Εξαντλημένο και χωρίς δυνατότητα παραγγελίας στον εκδότη
Τιμή Λεμόνι: 3,98 €
Από τον Picasso στον Koons: Κοσμήματα καλλιτεχνών
Καλλιτεχνική επιμέλεια: · Pablo Picasso
Pablo Picasso
Ο Πάμπλο Πικάσο (25 Οκτωβρίου, 1881 - 8 Απριλίου, 1973) είναι ένας από τους κυριότερους εκπροσώπους της τέχνης του 20ου αιώνα, συνιδρυτής μαζί με τον Ζωρζ Μπρακ του κυβισμού και με σημαντική συνεισφορά στη διαμόρφωση και εξέλιξη της μοντέρνας και σύγχρονης τέχνης. Το πλήρες όνομά του ήταν Pablo (ή El Pablito) Diego Jose Santiago Francisco de Paula Juan Nepomuceno Crispin Crispiniano de los Remedios Cipriano de la Santisima Trinidad Ruiz Blasco y Picasso Lopez. Ο πατέρας του ονομαζόταν Jose Ruiz y Blasco και ήταν επίσης ζωγράφος ενώ μητέρα του ήταν η Maria Picasso y Lopez. Τα πρώτα έργα του τα υπέγραφε ως Ruiz Blasco αλλά από το 1901 άρχισε να χρησιμοποιεί το όνομα της μητέρας του. Γεννήθηκε στη Μάλαγα της Ισπανίας όπου πέρασε και τα δέκα πρώτα χρόνια της ζωής του. Τα πρώτα μαθήματα ζωγραφικής, τα έλαβε από τον πατέρα του, ο οποίος δίδασκε σε διάφορες ακαδημαϊκές σχολές. Ο ίδιος ο Πικάσο ξεκίνησε να ζωγραφίζει σε πολύ μικρή ηλικία και έδειξε από νωρίς δείγματα του ταλέντου του. Το 1892 η οικογένειά του μετακόμισε στην Λα Κορούνια όπου έζησε για τα επόμενα τέσσερα χρόνια, σπουδάζοντας στην τοπική σχολή καλών τεχνών. Το 1895, ο πατέρας του έγινε καθηγητής στην ακαδημία καλών τεχνών La Lonja της Βαρκελώνης, όπου σπούδασε και ο Πάμπλο Πικάσο περνώντας επιτυχώς τις εισαγωγικές εξετάσεις. Αργότερα, με την οικονομική βοήθεια του θείου του, του δόθηκε η ευκαιρία να πραγματοποιήσει ανώτερες σπουδές στην Βασιλική Ακαδημία Σαν Φερνάντο της Μαδρίτης, ωστόσο τις εγκατέλειψε στη διάρκεια του πρώτου έτους. Επέστρεψε στη Βαρκελώνη το 1899, όπου συναναστράφηκε με την καλλιτεχνική πρωτοπορία της εποχής του, γεγονός που είχε σημαντική επίδραση στο έργο του. Την ίδια περίοδο, εγκατέλειψε τον κλασικισμό και άρχισε να πειραματίζεται με νέες τεχνοτροπίες. Το 1900, εγκαταστάθηκε στο Παρίσι και συγκεκριμένα στη Μονμάρτρη, που αποτελούσε σημαντικό κέντρο της καλλιτεχνικής ζωής. Λόγω της ποικιλομορφίας αλλά και της χρονικής έκτασης που παρουσιάζει το έργο του Πικάσο, χωρίζεται συνήθως σε διαφορετικές περιόδους. Ο κυριότερες από αυτές είναι: -Μπλε ή Γαλάζια περίοδος (1901-1904): οι πίνακες του Πικάσο, αυτής της περιόδου, χαρακτηρίζονται από το μπλε χρώμα ή αποχρώσεις του και συμβολίζουν μία συναισθηματικά φορτισμένη περίοδο της ζωής του. Μερικά από τα πιο γνωστά έργα του ανήκουν σε αυτή, απεικονίζοντας ακροβάτες, αρλεκίνους, πόρνες, επαίτες και καλλιτέχνες. Η μπλε περίοδος περιλαμβάνει πίνακες που ολοκληρώθηκαν κυρίως στο Παρίσι αλλά είναι περισσότερο επηρεασμένοι από την ισπανική ζωγραφική. -Ροζ ή Ρόδινη περίοδος (1905-1907): Στους πίνακες αυτής της περιόδου, κυριαρχούν τα κεραμικά χρώματα και οι γήινοι τόνοι, ενώ συχνά χαρακτηρίζονται ως περισσότερο λυρικοί και εύθυμοι. Θεωρείται η περίοδος κατά την οποία ο Πικάσο επηρεάστηκε περισσότερο από την γαλλική ζωγραφική. -Αναλυτικός κυβισμός (1907-1912): είναι η τεχνοτροπία που ανέπτυξε ο ίδιος ο Πικάσο μαζί με τον Μπρακ και ένας από τους δύο βασικούς τομείς του ρεύματος του κυβισμού. -Συνθετικός κυβισμός (1912-1915): η περίοδος κατά την οποία ο Πικάσο και ο Μπρακ εξέλιξαν την κυβιστική οπτική, χρησιμοποιώντας την τεχνική του κολάζ. Οι επόμενες περίοδοι στο έργο του Πικάσο περιλαμβάνουν μια στροφή του σε περισσότερο κλασικές μορφές και ένα μεσογειακό πνεύμα (1916-1924), την αλληλεπίδρασή του με το υπερρεαλιστικό κίνημα στα μέσα της δεκαετίας του 1920, την ενασχόλησή του με την γλυπτική (από τα τέλη της δεκαετίας του '20) καθώς και το έργο που πραγματοποίησε μετά το Β΄ Παγκόσμιο πόλεμο. Εργάστηκε επίσης με μικρά κεραμικά και χάλκινα γλυπτά, ενώ έγραψε ακόμη και ποιήματα. Ο ίδιος αυτοπροσδιοριζόταν και ως ποιητής λέγοντας "Je suis aussi un poete", δηλαδή "είμαι κι εγώ ένας ποιητής". Θεωρείται πως μέσα από τα ποιήματά του, ο Πικάσο εξέφρασε πιο έντονα την σχέση του με τον υπερρεαλισμό. Ξεκίνησε τη συγγραφή τους το 1934 και συλλογές αυτών δημοσιεύτηκαν αργότερα στα περιοδικά Cahiers d' Art (Τετράδια τέχνης) και La Caceta de Arte. Το διασημότερο ίσως έργο του Πικάσο είναι η "Γκερνίκα" (ή "Γκουέρνικα", με εσφαλμένη προφορά στα ελληνικά), η απεικόνιση του Γερμανικού βομβαρδισμού της πόλης της Ισπανίας Γκερνίκα. Αυτός ο μεγάλος καμβάς περιγράφει την απανθρωπιά, την βιαιότητα και την απόγνωση του πολέμου. Η διαδικασία της ζωγραφικής του πίνακα συλλήφθηκε σε μια σειρά φωτογραφιών από τη διασημότερη ερωμένη του Πικάσσο, την Dora Maar, μια διακεκριμένη καλλιτέχνιδα. Η "Γκερνίκα" έμεινε κρεμασμένη στο Μουσείο Μοντέρνας Τέχνης της Νέας Υόρκης για πολλά χρόνια και ο Πικάσσο είχε δηλώσει πως δε θα επέστρεφε στην Ισπανία προτού αποκατασταθεί πλήρως η δημοκρατία. Το 1981 η "Γκερνίκα" επιστράφηκε στην Ισπανία και εκτέθηκε στο Cason del Buen Retiro. Το 1992 ο πίνακας έγινε βασικός πόλος έλξης για το Reina Sofia Museum στη Μαδρίτη. Ο Πικάσσο ήταν εξαιρετικά ταλαντούχος ως ζωγράφος και ως σχεδιαστής, ακόμη και για τα δεδομένα των μεγαλύτερων καλλιτεχνών του κόσμου. Εργάστηκε εξίσου με ελαιογραφίες, υδατογραφίες, παστέλ, κάρβουνο, μολύβι και μελάνι. Απέδωσε σύνθετες σκηνές ως απλές γεωμετρικές μορφές στα έργα του Κυβισμού, αλλά δημιούργησε επίσης και μεγαλοπρεπή ρεαλιστικά πορτραίτα. Τα σκίτσα του με μελάνι και μολύβι φίλων του από την εποχή του Κυβισμού και κατόπιν, εκτιμούνται για την υποτιμημένη οικειότητά τους, και είναι παραδείγματα των δεξιοτήτων του. Ο Πικάσσο κινήθηκε με ευκολία στις τέχνες παρά την περιορισμένη ακαδημαϊκή του κατάρτιση (παρακολούθησε μόνο ένα έτος στη βασιλική ακαδημία της Μαδρίτης). Τα ταλέντα του αυξήθηκαν από μια αυστηρή αίσθηση καθήκοντος στην εργασία του, που κράτησε μέχρι τα τελευταία έτη της μακρόχρονης ζωής του. Πέθανε σε ηλικία 92 ετών το 1973.
Jean Cocteau
Ο Ζαν Κοκτώ (1889-1963) υπήρξε ποιητής, μυθιστοριογράφος, θεατρικός συγγραφέας, κριτικός, ζωγράφος και σκηνοθέτης του κινηματογράφου. Έργα του είναι: "Η δαιμόνια μηχανή" (1934), "Οι νεόνυμφοι του πύργου του Άιφελ" (1921), "Οι τρομεροί γονείς" (1938), "Τα ιερά τέρατα" (1940), "Η γραφομηχανή" (1941), "Ο ωραίος αδιάφορος" (1941), "Ο δικέφαλος αετός" (1946), και άλλα.
Man Ray
Αμερικανός φωτογράφος (Φιλαδέλφεια, 1890 - Παρίσι, 1976), που έζησε το μεγαλύτερο διάστημα της ζωής του στο Παρίσι. Συμμετείχε στα κινήματα του ντανταϊσμού και του σουρεαλισμού, στα οποία άσκησε σημαντική επίδραση με τις αβάν-γκαρντ φωτογραφίες του των δεκαετιών του '20 και του '30. Μαζί με τους Jean Arp, Max Ernst, Andre Masson, Joan Miro και Pablo Picasso, έλαβε μέρος στην πρώτη έκθεση των σουρεαλιστών, στη Galerie Pierre, το 1925. Την ίδια εποχή με τη φωτογράφιση αντικειμένων-ready made, όπως ο μετρονόμος με το ένα μάτι ("Indestructible Object"), σκηνοθέτησε μια σειρά από ταινίες μικρού μήκους "καθαρού κινηματογράφου": "Le Retour a la Raison" (2 λεπτά, 1923), "Emak-Bakia" (16 λεπτά, 1926), "L'Etoile de Mer" (15 λεπτά, 1928), "Les Mysteres du Chateau de De" (27 λεπτά, 1929). Επίσης, βοήθησε ως διευθυντής φωτογραφίας τον Marcel Duchamp, στην ταινία του "Anemic Cinema" (1926), και χειρίστηκε ο ίδιος την κινηματογραφική μηχανή στην ταινία του Fernand Leger, "Μηχανικά μπαλέτα" (1924). Μεταξύ 1940-1951 έζησε στο Λος Άντζελες, εξαιτίας του πολέμου και της γερμανικής κατοχής, όπου παντρεύτηκε τη χορεύτρια και μοντέλο Juliet Browner. Επέστρεψε όμως στο Παρίσι και το αγαπημένο του Μονπαρνάς, όπου άφησε την τελευταία του πνοή στις 18 Νοεμβρίου 1976, σε ηλικία 86 ετών.
Max Ernst
Georges Braque
Giorgio De Chirico
Ιταλός ζωγράφος (1888-1978), γεννημένος στον Βόλο, πρόδρομος του σουρεαλισμού και εκπρόσωπος της λεγόμενης "μεταφυσικής σχολής" στις αρχές του εικοστού αιώνα.
Fernard Léger
Alexander Calder
Harry Bertoia
Lucio Fontana
Arnaldo Pomodoro
Louise Bourgeois
Giò Pomodoro
Jacques Lipschitz
Meret Oppenheim
Γεννήθηκε το 1913 στο Charlottenburg του Βερολίνου και πέθανε το 1985 στη Βασιλεία. Ποιήτρια και ζωγράφος, έζησε στη Ν. Υόρκη. Τιμήθηκε με το λογοτεχνικό βραβείο της Βασιλείας (1975) και το αντίστοιχο της πόλης του Βερολίνου (1982).
Jeff Koons
Bernar Venet
Rebecca Horn
Γεννιέται το 1944 στη Βόννη της Γερμανίας και σπουδάζει στην Hochschule fϋr Bildende Κϋnste του Αμβούργου (1963-70). Μετά από μια σύντομη παραμονή στο Λονδίνο (1971-2), όπου σπουδάζει στο Κολλέγιο Τεχνών Saint Martin με υποτροφία DAAD, εγκαθίσταται στη Νέα Υόρκη για την περίοδο 1972-1981. Στα τέλη της δεκαετίας του '60 δημιουργεί τα πρώτα γλυπτά της. Πρόκειται για ιδιαίτερες κατασκευές, τις οποίες εφαρμόζει στο ανθρώπινο σώμα δημιουργώντας προεκτάσεις. Λίγα χρόνια αργότερα, στις αρχές της δεκαετίας του '70, στρέφει την προσοχή της στις δράσεις (performance), στις οποίες και ενσωματώνει τις κατασκευές αυτές. Πολύ σύντομα αρχίζει να ασχολείται συστηματικά με το φιλμ, μέσο που είχε χρησιμοποιήσει και παλιότερα για να καταγράψει τις δράσεις της. Κατά τη δεκαετία του 1980 επικεντρώνεται σε μεγάλες εγκαταστάσεις και κινητικά γλυπτά. Κυρίαρχο θέμα στα έργα της αποτελεί το ανθρώπινο σώμα. Ωστόσο την απασχολούν και θέματα όπως η φιλοσοφία, η φύση, η τεχνολογία αλλά και τα ανθρώπινα συναισθήματα, τα οποία συχνά πραγματεύεται χρησιμοποιώντας μυθολογικές αλληγορίες. Έχει συμμετάσχει σε σημαντικές διεθνείς εκθέσεις (Ντοκουμέντα 5,6,7,9), έχει παρουσιάσει έργα της σε μεγάλα διεθνή μουσεία και έχει τιμηθεί με βραβεία και διακρίσεις. Ζει και εργάζεται στο Βερολίνο.
Νίκος Χατζηκυριάκος - Γκίκας
Ο Νίκος Χατζηκυριάκος - Γκίκας (Αθήνα 1906 - 1994) γεννήθηκε στην Αθήνα στις 26 Φεβρουαρίου του 1906. Από μικρός έδειξε ιδιαίτερη κλίση στο σχέδιο και έτσι, μαθητής ακόμα, πήρε μαθήματα ζωγραφικής από τον Κωνσταντίνο Παρθένη. Το 1922 πήγε στο Παρίσι, όπου παράλληλα με τις σπουδές του στη γαλλική φιλολογία και την αισθητική στη Σορβόνη, παρακολούθησε μαθήματα ζωγραφικής και χαρακτικής στην Academie Ranson, με δασκάλους τον Bissiere και τον Δ. Γαλάνη. Το 1934, καταξιωμένος ήδη καλλιτέχνης, εγκατέλειψε το Παρίσι και εγκαταστάθηκε στην Αθήνα. Στα 1935 - 1937 συνεργάστηκε με τον αρχιτέκτονα Πικιώνη, τον ποιητή Παπατζώνη και το σκηνοθέτη Καραντινό στην έκδοση του περιοδικού Το Τρίτο Μάτι. Το 1941 εξελέγη καθηγητής στην έδρα του Σχεδίου της Αρχιτεκτονικής Σχολής του Εθνικού Μετσοβίου Πολυτεχνείου, όπου και δίδαξε έως το 1958. Το 1973 εξελέγη μέλος της Ακαδημίας Αθηνών, το 1979 ανακηρύχθηκε επίτιμος διδάκτορας της Αρχιτεκτονικής Σχολής του Αριστοτελείου Πανεπιστημίου Θεσσαλονίκης και το 1986 εξελέγη μέλος της Βασιλικής Ακαδημίας του Λονδίνου. Ο Χατζηκυριάκος - Γκίκας εκτός από τη ζωγραφική ασχολήθηκε ακόμη με τη γλυπτική, τη χαρακτική, την εικονογράφηση βιβλίων, με τη σκηνογραφία, ενώ έδωσε πολλές διαλέξεις και δημοσίευσε μελέτες και άρθρα για την αρχιτεκτονική και την αισθητική, καθώς και δοκίμια για την ελληνική τέχνη.
Πάρις Πρέκας
Ο Πάρις Πρέκας γεννήθηκε στην Αθήνα το 1926. Εισήχθη στην ΑΣΚΤ το 1944, συμμετείχε όμως στα Δεκεμβριανά και λόγω της δράσης του εξορίστηκε στο στρατόπεδο Ελ Ντάμπα της Αιγύπτου. Ύστερα από χρόνια συνέχισε τις σπουδές του στην Α.Σ.Κ.Τ. από το 1948 έως το 1952 κοντά στους Δημήτρη Μπισκίνη, Ουμβέρτο Αργυρό και Ανδρέα Γεωργιάδη. Η εκθεσιακή του δραστηριότητα ξεκινά το 1955 με ατομική έκθεση της ζωγραφικής του δημιουργίας, στην γκαλερί «Ζαχαρίου». Με υποτροφία της γαλλικής κυβέρνησης το 1963 συνέχισε τις σπουδές του στο Παρίσι. Ακολούθησαν πολλές ατομικές εκθέσεις ομαδικές και θεματικές εκθέσεις, σε όλη την Ελλάδα καθώς επίσης σε όλες τις Πανελλήνιες και σε Biennale των Παρισίων, του Σάο Πάολο και της Αλεξανδρείας. Σημαντική ήταν και η συμμετοχή του σε εκθέσεις του εξωτερικού (Γαλλία, Αγγλία, Βουλγαρία, στη Ρουμανία, στη Νέα Υόρκη, στην Ιαπωνία, στην Ελβετία), στην «1η Μπιενάλε Νέων Ζωγράφων» (Παρίσι 1959), στην «8η Μπιενάλε Σάο Πάολο» (1965) και «7η Μπιενάλε Αλεξάνδρειας» (1968). Το 1972 και το 1977 παρουσίασε και τη γλυπτική του δραστηριότητα. Η τελευταία έκθεση έργων του ήταν το 1997 στην «ART Αθήνα 5», στο περίπτερο της γκαλερί «Αργώ». Είχε βραβευθεί με το Βραβείο της Α.Σ.Κ.Τ. (1952), με Α’ Βραβείο Ζωγραφικής στην Αθήνα (1958) και με Β’ στο Παρίσι (1959), καθώς με το «Αργυρό Μετάλλιο της Πόλης των Παρισίων». και με το Αργυρό Μετάλλιο Ζωγραφικής (1962). Έφυγε από την ζωή το 1999 σε ηλικία 73 ετών .
Νίκη Καναγκίνη
Καναγκίνη Νίκη (Αλεξανδρούπολη 1933) Σπούδασε στη Λωζάνη και στην Ανωτάτη Σχολή Καλών Τεχνών (1954 - 1959) με δασκάλους τους Γιάννη Κεφαλληνό και Γιάννη Μόραλη. Εκτός από τη ζωγραφική έχει ασχοληθεί με τη χαρακτική, την ταπισερί καθώς και με έργα-εγκαταστάσεις.
Stephen Antonakos
Ο Stephen Antonakos (Στυλιανός Αντωνάκος) γεννήθηκε το 1926 στο ορεινό χωριό Άγιος Νικόλαος Λακωνίας. Σε ηλικία τεσσάρων ετών οι γονείς του μετανάστευσαν στις ΗΠΑ (Νέα Υόρκη) όπου πήγε σχολείο. Με την έναρξη του Β' Παγκοσμίου Πολέμου η οικογένειά του μετακόμισε στην περιοχή Bay Ridge του Brooklyn, όπου φοίτησε στο γυμνάσιο Fort Hamilton. Στη διάρκεια του τελευταίου έτους των σπουδών του (1945) επιστρατεύτηκε και υπηρέτησε τη θητεία του στον Ειρηνικό. Επιστρέφοντας στις ΗΠΑ, εγγράφεται στο τμήμα τέχνης του Brooklyn Community College, από όπου αποφοιτά το 1949. Στην αρχή της σταδιοδρομίας του ο Antonakos δημιουργεί σχέδια και ζωγραφικές φιγούρες σε αρχιτεκτονικά περιβάλλοντα και χρησιμοποιεί συχνά υφάσματα και "τυχαία αντικείμενα" (objets trouves) σε τεχνικές κολάζ. Η έντονη υλική υπόσταση των πρώιμων έργων του και, στη συνέχεια, η χρήση επαναλαμβανόμενων γραμμικών στοιχείων στο σχέδιο -το οποίο δεν παύει να παίζει κυρίαρχο ρόλο καθόλη τη διάρκεια της καλλιτεχνικής του πορείας- τον οδηγούν, το 1960, στην "ανακάλυψη" των σωλήνων με Νέον, που αφθονούν στις φωτεινές επιγραφές του κεντρικού Μανχάταν. Το έντονο χρώμα, η γραμμική και ταυτόχρονα τρισδιάστατη εικόνα του Νέον και η δυνατότητά του να "πλάθεται", κάνουν τον καλλιτέχνη να το χαρακτηρίσει "ελεγχόμενο παράδεισο". Αδιαφορώντας για την αναπαράσταση και με σαφή προτίμηση στις γεωμετρικές φόρμες, υιοθετεί το υλικό αυτό που του επιτρέπει να κάνει μια τέχνη "από αληθινά πράγματα σε αληθινούς χώρους". O Antonakos θεωρήθηκε από τους κριτικούς τέχνης ένας από τους σημαντικότερους light artists και, ταυτόχρονα, ένας από τους σημαντικότερους μινιμαλιστές καλλιτέχνες στον κόσμο. Παράλληλα, η δουλειά του προσαρμοζόταν σε όλο και μεγαλύτερο βαθμό στα κτίσματα, στην αρχή με εγκαταστάσεις σε γκαλερί και από τα τέλη της δεκαετίας του '70 με κατασκευές μεγάλης κλίμακας σε δημόσιους χώρους και κτίρια. Στη σειρά των έργων αυτών εντάσσονται και τα "Παρεκκλήσια", αρχικά με τη μορφή μακετών και αργότερα ως μεσαίου μεγέθους τρισδιάστατες γεωμετρικές κατασκευές ("Chapel of the Martyrs", 1988, "Chapel of St. John the Baptist", 1991, "Underground Chapel", 1992-96, "Chapel of the Heavenly Ladder", 47η Μπιενάλε της Βενετίας, 1997, "Chapel of Theotokos", Shirn Kunsthalle, Φρανκφούρτη 2001, "Chapel for Saint Dionysios", Μουσείο Μπενάκη/Αναδρομική Έκθεση, 2007, κ.ά.). Τα έργα αυτά, σύμφωνα με τον καλλιτέχνη, όπως και τα "Panels" του, λειτούργησαν πέρα από έναν στενά χριστιανικό συμβολισμό, ως ένα περιβάλλον ανοικτό, το οποίο ενθαρρύνει τον διάλογο με την τέχνη και ταυτόχρονα την "εσωτερική" εμπειρία του θεατή/χρήστη. Τα τελευταία χρόνια εργάστηκε και τιμήθηκε αρκετές φορές και στη χώρα μας (εγκατάσταση έργων στο Μετρό της Αθήνας, εκθέσεις στο Κρατικό και στο Μακεδονικό Μουσείο Σύγχρονης Τέχνης, στη Γκαλερί Kalfayan, στα "Αισχύλεια" της Ελευσίνας, κλπ.). Πέθανε στη Νέα Υόρκη τον Αύγουστο του 2013, σε ηλικία 87 ετών.
Κώστας Κουλεντιανός
Ο Κώστας Κουλεντιανός (1918-1995) γεννήθηκε στην Αθήνα στις 21 Δεκεμβρίου του 1918. Σπούδασε στην Σχολή Καλών Τεχνών ΑΣΚΤ (1936-1939). Φοιτητής ακόμα, γίνεται εθελοντής στο αλβανικό μέτωπο και στη συνέχεια συμμετέχει στην Αντίσταση (1941-1944). Χάρη στην πρωτοβουλία του Οκτάβιου Μερλιέ φεύγει για το Παρίσι τον Δεκέμβρη του 1945, με υποτροφία της γαλλικής κυβέρνησης. Μετά από ένα σύντομο πέρασμα από τη σχολή Des Beaux Arts κι από το εργαστήρι του Zadkine στην Grande Chaumiere, εγκαταλείπει την ακαδημαϊκή αντίληψη της γλυπτικής που του είχε εμφυσήσει η ΑΣΚΤ. Το 1947, η γνωριμία του με τον Henri Laurens, υπήρξε καθοριστική για την πορεία του: βρήκε αμέσως τη θέση του στους κύκλους των μοντέρνων καλλιτεχνών. Από το 1952 αρχίζει να δουλεύει το σίδερο. Το 1962 κάνει την πρώτη του ατομική έκθεση στην περιώνυμη τότε Galerie de France. Ταυτόχρονα αρχίζει να συνεργάζεται με αρχιτέκτονες φτιάχνοντας μεγάλα γλυπτά για δημόσια κτίρια και ανοιχτούς χώρους καθώς και επαναλαμβανόμενα διακοσμητικά στοιχεία σε γύψο, τσιμέντο ή μπετόν. Το 1966 μεταφέρθηκε στην κεντρική Γαλλία όπου έστησε το εργαστήρι του κατασκευάζοντας αργαλειούς για την παραγωγή πετασμάτων (ταπισερί) από δικά του σχέδια (1969-1975). Την ίδια περίοδο χρονολογούνται επίσης και τα πρώτα βιδωτά γλυπτά που θα καθορίσουν την τεχνική στη δουλειά του μέχρι τέλος της ζωής του. Διδάσκει στη Σχολή Διακοσμητικών Τεχνών στο Παρίσι (1975 -1976) και εν συνεχεία στη Σχολή Καλών Τεχνών της Μασσαλίας (1979-1980) μετά τη μετακόμιση του στη Νότια Γαλλία. Την περίοδο 1979-1982 δημιούργησε τη σειρά έργων με τίτλο Νέα Γενιά με την οποίαν αντιπροσώπευσε την Ελλάδα στην Bienale της Βενετίας το 1980. Από τότε, και για τα 15 υπόλοιπα χρόνια της ζωής του, θα δουλέψει στην Ελλάδα εκθέτοντας συχνά, μέχρι την τελευταία του έκθεση, το 1991.
Τάκης
Αλέκος Φασιανός
Ο Αλέκος Φασιανός γεννήθηκε στην Αθήνα το 1935. Σπούδασε βιολί στο Ωδείο Αθηνών και ζωγραφική στην Α.Σ.Κ.Τ. (1956-1960, εργαστήριο Γ. Μόραλη). Αγάπησε και μελέτησε την αρχαία ελληνική αγγειογραφία και τη βυζαντινή εικονογραφία. Παρακολούθησε μαθήματα λιθογραφίας στην Ecole des beaux-arts του Παρισιού, με υποτροφία της γαλλικής κυβέρνησης (1962-1964), κοντά στους Clairin και Dayez. Το 1966 εγκαταστάθηκε στο Παρίσι, ενώ από το 1974 ζει και εργάζεται μεταξύ Παρισιού και Αθήνας. Από το 1959, χρονιά της πρώτης ατομικής του παρουσίασης στην Αθήνα, έχει πραγματοποιήσει περισσότερες από εβδομήντα ατομικές εκθέσεις σε Αθήνα, Θεσσαλονίκη, Παρίσι, Μόναχο, Τόκυο, Αμβούργο, Ζυρίχη, Μιλάνο, Βηρυτό, Στοκχόλμη, Λονδίνο κ.ά. Συμμετείχε επανειλημμένα σε ομαδικές εκθέσεις και γνωστές διεθνείς διοργανώσεις ανά την υφήλιο. Ανάμεσά τους ξεχωρίζουν οι: Salon comparaisons (Παρίσι 1970), Biennale του Sao Paulo (1971) και Βενετίας (1972), Graphics Biennale του Baden-Baden (1985) κ.ά. Ο Φασιανός ασχολήθηκε επίσης με τη χαρακτική, το σχεδιασμό αφισών, καθώς και τη σκηνογραφία, συνεργαζόμενος κυρίως με το Εθνικό Θέατρο Αθηνών ("Αμερική" του Κάφκα, 1975, "Ελένη" του Ευριπίδη, 1976, "Όρνιθες" του Αριστοφάνη, 1978 κ.ά.). Ανέλαβε την εικονογράφηση αρκετών βιβλίων, στην Ελλάδα και το εξωτερικό, γνωστών ποιητών και συγγραφέων. Ξεχωρίζουν τα ονόματα των Ο. Ελύτη, L. Aragon, G. Apollinaire, Κ. Ταχτσή, Κ. Καβάφη, Α. Εμπειρίκου, Γ. Ρίτσου, Β. Βασιλικού κ.ά. Έργα του κοσμούν επίσης ειδικές εκδόσεις τέχνης, όπως λευκώματα με θέμα αρχιτεκτονικά τοπία, όψεις πόλεων κ.λπ. Έχει επίσης εκδώσει και δικά του κείμενα, πεζά και ποιητικά. Για το σύνολο της δουλειάς του έχουν γυριστεί τέσσερα φιλμς για την ελληνική και τη γαλλική τηλεόραση, ενώ κυκλοφορούν μονογραφίες που αναφέρονται στην εικαστική παραγωγή του.
Θόδωρος
Βάσος Καπάνταης
Ο γλύπτης Βάσος Καπάνταης γεννήθηκε στη Μυτιλήνη το 1924 και πέθανε στην Αθήνα το 1990. Η καταγωγή του ήταν από την Πέργαμο. Σπούδασε γλυπτική στην Ανωτάτη Σχολή Καλών Τεχνών και αρχαιολογία στη Φιλοσοφική Σχολή Αθηνών. Τα περισσότερα έργα του είναι κατασκευασμένα από χαλκό και εμπνέονται, συχνά, από τη Μικρασιατική Καταστροφή. Φιλοτέχνησε, επίσης, έργα από πηλό, πέτρα και διάφορα, εκτός από χαλκό, μέταλλα. Δική του δημιουργία είναι το γλυπτό που κοσμεί την Εστία Νέας Σμύρνης, στην πλατεία Χρυσοστόμου Σμύρνης. Άλλα γνωστά έργα του είναι τα: Εισόδια Αθλητού (χαλκός, 1968), Ηρώο της Περγάμου (μάρμαρο, 1978), Σμύρνα (1985, άγαλμα από μέταλλο και μάρμαρο). Μετά το θάνατό του κυκλοφόρησε η συγκεντρωτική έκδοση των ποιημάτων του, "Το υπόλοιπον της διαδρομής" (Εστία, 1996), και ο αφιερωματικός τόμος "Βάσος Καπάνταης γλύπτης" ('Αγρα, 2007).
Ιάσων Μολφέσης
Βασίλης Σκυλάκος
Αχιλλέας Απέργης
Ο Αχιλλέας Απέργης (1909-1986) γεννήθηκε στην Κέρκυρα και σπούδασε γλυπτική στην Ανωτάτη Σχολή Καλών Τεχνών, απ' όπου αποφοίτησε το 1945. Υπήρξε ένας από τους σημαντικότερους καλλιτέχνες στην ιστορία της ελληνικής γλυπτικής, που πρωτοστάτησε και συνέβαλε ουσιαστικά στη θεμελίωση της αφαίρεσης. Εκπροσώπησε την Ελλάδα σε διεθνείς εκθέσεις, το 1956 και το 1968 στη Μπιενάλε Βενετίας, και το 1957 στη Μπιενάλε Σάο Πάουλο (Βραζιλία) και στη Μπιενάλε της Αλεξάνδρειας. Από τα τέλη της δεκαετίας του '50 παρουσιάζει το έργο του σε ομαδικές και ατομικές εκθέσεις στην Ευρώπη, προσελκύοντας το ενδιαφέρον του κοινού και της κριτικής. 'Έργα του αποκτώνται σε ξένες συλλογές, ενώ η κριτική επισημαίνει την πρωτοτυπία και την ιδιομορφία της πλαστικής του γλώσσας.
Φιλόλαος
Γιώργος Γυπαράκης
Γιάννης Δημητράκης
κ.ά.
Έκδοση: Μάιος 2012 από "Μουσείο Μπενάκη"
Σελ.:77 (16χ16), Μαλακό εξώφυλλο, ISBN: 960-476-111-0
Θέμα: "Κοσμήματα" "Μουσεία - Εκθέσεις - Κατάλογοι"
Η έκθεση παρουσίαζε μια επιλογή κοσμημάτων σχεδιασμένων από μερικούς από τους σημαντικότερους καλλιτέχνες του δεύτερου μισού του 20ού και του 21ου αιώνα. Τα έργα των Stephen Antonakos, Bernar Venet, Louise Bourgeois, Georges Braque, Alexander Calder, Cesar, Giorgio de Chirico, Jean Cocteau, Max Ernst, Ablerto Giacometti, Keith Haring, Jeff Koons, Fernand Leger, Roy Lichtenstein, Pablo Picasso και Man Ray, που παρουσιάζονταν μεταξύ άλλων στην έκθεση, προέρχονται στην πλειοψηφία τους από την προσωπική συλλογή της επιμελήτριας της έκθεσης Diane Venet και θέτουν εκ νέου το ζήτημα της σύνδεσης της αργυροχοΐας με την καλλιτεχνική δημιουργία.
Η έκδοση περιλαμβάνει σύντομο εισαγωγικό κείμενο της Diane Venet και μια μικρή επιλογή από τη συλλογή της, και συμπληρώνεται με τα έργα 21 Ελλήνων καλλιτεχνών, τα οποία πλαισίωσαν την παρουσίαση της συλλογής στην Αθήνα.