πιραντέλλο και τον Μπρεχτ (1999) (Βραβείο Ουράνη της Ακαδημίας Αθηνών) ΙΙΙ. Από τον Μίλλερ στον Μύλλερ (2000)" Με το ψευδώνυμο Κ. Χ. Μύρης έχει εκδώσει την ποιητική συλλογή "Αμήχανον Τέχνημα" (1971 & 1980), "Παράβαση" (1980), τα διηγήματα "Καμπάνα και Οδάξ" (1985), και τη συλλογή τραγουδιών, τα οποία έχουν μελοποιήσει γνωστοί συνθέτες ("Χρονικό", "Ιθαγένεια", "Η μεγάλη αγρυπνία", "Ανεξάρτητα Τραγούδια", "Μεταφυσική Τοπολογία"). Κύριος άξονας του μεταφραστικού του έργου είναι, το αρχαίο δράμα. Έχει μεταφράσει τα ακόλουθα έργα: "Ικέτιδες", "Ορέστεια", "Προμηθεύς Δεσμώτης", "Επτά επί Θήβας" (Αισχύλου), "Ηλέκτρα", "Αντιγόνη", "Αίας", "Τραχίνιες", "Οιδίπους Τύραννος", "Οιδίπους επί Κολωνώ" (Σοφοκλή), "Ιφιγένεια εν Αυλίδι", "Ιφιγένεια εν Ταύροις", "Βάκχες", "Ηλέκτρα", "Ορέστης", "Εκάβη", "Κύκλωψ", "Τρωάδες", "Ελένη", "Ανδρομάχη", "Φοίνισσες" (Ευριπίδη), "Λυσιστράτη", "Πλούτος", "Νεφέλες", "Εκκλησιάζουσες", "Θεσμοφοριάζουσες", "Ιππής", "Όρνιθες" (Αριστοφάνη), "Ταρτούφος", "Ασυλλόγιστος", "Γιατρός με το ζόρι" (Μολιέρου). Συνέπραξε και συνεργάστηκε, επίσης, με τον καθηγητή - αρχαιολόγο κ. Σάββα Γώγο και ομάδα θεατρολόγων για τη συγγραφή του λευκώματος "Επίδαυρος: το αρχαίο θέατρο, οι παραστάσεις" (2002). Ακόμα, το σχολικό εγχειρίδιο "Δραματική Ποίηση" διδάχθηκε επί 25 έτη στα ελληνικά Γυμνάσια, ενώ διδακτέα ύλη σε σχολικά βιβλία του Λυκείου είναι οι μεταφράσεις του της "Αντιγόνης" και του "Οιδίποδα Τυράννου". Από το 1990 διδάσκει ως Επιστημονικός Συνεργάτης του Τμήματος Θεατρικών Σπουδών. Έχει διατελέσει μέλος, αλλά και Πρόεδρος του Δ.Σ. του Εθνικού Θεάτρου και επί μία εικοσαετία Πρόεδρος της Επιτροπής Επιχορηγήσεων Θεάτρου του Υπουργείου Πολιτισμού. Είναι ιδρυτικό μέλος του "Κέντρου Έρευνας & Πρακτικών Εφαρμογών του Αρχαίου Ελληνικού Δράματος ΔΕΣΜΟΙ", του οποίου σήμερα είναι Πρόεδρος του Δ.Σ., είναι Αντιπρόεδρος της "Εταιρείας Συγγραφέων", μέλος της "Εταιρείας Ελλήνων Θεατρικών Συγγραφέων" και από τον Νοέμβριο του 2003 Πρόεδρος του Δ.Σ. του "Κέντρου Μελέτης & Έρευνας του Ελληνικού Θεάτρου - Θεατρικού Μουσείου". Το 2000 του απενεμήθη το Χρυσό Μετάλλιο της Πόλεως των Αθηνών, ενώ τον Ιούνιο του 2006 αναγορεύτηκε Επίτιμος Διδάκτωρ του Πανεπιστημίου Αθηνών. Το Μάρτιο του 2009 τιμήθηκε με το Μεγάλο Κρατικό Βραβείο Λογοτεχνίας 2008, από το Υπουργείο Πολιτισμού για το συνολικό του έργο.
Λένα Ζαμπούρα
Ντόρα Ηλιοπούλου
Αλέκα Κατσέλη
Ελένη Κεφάλου - Χορς
Σπούδασε μουσική και ρυθμική. Είναι διπλωματούχος του Ελληνικού Ωδείου (πιάνο και θεωρητικά). Διπλωματούχος της Σχολής Γυμναστικής Ρυθμικής και Χορού "Κούλα Πράτσικα". Παρακολούθησε μαθήματα μετεκπαίδευσης για τη ρυθμική στο Ινστιτούτο Dalcroze Γενεύης και για τα παιδαγωγικά στο Roehampton College. Καλεσμένη του British Council και του Υπουργείου Παιδείας της Αγγλίας παρακολούθησε το Short Course for teachers για τη μουσική διδασκαλία στο Gipsy Hill College. Παίζει φλάουτο με ράμφος. Μελέτησε με τον Μ. Δούνια, και τον Layton Ring στο Κέντρο Παλαιάς Μουσικής και Οργάνων C. Dolmetsch στο Haslemere Surrey Αγγλίας. Υπήρξε μόνιμο μέλος του "Μουσικού Κύκλου Αθηνών" (alto recorder). Δίδαξε ρυθμική, μουσική, γυμναστική, στα ερασιτεχνικά τμήματα της σχολής "Κούλα Πράτσικα" επί εικοσαετία καθώς και ρυθμική και μουσική στο επαγγελματικό τμήμα της ίδιας σχολής και στην ΚΣΟΤ. Δίδαξε ρυθμική στην Εθνική Ακαδημία Σωματικής Αγωγής και παρουσίασε με τους φοιτητές στο Στάδιο χορογραφική σύνθεση με τίτλο "Χώρος-ήχος-κίνηση". Δίδαξε ρυθμική και κίνηση στο "Αθήναιον" (Σχολή Θεάτρου Σ. Καραντινού). Ακόμα δίδαξε ρυθμική και μουσική στο Λύκειο των Ελληνίδων, στη Σχολή Μωραΐτη, σε παιδαγωγούς ατόμων με ειδικές ανάγκες στο Κέντρο Ψυχικής Υγιεινής, καθώς και σε άλλα πολλά ιδιωτικά σχολεία και σε σχολές χορού. Υπήρξε μέλος ομάδας εργασίας του ΚΕΜΕ για τα προγράμματα μουσικής αγωγής (Ρυθμικής). Συνεργάστηκε και δίδαξε στο πρόγραμμα πιλότο και στα σεμινάρια δασκάλων πρωτοβάθμιας και δευτεροβάθμιας εκπαίδευσης του Υπουργείου Παιδείας. Στη "Μέθοδο διδασκαλίας τραγουδιών" για του δασκάλους (έκδοση ΟΕΔΒ) αναλύει τη διδασκαλία της ρυθμικής. Έδωσε σειρά τηλεοπτικών μαθημάτων ρυθμικής για παιδιά και εκπαιδευτικούς στην ΥΕΝΕΔ στην εκπομπή της Λήδας Κροντηρά "Καλησπέρα παιδιά". Έχει πολλές δημοσιεύσεις για τη ρυθμική στα περιοδικά Ζυγός, Γυμναστική Ακαδημία, Χορός, Ρυθμός.
Μαρία Κυνηγού - Φλάμπουρα
Δίπλωμα Σχολής Πράτσικα αναγνωρισμένης από το κράτος (Γυμναστική, Ρυθμική, Μουσική, Χορός). Πτυχίο πιάνου (Εθνικό Ωδείο). Μεταπτυχιακές σπουδές σε θέματα του ενδιαφέροντός της (Γυμναστικής, Ρυθμικής, Φλογέρας Συστήματος ORFF και DALCROZE) στη Σουηδία, Δανία, Αγγλία, Βέλγιο και Αυστρία. Ειδικεύτηκε στη μελέτη προβλημάτων της Ρυθμικής Αγωγής, της κίνησης και της μουσικής των μικρών παιδιών (προσχολικής και παιδικής ηλικίας). Ανήκε στην ομάδα εργασίας για τα μουσικά προγράμματα του Υπουργείου Παιδείας, στην ομάδα εργασίας για θέματα που αφορούν τον Ελληνικό χορό και ήταν ειδική σύμβουλος στην ομάδα εργασίας για τον καταρτισμό του προγράμματος της ψυχοκινητικής αγωγής και δραστηριοτήτων της προσχολικής ηλικίας του Παιδαγωγικού Ινστιτούτου. Επίσημα προσκαλεσμένη από το Υπουργείο Πρόνοιας και Κοινωνικών Υπηρεσιών της Σουηδίας και βέβαια με την ομόφωνη γνώμη του Υπουργείου Παιδείας, να διδάξει σε δεκαπενθήμερα σεμινάρια Ρυθμικής στη Σχολή Νηπιαγωγών Στοκχόλμης και Γκέτεμποργκ και ακόμα από τον μουσικό οργανισμό ΥΑΜΑΗΑ στο Παρίσι να δείξει και να διδάξει μέρος από τις δραστηριότητές της. Συνεργάστηκε με το τμήμα Λαϊκής Τέχνης του Μουσείου Μπενάκη και έγραψε το βιβλίο οδηγό για παιδιά Λαϊκή Τέχνη. Επαγγελματική δραστηριότητα: Δίδαξε στη Σχολή Πράτσικα, στη μετεκπαίδευση των Νηπιαγωγών της Μαρασλείου δημοτικής Εκπαιδεύσεως και στη Σχολή Μωραϊτη. Δίδαξε το μάθημα της Ρυθμικής, του αυτοσχεδιασμού και χορογραφίας στις Ανώτερες Ιδιωτικές επαγγελματικές σχολές χορού, στην Κρατική Σχολή Ορχηστρικής Τέχνης. Το μάθημα της ρυθμικής και της διδακτικής της κίνησης για παιδιά από 4-12 χρονών στη σχολή Νηπιοβρεφοκομίας των ΤΕΙ. Στο Πανεπιστήμιο της Αθήνας και της Πάτρας το μάθημα της ειδικοτητάς της. (Παιδαγωγικό τμήμα Δημοτικής Εκπαίδευσης και τμήμα Νηπιαγωγών). Διδάσκει μουσική και κίνηση στη Δραματική Σχολή του Θεάτρου Τέχνης Καρόλου Κουν όπου και συνεργάζεται με αυτό το θέατρο στα χορογραφικά θέματα. (Αρχαίο και σύγχρονο δραματολόγιο). Ενδεικτικά ανεφέρονται οι χορογραφίες: Πέρσες, Ορέστεια, Βάκχες, Φιλοκτήτης, Ιππής, Σφήκες, Λυσιστράτη κ.λ.π. Διδάσκει το μάθημα της προωδειακής μουσικής για παιδιά 3 1/2-6 χρονών στο ωδείο Φ. Νάκας. ΄Εχει εκδόσει βιβλία και κασέτες για παιδιά και εκπαιδευτικούς ( Εκδοτικός Οίκος Ερμής και Φ. Νάκας).
Πολυξένη Ματέυ
Μάρω Μπουρνάζου
Ζουζού Νικολούδη
Καίτη Π. Τσιλιμίγκρα
Μαρία Χορς
Η Μαρία Μ. Χορς Παναγιωτοπούλου γεννήθηκε στον Πειραιά. Φοίτησε στη Σχολή της Κούλας Πράτσικα και πήρε δίπλωμα του επαγγελματικού τμήματος (φοίτηση τετραετής). Παρακολούθησε μαθήματα χορού στο εξωτερικό με κορυφαίους του είδους, όπως Κρώϊτσμπεργκ, Κλάντεκ, Βίγκμαν, Σόκολο κ.α. Παράλληλα σπούδασε Φιλολογία στο Πανεπιστήμιο Αθηνών. Οργάνωσε το τμήμα ρυθμικής και γυμναστικής στο Λύκειο Ελληνίδων, όπου και δίδαξε επί σειρά ετών. Υπήρξε επί πολλά χρόνια μέλος της χορευτικής ομάδας Πράτσικα, όπου χόρεψε και ως σολίστ σε παραστάσεις στην Ελλάδα και το εξωτερικό. Διδάσκει εκφραστική κίνηση, χορό και αυτοσχεδιασμό επί 40 χρόνια στη δραματική σχολή του Εθνικού Θεάτρου, καθώς και επί 10 χρόνια το ίδιο μάθημα στη Δραματική Σχολή του Ωδείου Αθηνών. Δίδαξε επίσης στο Θεατρικό Εργαστήρι του Σπύρου Ευαγγελάτου καθώς και στο Στούντιο της Λυρικής Σκηνής. Ως χορογράφος παρουσίασε καθαρά χορευτικές εργασίες σε παραστάσεις όπου χόρευε και η ίδια. Στο Εθνικό Θέατρο εργάστηκε ως μόνιμη χορογράφος πάνω από 30 χρόνια. Χορογράφησε πάρα πολλές παραστάσεις σε κάθε είδος θεάτρου, καθώς και πάνω από 120 διαφορετικές χορογραφίες σε 30 αρχαίες τραγωδίες (Αισχύλου, Σοφοκλή, Ευριπίδη), τραγωδίες που παρουσιάστηκαν σε πολλά αρχαία θέατρα (Επίδαυρο, Δωδώνη Φιλίππους), σε πολλές πόλεις της Ευρώπης, καθώς και σε Ιαπωνία, Κίνα, Καναδά, Αμερική, Ρωσία. Χορογράφησε στο Φεστιβάλ της Βιτσέντζα της Ιταλίας, στο περίφημο θέατρο Ολύμπικο, τον Οιδίποδα Τύραννο του Σοφοκλή και τη Μήδεια του Ευριπίδη, με σκηνοθέτη τον Α.Μινωτή και σκηνογράφο τον Γ.Τσαρούχη. Στην Επίδαυρο, με τους ίδιους συντελεστές, χορογράφησε τη Μήδεια του Κερουμπίνι. Η ίδια όπερα ανέβηκε στη Σκάλα του Μιλάνου, όπου έκανε τη χορογραφία, με πρωταγωνίστρια τη Μαρία Κάλλας. Μετείχε στην ομάδα της Κούλας Πράτσικα το 1936 για πρώτη φορά, ως μία από της Ιέρειες της Τελετής Αφής της Ολυμπιακής Φλόγας. Έχει επί σειρά Ολυμπιάδων, από το 1964 ανελλιπώς, χορογραφήσει την Τελετή της Αφής της Ολυμπιακής Φλόγας, με χορεύτριες και ηθοποιούς, και ορισμένες φορές και με χορό εφήβων. Κάθε φορά η Τελετή ανανεώνεται με νέα στοιχεία μουσικά και χορευτικά.
Εικονογράφιση: · Γιάννης Τσαρούχης
Γιάννης Τσαρούχης
Ο Γιάννης Τσαρούχης (Πειραιάς 1910 - Αθήνα 1989) ήταν ζωγράφος. Φοίτησε στην Ανωτάτη Σχολή Καλών Τεχνών (1929 - 1935). Παράλληλα μαθήτευσε κοντά στον Φ. Κόντογλου (1931 - 1934), ο οποίος τον μύησε στη βυζαντινή ζωγραφική, ενώ μελέτησε την λαϊκή αρχιτεκτονική και ενδυμασία. Μαζί με τους Πικιώνη, Κόντογλου και Αγγ. Χατζημιχάλη πρωτοστάτησε στο αίτημα της εποχής για την ελληνικότητα της τέχνης. Στα 1935 - 1936 αφού πρώτα επισκέφτηκε τη Κωνσταντινούπολη μετά ταξίδεψε στο Παρίσι και στην Ιταλία. Ήρθε σε επαφή με δημιουργίες της Αναγέννησης & του Εμπρεσιονισμού. Ανακάλυψε το έργο του Θεόφιλου και γνώρισε καλλιτέχνες όπως ο Ματίς και ο Τζακομέτι κ.ά. Το '38, δυό χρόνια μετά την επιστροφή του στην Ελλάδα πραγματοποίησε την πρώτη του ατομική έκθεση στο κατάστημα Αλεξοπούλου της οδού Νίκης/Αθήνα. Το '40 επιστρατεύτηκε και υπηρέτησε στο Μηχανικό. Το '47 πραγματοποίησε 2 ατομικές εκθέσεις με υδατογραφίες και θεατρικά προσχέδια. Το ΄51 εξέθεσε στο Παρίσι και στο Λονδίνο και το '53 υπέγραψε συμβόλαιο με τη γκαλερί Ιόλας της Ν. Υόρκης. Το ΄56 υπήρξε υποψήφιος για το βραβείο Γκούγκενχαϊμ και το '58 πήρε μέρος στη Μπιενάλε της Βενετίας. Το '67 εγκαταστάθηκε στο Παρίσι. Το '82 άνοιξε το Μουσείο Γ. Τσαρούχη στο Μαρούσι στο σπίτι του καλλιτέχνη, που ο ίδιος μετέτρεψε σε Μουσείο παραχωρώντας την προσωπική συλλογή των έργων του. Παράλληλα λειτουργεί το Ίδρυμα Τσαρούχη με σκοπό τη διάδοση του έργου του ζωγράφου Συνεργάστηκε με την Ντάλας Σίβικ Όπερα του Τέξας, τη Σκάλα του Μιλάνου, το Κόβεντ Γκάρντεν, το Εθνικό Λαϊκό Θέατρο της Γαλλίας, το Τεάτρο Ολύμπικο της Βιτσέντζα. Το ΄77 ανέβασε ο ίδιος τις Τρωάδες του Ευριπίδη σε δική του νεοελληνική απόδοση με δική του διδασκαλία & σκηνογραφία. Ασχολήθηκε επίσης με την εικονογράφηση βιβλίων, την μετάφραση και συγγραφή βιβλίων για την τέχνη. Στην Ελλάδα εγκαταστάθηκε μετά από πολύχρονη παραμονή στο Παρίσι το ΄80, όπου και πέθανε το ΄89. Ο Γιάννης Τσαρούχης υπήρξε ίσως ο πλέον διακεκριμένος εκπρόσωπος της εικαστικής γενιάς του ΄30, που προσπάθησε ιδιαίτερα να συγκεράσει τις επιταγές της "ελληνικότητας" με το ιδίωμα του "μοντερνισμού". Ως ζωγράφος των παθών του σώματος ναρκοθέτησε την μικροαστική αισθητική της δεκαετίας του ΄50. Αργότερα στράφηκε σε μια ζωγραφική πιο δυτικότροπη. Ο ίδιος πέραν του εικαστικού του έργου θα μείνει στην ιστορία ως ο κορυφαίος έλληνας σκηνογράφος. Η διαφορά πάντως του Τσαρούχη και του διεθνισμού της γενιάς του ΄60 έγκειται κυρίως στο ότι αυτός ενεργούσε ως κληρονόμος ενός πολιτισμού εν ισχύ ενώ οι άλλοι ακολουθούσαν ένα πολιτιστικό σχήμα, που δεν είχε ακόμη μορφοποιηθεί. Υλικά της δουλειάς του ήταν η λιτή χρωματική κλίμακα του Πολύγνωτου και η αυστηρά κομψή γραμμή της βυζαντινής εικόνας. Αποτέλεσμα αυτών ήταν να αναβιώσει μέσα από τα έργα του χαριέσσα η παράδοση, αλλά και να εκφράζεται ένα ισχυρό πλαστικό ένστικτο. Διαμόρφωσε με το ευρύ φάσμα των καλλιτεχνικών του δραστηριοτήτων την αισθητική των Νεοελλήνων μεταπολεμικά περισσότερο από οποιονδήποτε άλλον. (Πηγή: Εγκυκλοπαίδεια Πάπυρος - Λαρούς - Μπριτάνικα )
Έκδοση: Νοέμβριος 1991 από "Ευθύνη"
Σελ.:228 (21χ14), Μαλακό εξώφυλλο, ISBN: 960-7033-08-6
Θέμα: "Χορογράφοι"
- Περιγραφή
- Άλλοι τίτλοι από Μαρία Χορς
Μαρία Χορς
Chors, Maria ¹Η Μαρία Μ. Χορς Παναγιωτοπούλου γεννήθηκε στον Πειραιά. Φοίτησε στη Σχολή της Κούλας Πράτσικα και πήρε δίπλωμα του επαγγελματικού τμήματος (φοίτηση τετραετής). Παρακολούθησε μαθήματα χορού στο εξωτερικό με κορυφαίους του είδους, όπως Κρώϊτσμπεργκ, Κλάντεκ, Βίγκμαν, Σόκολο κ.α. Παράλληλα σπούδασε Φιλολογία στο Πανεπιστήμιο Αθηνών. Οργάνωσε το τμήμα ρυθμικής και γυμναστικής στο Λύκειο Ελληνίδων, όπου και δίδαξε επί σειρά ετών. Υπήρξε επί πολλά χρόνια μέλος της χορευτικής ομάδας Πράτσικα, όπου χόρεψε και ως σολίστ σε παραστάσεις στην Ελλάδα και το εξωτερικό. Διδάσκει εκφραστική κίνηση, χορό και αυτοσχεδιασμό επί 40 χρόνια στη δραματική σχολή του Εθνικού Θεάτρου, καθώς και επί 10 χρόνια το ίδιο μάθημα στη Δραματική Σχολή του Ωδείου Αθηνών. Δίδαξε επίσης στο Θεατρικό Εργαστήρι του Σπύρου Ευαγγελάτου καθώς και στο Στούντιο της Λυρικής Σκηνής. Ως χορογράφος παρουσίασε καθαρά χορευτικές εργασίες σε παραστάσεις όπου χόρευε και η ίδια. Στο Εθνικό Θέατρο εργάστηκε ως μόνιμη χορογράφος πάνω από 30 χρόνια. Χορογράφησε πάρα πολλές παραστάσεις σε κάθε είδος θεάτρου, καθώς και πάνω από 120 διαφορετικές χορογραφίες σε 30 αρχαίες τραγωδίες (Αισχύλου, Σοφοκλή, Ευριπίδη), τραγωδίες που παρουσιάστηκαν σε πολλά αρχαία θέατρα (Επίδαυρο, Δωδώνη Φιλίππους), σε πολλές πόλεις της Ευρώπης, καθώς και σε Ιαπωνία, Κίνα, Καναδά, Αμερική, Ρωσία. Χορογράφησε στο Φεστιβάλ της Βιτσέντζα της Ιταλίας, στο περίφημο θέατρο Ολύμπικο, τον Οιδίποδα Τύραννο του Σοφοκλή και τη Μήδεια του Ευριπίδη, με σκηνοθέτη τον Α.Μινωτή και σκηνογράφο τον Γ.Τσαρούχη. Στην Επίδαυρο, με τους ίδιους συντελεστές, χορογράφησε τη Μήδεια του Κερουμπίνι. Η ίδια όπερα ανέβηκε στη Σκάλα του Μιλάνου, όπου έκανε τη χορογραφία, με πρωταγωνίστρια τη Μαρία Κάλλας. Μετείχε στην ομάδα της Κούλας Πράτσικα το 1936 για πρώτη φορά, ως μία από της Ιέρειες της Τελετής Αφής της Ολυμπιακής Φλόγας. Έχει επί σειρά Ολυμπιάδων, από το 1964 ανελλιπώς, χορογραφήσει την Τελετή της Αφής της Ολυμπιακής Φλόγας, με χορεύτριες και ηθοποιούς, και ορισμένες φορές και με χορό εφήβων. Κάθε φορά η Τελετή ανανεώνεται με νέα στοιχεία μουσικά και χορευτικά.
Από τα ονόματα/σύμβολα μέσα στην ιστορία τον Νεοελληνικού Πολιτισμού, η "θεία Κούλα" δεν υπήρξε μονάχα, με τον γενναιόκαρδο, ελληνοτραφή, τίμιο, ευθύ, γεμάτον οραματισμούς υψηλούς και δημιουργική θετική βούληση χαρακτήρα της η "θεία", η συγγένισσα και φίλη όλων μας. Υπήρξε και "θεία" με μια μυστηριώδη, "θεολογική" υποδήλωση: μια μορφή καθαρή και έξω από τα συνηθισμένα του πνευματικού μας καθόλου βίου, μορφή που έφερε μέσα της ως μεγάλη δωρεά ένα αυτοτελές, αυτογενές και αυστηρά προσωπικό θεϊκό θραύσμα, μια χαρισματική δύναμη δημιουργίας, φως εκ φωτός, παρακαταθήκη αείζωη του Δημιουργού Θεού στην ύπαρξή της.
Αυτό το σπάνιο πλάσμα, η Κούλα Πράτσικα, που δεν είχε τίποτε από την επιπολαιότητα των συγκαιρινών της, αλλά είχε τα πάντα από την φιλοπατρία, την αυτοθυσία, το μεράκι, την λεβεντιά, την ονειροπόληση των υψηλών που χαρακτηρίζουν διιστορικά τους αυθεντικούς Έλληνες, ύψωσε το όνομά της μέσα στη νεοελληνική κοινωνία με βαθειά συνείδηση της ταυτότητάς της / της ταυτότητάς της πνευματικής του Έθνους μας. Και αναδείχτηκε δημιουργός αξεπέραστος, με προδρομικό σθένος, μιας πολιτισμικής πραγματικότητας: του συστηματικά έντεχνου ελληνικού χορού στην Ελλάδα.
Η "θεία Κούλα" έπραξε μέσα στον βαθύ, μυστικό ειρμό της ύπαρξής της, όσα η μεγαλοφτέρουγη ψυχή της ονειρεύτηκε και ανέβηκε δικαιωματικά στην ιερή πινακοθήκη των αθάνατων μορφών του πολιτισμού μας.
(1993) Πρόσωπο - προσωπείο Κατίνας Παξινού, Αλέξη Μινωτή, Ευθύνη