
Εξαντλημένο και χωρίς δυνατότητα παραγγελίας στον εκδότη
Τιμή Λεμόνι: 47,78 €
Άγγελοι, μουσική, ποίηση
Συγγραφή: · Γιάννης Μόραλης
Γιάννης Μόραλης

Έλληνας ζωγράφος και χαράκτης (1916-2009), ένας αληθινός "ευπατρίδης της ζωγραφικής", μια από τις πιο σημαντικές φυσιογνωμίες της ελληνικής τέχνης του 20ου αιώνα και καθηγητής της Ανωτάτης Σχολής Καλών Τεχνών. Γεννήθηκε στην Άρτα τo 1916, αλλά από το 1922 ως το 1928 έζησε στην Πρέβεζα, όπου υπηρετούσε ως γυμνασιάρχης ο φιλόλογος πατέρας του. Το 1927 εγκαταστάθηκε μόνιμα με την οικογένειά του στην Αθήνα. Από το 1931 ως το 1936 σπούδασε στην Ανωτάτη Σχολή Καλών Τεχνών, ζωγραφική με τους Κωνσταντίνο Παρθένη, Ουμβέρτο Αργυρό και Δημήτριο Γερανιώτη και χαρακτική με τον Γιάννη Κεφαλληνό. Το 1937 με υποτροφία της Ακαδημίας Αθηνών πήγε στη Ρώμη -όπου για έξι μήνες παρακολούθησε μαθήματα τοιχογραφίας και μωσαϊκού- και ολοκλήρωσε τις σπουδές του στο Παρίσι με μαθήματα τοιχογραφίας στην Ecole des Arts et Metiers, ζωγραφικής στο εργαστήριο του Γκερέν στη Σχολή Καλών Τεχνών και μωσαϊκού με καθηγητή τον Μαν. Το 1939 με την κήρυξη του Β' Παγκόσμιου Πολέμου, ο Μόραλης επέστρεψε στην Αθήνα και το 1947 εκλέχτηκε τακτικός καθηγητής στην προπαρασκευαστική τάξη της ΑΣΚΤ και το 1953 τακτικός καθηγητής Εργαστηρίου Ζωγραφικής, θέση που διατήρησε ως το 1983. Εξέθεσε έργα του σε διάφορες ομαδικές και ατομικές εκθέσεις -στην Ελλάδα και στο εξωτερικό- και το 1958 αντιπροσώπευσε τη χώρα μαζί με τον Γ. Τσαρούχη και τον Αντ. Σώχο στη Μπιενάλε της Βενετίας. Καλλιτέχνης προικισμένος και προσωπικός δημιουργός, ο Μόραλης προσέφερε πολλά στην καλλιτεχνική δημιουργία του τόπου και της εποχής μας, καθώς δεν περιορίστηκε μόνο στις αναζητήσεις και στις κατακτήσεις του, τον πλούτο της εκφραστικής του γλώσσας και την ποιότητα των διατυπώσεων του αλλά κατόρθωσε να φτάσει σε μια προσωπική και γόνιμη σύνθεση τύπων της αρχαίας ελληνικής τέχνης και χαρακτηριστικών της νεότερης (κλασικής λιτότητας και αφαιρετικών τύπων), όπου συνδυάζεται η έμφαση στις πλαστικές αξίες με τη χρωματική ευγένεια και η μελετημένη απόδοση του χώρου με την περισσότερο ρυθμική οργάνωση του συνόλου. Κάτοχος τόσο των παραδοσιακών όσο και των σύγχρονων τεχνικών, ο Μόραλης, όχι μόνο στη ζωγραφική αλλά και στο κεραμικό, το μωσαϊκό και σε άλλα υλικά, έδωσε έργα που διακρίνονται για τη ρωμαλεότητα και την εσωτερική τους αλήθεια. Εξαίρετος δάσκαλος για περισσότερα από τριάντα χρόνια στην ΑΣΚΤ, έδωσε στους μαθητές του αφετηρίες και ενίσχυσε τις δυνατότητες τους, προετοιμάζοντας έτσι τους δημιουργούς της επόμενης γενιάς. Αφετηρίες της καλλιτεχνικής δημιουργίας του Μόραλη είναι η οπτική πραγματικότητα και καθοριστικό του θέμα η ανθρώπινη μορφή. Σε καμιά όμως περίπτωση δεν περιορίζεται στην εξωτερική ρεαλιστική περιγραφή αλλά, με την έμφαση στο ουσιαστικό και τη σχηματοποίηση, την πληρότητα του σχεδίου και την εσωτερικότητα του χρώματος, αποβλέπει πάντα να φτάσει στον καθοριστικό πυρήνα των θεμάτων του. Σε παλαιότερες προσπάθειές του, όπως στη γνωστή "Αυτοπροσωπογραφία" (1937), την "Αυτοπροσωπογραφία με το ζωγράφο Νικολάου" (1937), το "Ζωγράφο και τη γυναίκα του" (1942) -και τα τρία έργα στην κατοχή του καλλιτέχνη- αλλά και σε άλλες προσωπογραφίες γίνονται σαφή ορισμένα από τα χαρακτηριστικά της μορφοπλαστικής του γλώσσας: ο καλλιτέχνης χωρίς να θυσιάζει την οπτική πραγματικότητα χρησιμοποιεί ρεαλιστικό λεξιλόγιο για να δώσει και κάτι από το εσωτερικό περιεχόμενο των προσώπων που απεικονίζει. Αλλά και στα πρώιμα αυτά έργα διαπιστώνεται εύκολα μια κάποια τάση για σχηματοποίηση όπως και μια χρησιμοποίηση του χρώματος, σαν δυνατότητα υποβολής του χαρακτήρα των προσώπων. Σε μεταγενέστερα έργα του όπως η "Μαρία" (1950, Συλλογή Δ. Πιερίδη) ή η "Μορφή" (1952, στην κατοχή του καλλιτέχνη) γίνεται εντονότερη και σαφέστερη η μεταφορά του κέντρου του βάρους από το εξωτερικό στο εσωτερικό και από τη ρεαλιστική περιγραφή στην επιβολή των καθαρά πλαστικών αξιών. Ακολούθησαν οι σειρές "Συνθέσεις", "Επιτύμβια" και "Αθήνα" (σε διάφορες συλλογές) που έδωσαν τον τόνο σε όλη την περίοδο 1950-60. Στις προσπάθειες αυτές ο καλλιτέχνης προχωρεί σε νέες διατυπώσεις στις οποίες συνδυάζονται οι μορφές με το χώρο, τα βιόμορφα με τα αρχιτεκτονικά θέματα, τα ρεαλιστικά στοιχεία με τη σχηματοποίηση. Από τα έργα αυτής της περιόδου διαπιστώνει κανείς ένα έντονο ερωτικό στοιχείο στη ζωγραφική του Μόραλη, που επιβάλλεται όχι τόσο με τα εξωτερικά στοιχεία όσο με την όλη συμπλοκή των μορφών και την ένταξη τους στο χώρο. Τα επόμενα χρόνια ο Μόραλης προχώρησε μακρύτερα στην κατεύθυνση της επιβολής μιας καθαρά προσωπικής μορφοπλαστικής γλώσσας· στους πιο χαρακτηριστικούς του πίνακες η ανθρώπινη μορφή μεταβάλλεται σε ένα αυστηρό γεωμετρικό σύστημα, το χρώμα διακρίνεται για την καθαρότητα και τη δύναμη υποβολής του, το σύνολο επιβάλλεται με την εσωτερικότητα και την ποιητική πνοή του. Στη σειρά "Επιθαλάμια" (1969-70, στην κατοχή του καλλιτέχνη) καθώς και στους πίνακες "Νέα γυναίκα" (1971-72, Συλλογή Μ. Κιοσέογλου), "Κορίτσι που ζωγραφίζει" (1971, Συλλογή Μ. Κιοσέογλου), Αίγινα (1974, στην κατοχή του καλλιτέχνη) και σε πολλά άλλα, ο Μόραλης φτάνει στις καθοριστικές διατυπώσεις του. Προοδευτικά και βήμα-βήμα τονίζεται όλο και περισσότερο η σχηματοποίηση, ενισχύεται ο ρόλος του χρώματος, ολοκληρώνεται η ένταξη των μορφών στο χώρο. Η ανθρώπινη μορφή και ο φυσικός χώρος χρησιμοποιούνται σαν απλές αφετηρίες για να επιβληθεί το δομικό, να τονιστεί το ουσιαστικό και το εσωτερικό. Στα έργα της περιόδου αυτής, όπως και στα περισσότερα πρόσφατα των χρόνων 1975-85, κυριαρχεί η καθαρά ερωτική φωνή της ζωγραφικής του Μόραλη, μια φωνή που εισάγεται με τα μορφικά χαρακτηριστικά και ολοκληρώνεται με το χρώμα, μια φωνή που όμως δεν επιβάλλεται με τα εξωτερικά περιγραφικά στοιχεία αλλά με τον τρόπο με τον οποίο συνδυάζονται τα ενεργητικά με τα παθητικά θέματα, τα οξυγώνια με τα καμπυλόγραμμα σχήματα, τα θερμά με τα ψυχρά χρώματα, τα βιόμορφα με τα γεωμετρικά χαρακτηριστικά. Έτσι ο Μόραλης φτάνει σε διατυπώσεις που κυριολεκτικά συναιρούν σε μια νέα ενότητα παραδοσιακά στοιχεία και σύγχρονα χαρακτηριστικά, ανθρώπινη μορφή και κονστρουκτιβιστικό λεξιλόγιο, εσωτερικό και εξωτερικό. Ταυτόχρονα, όλο και σαφέστερα η ζωγραφική του διακρίνεται από μια εσωτερική μνημειακότητα των μορφών και μια εκφραστική αλήθεια που παρασύρουν το θεατή. Με τη λιτότητα και τη σαφήνεια της, τη μορφική πληρότητα και την εσωτερικότητα του χρώματος, την ποιότητα των διατυπώσεων και τον εκφραστικό της πλούτο, η ζωγραφική του Μόραλη μας δίνει μια από τις πιο ευτυχισμένες στιγμές της νεοελληνικής τέχνης. Ο Μόραλης ασχολήθηκε επίσης με την εικονογράφηση βιβλίων (Ελύτη, Σεφέρη κ.ά.) και τη σκηνογραφία (έκανε σκηνικά και κοστούμια για 21 παραστάσεις θεάτρου και χορού, για το Ελληνικό Χορόδραμα της Ραλλούς Μάνου, το Εθνικό Θέατρο και το Θέατρο Τέχνης) και σε συνεργασία με αρχιτέκτονες έδωσε έργα μνημειακών διαστάσεων (μπρούτζινα, γλυπτά, τοιχογραφίες, κεραμικά και χαρακτικά) για τη διακόσμηση κτιρίων -ξενοδοχεία, τράπεζες κ.ά.- τόσο στην Αθήνα (χαρακτική μαρμάρινη σύνθεση της Προμάχου Αθηνάς με τα σύμβολα της εξουσίας της, τη γλαύκα, το άρμα και το πλοίο, στους ΒΔ και ΝΑ εξωτερικούς τοίχους του ξενοδοχείου "Χίλτον", 1959-62, χρωματιστές τσιμεντένιες πλάκες στα στέγαστρα των νέων αποβάθρων στην Ακτή Καραϊσκάκη στον Πειραιά, 1962, τουριστικό περίπτερο ΕΟΤ "Διόνυσος" στου Φιλοπάππου) όσο και σε διάφορα επαρχιακά κέντρα (ξενοδοχεία Ρόδου, Φλώρινας, Θεσσαλονίκης, Δελφών κλπ.), έργα που αποδεικνύουν τον πλούτο της μορφοπλαστικής φαντασίας και την ευρύτητα των αναζητήσεων του. Ο Μόραλης, που υπήρξε από τα ιδρυτικά μέλη της ομάδας "Αρμός", έκανε πολλές ατομικές και ομαδικές εκθέσεις τόσο στην Ελλάδα όσο και το εξωτερικό και τιμήθηκε με διάφορες διακρίσεις (το 1965 τού απονέμεται ο Ταξιάρχης του Φοίνικα, το 1979 το Αριστείο Τεχνών της Ακαδημίας Αθηνών, το 1999 το μετάλλιο του Ταξιάρχη της Τιμής, κ.ά.). Το 1988 η Εθνική Πινακοθήκη τιμώντας την πολύχρονη προσφορά του οργάνωσε μεγάλη αναδρομική έκθεση, παρουσιάζοντας το σύνολο του έργου του. Το 2006 πραγματοποίησε τη δέκατη και τελευταία ατομική του έκθεση στην Αθήνα, πάντα στη γκαλερί της Πέγκυς Ζουμπουλάκη, με την οποία είχε αρχίσει να συνεργάζεται το 1972. Έργα του βρίσκονται στην Εθνική Πινακοθήκη, σε άλλες δημόσιες πινακοθήκες και ιδρύματα καθώς και σε ιδιωτικές συλλογές στην Ελλάδα και στο εξωτερικό. Πέθανε στην Αθήνα, την Κυριακή 20 Δεκεμβρίου 2009, "πλήρης ημερών", σε ηλικία 93 ετών και κηδεύτηκε στο Α' Νεκροταφείο Αθηνών, σε στενό οικογενειακό κύκλο, σύμφωνα με την επιθυμία του. (Το βιογραφικό σημείωμα έχει βασιστεί στην πηγή: Χρύσανθος Χρήστου, "Μόραλης Γιάννης", Παγκόσμιο Βιογραφικό Λεξικό, Εκδοτική Αθηνών, 1991)
Άγγελος Δεληβορριάς

Ο Άγγελος Δεληβοριάς γεννήθηκε το 1937 στην Αθήνα, άρχισε τις σπουδές του το 1956 στο Πανεπιστήμιο της Θεσσαλονίκης και αποφοίτησε από το Πανεπιστήμιο των Αθηνών. Ξεκίνησε τις μεταπτυχιακές του σπουδές το 1946 στο Πανεπιστήμιο του Φράιμπουργκ/Μπραϊσγκάου και το 1965, έπειτα από επιτυχή διαγωνισμό, διορίστηκε στην Ελληνική Αρχαιολογική Υπηρεσία. Υπηρέτησε αρχικά στο Εθνικό Αρχαιολογικό Μουσείο της Αθήνας υπό την καθοδήγηση του Χρήστου και της Σέμνης Καρούζου και αργότερα ως επιμελητής στις Εφορείες Αρχαιοτήτων Αχαΐας και Αρκαδίας-Λακωνίας. Το 1969, με υποτροφία της Alexander von Humboldt Stiftung, άρχισε τη μελέτη της διδακτορικής του διατριβής στο Πανεπιστήμιο του Τύμπινγκεν, την οποία και ολοκλήρωσε το 1972. Κατά το διάστημα 1972-1973 συνέχισε τις σπουδές του στο Πανεπιστήμιο της Σορβόννης και στην Ecole Pratique des Hautes Etudes. Από το 1973 διευθύνει το Μουσείο Μπενάκη, τη ριζική ανάπλαση του οποίου ανέλαβε και ολοκλήρωσε τον Ιούνιο του 2000. Για την οργάνωση των νέων εκθεσιακών χώρων έτυχε διεθνούς αναγνωρίσεως και τιμήθηκε με το χρυσό μετάλλιο της Ακαδημίας Αθηνών. Το 1992 εξελέγη καθηγητής της Ιστορίας της Τέχνης στο Τμήμα Θεατρικών Σπουδών της Φιλοσοφικής Σχολής του Πανεπιστημίου Αθηνών. Άρθρα και εργασίες του έχουν δημοσιευθεί σε πολλές ελληνικές και διεθνείς εκδόσεις.
Φανή - Μαρία Τσιγκάκου

Η Φανή-Μαρία Τσιγκάκου είναι ιστορικός της Τέχνης. Ειδικός τομέας έρευνάς της είναι τα έργα ελληνικής θεματογραφίας των ξένων ζωγράφων-περιηγητών του 16ου έως και του 19ου αιώνα. Οι εργασίες της πάνω στο θέμα αυτό έχουν διακριθεί διεθνώς. Έχει δημοσιεύσει ένα πλήθος σχετικών μελετών, έχει οργανώσει πάνω από πενήντα εκθέσεις στην Ευρώπη και στις Ηνωμένες Πολιτείες και έχει δώσει μια σειρά διαλέξεις σε μουσεία και ιδρύματα στην Ευρώπη και στις Η.Π.Α. Το βιβλίο της "The Rediscovery of Greece", Thames & Hudson, 1981 (στα ελληνικά: "Ανακαλύπτοντας την Ελλάδα"), θεωρήθηκε η πρώτη εμπεριστατωμένη μελέτη γύρω από το θέμα των ζωγράφων-περιηγητών στην Ελλάδα και μεταφράστηκε σε πέντε γλώσσες. Εργάζεται στο Μουσείο Μπενάκη ως Επιμελήτρια του Τμήματος Ζωγραφικής, Χαρακτικών και Σχεδίων.
Διονύσης Δ. Φωτόπουλος

Ο διεθνούς φήμης έλληνας σκηνογράφος Διονύσης Φωτόπουλος, αδελφός του ζωγράφου και σκηνογράφου Βασίλη Φωτόπουλου, γεννήθηκε το 1943 στην Καλαμάτα. Σπούδασε στην Ανωτάτη Σχολή Καλών Τεχνών, με δάσκαλο τον Γιάννη Τσαρούχη, και συνδέθηκε φιλικά με τους Μόραλη, Εγγονόπουλο, Χατζηκυριάκο-Γκίκα, Έ. Λαμπέτη, Μ. Μερκούρη και Ο. Ελύτη. Έχοντας περισσότερες από 250 σκηνογραφίες στο ενεργητικό του, έχει συνεργαστεί με όλους, σχεδόν, τους σημαντικούς έλληνες θεατρικούς σκηνοθέτες στο Θέατρο Τέχνης, στο Εθνικό Θέατρο, στο Κ.Θ.Β.Ε., στο Φεστιβάλ Επιδαύρου, στο Μέγαρο Μουσικής, κ.ά., αλλά και με κορυφαίους ξένους σκηνοθέτες του θεάτρου και της όπερας (Πήτερ Χολ, Πέτερ Στάιν -"Ιούλιος Καίσαρ", "Καίσαρ και Κλεοπάτρα", "Άμλετ", "Πενθεσίλεια"-, κ.ά.). Ξεχωριστή περίπτωση στην τέχνη, γοητευτική φυσιογνωμία, πολυτάλαντος και πολυάσχολος καλλιτέχνης, μοναχικός αλλά και με τον τρόπο του κοινωνικός, εραστής του ωραίου και του "χειροποίητου", όπως συνηθίζει να λέει. Φανατικός της Επιδαύρου, ως κάτοικος και ως θεατής ανάλογα με την παράσταση, αλλά και του αθηναϊκού κέντρου (το σπίτι-εργαστήρι του βρίσκεται στο Λυκαβηττό). Το 2002 παρουσιάστηκε, στο πλαίσιο του Φεστιβάλ του Σπολέτο, μεγάλη αναδρομική έκθεση των θεατρικών του σκηνογραφιών, η οποία περιόδευσε, στη συνέχεια, στο Λονδίνο, το Βερολίνο, την Πράγα και τη Φλωρεντία. Η ίδια έκθεση φιλοξενήθηκε, στη συνέχεια, από τον Δεκέμβριο 2005 έως τον Μάρτιο του 2006, στη νέα πτέρυγα του Μουσείου Μπενάκη, επί της οδού Πειραιώς, στο πλαίσιο ενός μεγαλύτερου αφιερώματος -αναδρομής στο σύνολο του έργου του.
Επιμέλεια: · Φανή - Μαρία Τσιγκάκου
Φανή - Μαρία Τσιγκάκου

Η Φανή-Μαρία Τσιγκάκου είναι ιστορικός της Τέχνης. Ειδικός τομέας έρευνάς της είναι τα έργα ελληνικής θεματογραφίας των ξένων ζωγράφων-περιηγητών του 16ου έως και του 19ου αιώνα. Οι εργασίες της πάνω στο θέμα αυτό έχουν διακριθεί διεθνώς. Έχει δημοσιεύσει ένα πλήθος σχετικών μελετών, έχει οργανώσει πάνω από πενήντα εκθέσεις στην Ευρώπη και στις Ηνωμένες Πολιτείες και έχει δώσει μια σειρά διαλέξεις σε μουσεία και ιδρύματα στην Ευρώπη και στις Η.Π.Α. Το βιβλίο της "The Rediscovery of Greece", Thames & Hudson, 1981 (στα ελληνικά: "Ανακαλύπτοντας την Ελλάδα"), θεωρήθηκε η πρώτη εμπεριστατωμένη μελέτη γύρω από το θέμα των ζωγράφων-περιηγητών στην Ελλάδα και μεταφράστηκε σε πέντε γλώσσες. Εργάζεται στο Μουσείο Μπενάκη ως Επιμελήτρια του Τμήματος Ζωγραφικής, Χαρακτικών και Σχεδίων.
Ζωγραφική επιμέλεια: · Γιάννης Μόραλης
Γιάννης Μόραλης

Έλληνας ζωγράφος και χαράκτης (1916-2009), ένας αληθινός "ευπατρίδης της ζωγραφικής", μια από τις πιο σημαντικές φυσιογνωμίες της ελληνικής τέχνης του 20ου αιώνα και καθηγητής της Ανωτάτης Σχολής Καλών Τεχνών. Γεννήθηκε στην Άρτα τo 1916, αλλά από το 1922 ως το 1928 έζησε στην Πρέβεζα, όπου υπηρετούσε ως γυμνασιάρχης ο φιλόλογος πατέρας του. Το 1927 εγκαταστάθηκε μόνιμα με την οικογένειά του στην Αθήνα. Από το 1931 ως το 1936 σπούδασε στην Ανωτάτη Σχολή Καλών Τεχνών, ζωγραφική με τους Κωνσταντίνο Παρθένη, Ουμβέρτο Αργυρό και Δημήτριο Γερανιώτη και χαρακτική με τον Γιάννη Κεφαλληνό. Το 1937 με υποτροφία της Ακαδημίας Αθηνών πήγε στη Ρώμη -όπου για έξι μήνες παρακολούθησε μαθήματα τοιχογραφίας και μωσαϊκού- και ολοκλήρωσε τις σπουδές του στο Παρίσι με μαθήματα τοιχογραφίας στην Ecole des Arts et Metiers, ζωγραφικής στο εργαστήριο του Γκερέν στη Σχολή Καλών Τεχνών και μωσαϊκού με καθηγητή τον Μαν. Το 1939 με την κήρυξη του Β' Παγκόσμιου Πολέμου, ο Μόραλης επέστρεψε στην Αθήνα και το 1947 εκλέχτηκε τακτικός καθηγητής στην προπαρασκευαστική τάξη της ΑΣΚΤ και το 1953 τακτικός καθηγητής Εργαστηρίου Ζωγραφικής, θέση που διατήρησε ως το 1983. Εξέθεσε έργα του σε διάφορες ομαδικές και ατομικές εκθέσεις -στην Ελλάδα και στο εξωτερικό- και το 1958 αντιπροσώπευσε τη χώρα μαζί με τον Γ. Τσαρούχη και τον Αντ. Σώχο στη Μπιενάλε της Βενετίας. Καλλιτέχνης προικισμένος και προσωπικός δημιουργός, ο Μόραλης προσέφερε πολλά στην καλλιτεχνική δημιουργία του τόπου και της εποχής μας, καθώς δεν περιορίστηκε μόνο στις αναζητήσεις και στις κατακτήσεις του, τον πλούτο της εκφραστικής του γλώσσας και την ποιότητα των διατυπώσεων του αλλά κατόρθωσε να φτάσει σε μια προσωπική και γόνιμη σύνθεση τύπων της αρχαίας ελληνικής τέχνης και χαρακτηριστικών της νεότερης (κλασικής λιτότητας και αφαιρετικών τύπων), όπου συνδυάζεται η έμφαση στις πλαστικές αξίες με τη χρωματική ευγένεια και η μελετημένη απόδοση του χώρου με την περισσότερο ρυθμική οργάνωση του συνόλου. Κάτοχος τόσο των παραδοσιακών όσο και των σύγχρονων τεχνικών, ο Μόραλης, όχι μόνο στη ζωγραφική αλλά και στο κεραμικό, το μωσαϊκό και σε άλλα υλικά, έδωσε έργα που διακρίνονται για τη ρωμαλεότητα και την εσωτερική τους αλήθεια. Εξαίρετος δάσκαλος για περισσότερα από τριάντα χρόνια στην ΑΣΚΤ, έδωσε στους μαθητές του αφετηρίες και ενίσχυσε τις δυνατότητες τους, προετοιμάζοντας έτσι τους δημιουργούς της επόμενης γενιάς. Αφετηρίες της καλλιτεχνικής δημιουργίας του Μόραλη είναι η οπτική πραγματικότητα και καθοριστικό του θέμα η ανθρώπινη μορφή. Σε καμιά όμως περίπτωση δεν περιορίζεται στην εξωτερική ρεαλιστική περιγραφή αλλά, με την έμφαση στο ουσιαστικό και τη σχηματοποίηση, την πληρότητα του σχεδίου και την εσωτερικότητα του χρώματος, αποβλέπει πάντα να φτάσει στον καθοριστικό πυρήνα των θεμάτων του. Σε παλαιότερες προσπάθειές του, όπως στη γνωστή "Αυτοπροσωπογραφία" (1937), την "Αυτοπροσωπογραφία με το ζωγράφο Νικολάου" (1937), το "Ζωγράφο και τη γυναίκα του" (1942) -και τα τρία έργα στην κατοχή του καλλιτέχνη- αλλά και σε άλλες προσωπογραφίες γίνονται σαφή ορισμένα από τα χαρακτηριστικά της μορφοπλαστικής του γλώσσας: ο καλλιτέχνης χωρίς να θυσιάζει την οπτική πραγματικότητα χρησιμοποιεί ρεαλιστικό λεξιλόγιο για να δώσει και κάτι από το εσωτερικό περιεχόμενο των προσώπων που απεικονίζει. Αλλά και στα πρώιμα αυτά έργα διαπιστώνεται εύκολα μια κάποια τάση για σχηματοποίηση όπως και μια χρησιμοποίηση του χρώματος, σαν δυνατότητα υποβολής του χαρακτήρα των προσώπων. Σε μεταγενέστερα έργα του όπως η "Μαρία" (1950, Συλλογή Δ. Πιερίδη) ή η "Μορφή" (1952, στην κατοχή του καλλιτέχνη) γίνεται εντονότερη και σαφέστερη η μεταφορά του κέντρου του βάρους από το εξωτερικό στο εσωτερικό και από τη ρεαλιστική περιγραφή στην επιβολή των καθαρά πλαστικών αξιών. Ακολούθησαν οι σειρές "Συνθέσεις", "Επιτύμβια" και "Αθήνα" (σε διάφορες συλλογές) που έδωσαν τον τόνο σε όλη την περίοδο 1950-60. Στις προσπάθειες αυτές ο καλλιτέχνης προχωρεί σε νέες διατυπώσεις στις οποίες συνδυάζονται οι μορφές με το χώρο, τα βιόμορφα με τα αρχιτεκτονικά θέματα, τα ρεαλιστικά στοιχεία με τη σχηματοποίηση. Από τα έργα αυτής της περιόδου διαπιστώνει κανείς ένα έντονο ερωτικό στοιχείο στη ζωγραφική του Μόραλη, που επιβάλλεται όχι τόσο με τα εξωτερικά στοιχεία όσο με την όλη συμπλοκή των μορφών και την ένταξη τους στο χώρο. Τα επόμενα χρόνια ο Μόραλης προχώρησε μακρύτερα στην κατεύθυνση της επιβολής μιας καθαρά προσωπικής μορφοπλαστικής γλώσσας· στους πιο χαρακτηριστικούς του πίνακες η ανθρώπινη μορφή μεταβάλλεται σε ένα αυστηρό γεωμετρικό σύστημα, το χρώμα διακρίνεται για την καθαρότητα και τη δύναμη υποβολής του, το σύνολο επιβάλλεται με την εσωτερικότητα και την ποιητική πνοή του. Στη σειρά "Επιθαλάμια" (1969-70, στην κατοχή του καλλιτέχνη) καθώς και στους πίνακες "Νέα γυναίκα" (1971-72, Συλλογή Μ. Κιοσέογλου), "Κορίτσι που ζωγραφίζει" (1971, Συλλογή Μ. Κιοσέογλου), Αίγινα (1974, στην κατοχή του καλλιτέχνη) και σε πολλά άλλα, ο Μόραλης φτάνει στις καθοριστικές διατυπώσεις του. Προοδευτικά και βήμα-βήμα τονίζεται όλο και περισσότερο η σχηματοποίηση, ενισχύεται ο ρόλος του χρώματος, ολοκληρώνεται η ένταξη των μορφών στο χώρο. Η ανθρώπινη μορφή και ο φυσικός χώρος χρησιμοποιούνται σαν απλές αφετηρίες για να επιβληθεί το δομικό, να τονιστεί το ουσιαστικό και το εσωτερικό. Στα έργα της περιόδου αυτής, όπως και στα περισσότερα πρόσφατα των χρόνων 1975-85, κυριαρχεί η καθαρά ερωτική φωνή της ζωγραφικής του Μόραλη, μια φωνή που εισάγεται με τα μορφικά χαρακτηριστικά και ολοκληρώνεται με το χρώμα, μια φωνή που όμως δεν επιβάλλεται με τα εξωτερικά περιγραφικά στοιχεία αλλά με τον τρόπο με τον οποίο συνδυάζονται τα ενεργητικά με τα παθητικά θέματα, τα οξυγώνια με τα καμπυλόγραμμα σχήματα, τα θερμά με τα ψυχρά χρώματα, τα βιόμορφα με τα γεωμετρικά χαρακτηριστικά. Έτσι ο Μόραλης φτάνει σε διατυπώσεις που κυριολεκτικά συναιρούν σε μια νέα ενότητα παραδοσιακά στοιχεία και σύγχρονα χαρακτηριστικά, ανθρώπινη μορφή και κονστρουκτιβιστικό λεξιλόγιο, εσωτερικό και εξωτερικό. Ταυτόχρονα, όλο και σαφέστερα η ζωγραφική του διακρίνεται από μια εσωτερική μνημειακότητα των μορφών και μια εκφραστική αλήθεια που παρασύρουν το θεατή. Με τη λιτότητα και τη σαφήνεια της, τη μορφική πληρότητα και την εσωτερικότητα του χρώματος, την ποιότητα των διατυπώσεων και τον εκφραστικό της πλούτο, η ζωγραφική του Μόραλη μας δίνει μια από τις πιο ευτυχισμένες στιγμές της νεοελληνικής τέχνης. Ο Μόραλης ασχολήθηκε επίσης με την εικονογράφηση βιβλίων (Ελύτη, Σεφέρη κ.ά.) και τη σκηνογραφία (έκανε σκηνικά και κοστούμια για 21 παραστάσεις θεάτρου και χορού, για το Ελληνικό Χορόδραμα της Ραλλούς Μάνου, το Εθνικό Θέατρο και το Θέατρο Τέχνης) και σε συνεργασία με αρχιτέκτονες έδωσε έργα μνημειακών διαστάσεων (μπρούτζινα, γλυπτά, τοιχογραφίες, κεραμικά και χαρακτικά) για τη διακόσμηση κτιρίων -ξενοδοχεία, τράπεζες κ.ά.- τόσο στην Αθήνα (χαρακτική μαρμάρινη σύνθεση της Προμάχου Αθηνάς με τα σύμβολα της εξουσίας της, τη γλαύκα, το άρμα και το πλοίο, στους ΒΔ και ΝΑ εξωτερικούς τοίχους του ξενοδοχείου "Χίλτον", 1959-62, χρωματιστές τσιμεντένιες πλάκες στα στέγαστρα των νέων αποβάθρων στην Ακτή Καραϊσκάκη στον Πειραιά, 1962, τουριστικό περίπτερο ΕΟΤ "Διόνυσος" στου Φιλοπάππου) όσο και σε διάφορα επαρχιακά κέντρα (ξενοδοχεία Ρόδου, Φλώρινας, Θεσσαλονίκης, Δελφών κλπ.), έργα που αποδεικνύουν τον πλούτο της μορφοπλαστικής φαντασίας και την ευρύτητα των αναζητήσεων του. Ο Μόραλης, που υπήρξε από τα ιδρυτικά μέλη της ομάδας "Αρμός", έκανε πολλές ατομικές και ομαδικές εκθέσεις τόσο στην Ελλάδα όσο και το εξωτερικό και τιμήθηκε με διάφορες διακρίσεις (το 1965 τού απονέμεται ο Ταξιάρχης του Φοίνικα, το 1979 το Αριστείο Τεχνών της Ακαδημίας Αθηνών, το 1999 το μετάλλιο του Ταξιάρχη της Τιμής, κ.ά.). Το 1988 η Εθνική Πινακοθήκη τιμώντας την πολύχρονη προσφορά του οργάνωσε μεγάλη αναδρομική έκθεση, παρουσιάζοντας το σύνολο του έργου του. Το 2006 πραγματοποίησε τη δέκατη και τελευταία ατομική του έκθεση στην Αθήνα, πάντα στη γκαλερί της Πέγκυς Ζουμπουλάκη, με την οποία είχε αρχίσει να συνεργάζεται το 1972. Έργα του βρίσκονται στην Εθνική Πινακοθήκη, σε άλλες δημόσιες πινακοθήκες και ιδρύματα καθώς και σε ιδιωτικές συλλογές στην Ελλάδα και στο εξωτερικό. Πέθανε στην Αθήνα, την Κυριακή 20 Δεκεμβρίου 2009, "πλήρης ημερών", σε ηλικία 93 ετών και κηδεύτηκε στο Α' Νεκροταφείο Αθηνών, σε στενό οικογενειακό κύκλο, σύμφωνα με την επιθυμία του. (Το βιογραφικό σημείωμα έχει βασιστεί στην πηγή: Χρύσανθος Χρήστου, "Μόραλης Γιάννης", Παγκόσμιο Βιογραφικό Λεξικό, Εκδοτική Αθηνών, 1991)
Έκδοση: Οκτώβριος 2001 από "Μουσείο Μπενάκη"
Σελ.:333 (25χ25), Πανόδετο, ISBN: 960-8452-87-2
Θέμα: "Ζωγράφοι, Έλληνες" "Ζωγραφική - Συλλογές τέχνης " "Μουσεία - Εκθέσεις - Κατάλογοι"
- Περιγραφή
- Άλλοι τίτλοι από Διονύσης Δ. Φωτόπουλος
Διονύσης Δ. Φωτόπουλος
Fotópoulos, Dionýsis D.
Ο διεθνούς φήμης έλληνας σκηνογράφος Διονύσης Φωτόπουλος, αδελφός του ζωγράφου και σκηνογράφου Βασίλη Φωτόπουλου, γεννήθηκε το 1943 στην Καλαμάτα. Σπούδασε στην Ανωτάτη Σχολή Καλών Τεχνών, με δάσκαλο τον Γιάννη Τσαρούχη, και συνδέθηκε φιλικά με τους Μόραλη, Εγγονόπουλο, Χατζηκυριάκο-Γκίκα, Έ. Λαμπέτη, Μ. Μερκούρη και Ο. Ελύτη. Έχοντας περισσότερες από 250 σκηνογραφίες στο ενεργητικό του, έχει συνεργαστεί με όλους, σχεδόν, τους σημαντικούς έλληνες θεατρικούς σκηνοθέτες στο Θέατρο Τέχνης, στο Εθνικό Θέατρο, στο Κ.Θ.Β.Ε., στο Φεστιβάλ Επιδαύρου, στο Μέγαρο Μουσικής, κ.ά., αλλά και με κορυφαίους ξένους σκηνοθέτες του θεάτρου και της όπερας (Πήτερ Χολ, Πέτερ Στάιν -"Ιούλιος Καίσαρ", "Καίσαρ και Κλεοπάτρα", "Άμλετ", "Πενθεσίλεια"-, κ.ά.). Ξεχωριστή περίπτωση στην τέχνη, γοητευτική φυσιογνωμία, πολυτάλαντος και πολυάσχολος καλλιτέχνης, μοναχικός αλλά και με τον τρόπο του κοινωνικός, εραστής του ωραίου και του "χειροποίητου", όπως συνηθίζει να λέει. Φανατικός της Επιδαύρου, ως κάτοικος και ως θεατής ανάλογα με την παράσταση, αλλά και του αθηναϊκού κέντρου (το σπίτι-εργαστήρι του βρίσκεται στο Λυκαβηττό). Το 2002 παρουσιάστηκε, στο πλαίσιο του Φεστιβάλ του Σπολέτο, μεγάλη αναδρομική έκθεση των θεατρικών του σκηνογραφιών, η οποία περιόδευσε, στη συνέχεια, στο Λονδίνο, το Βερολίνο, την Πράγα και τη Φλωρεντία. Η ίδια έκθεση φιλοξενήθηκε, στη συνέχεια, από τον Δεκέμβριο 2005 έως τον Μάρτιο του 2006, στη νέα πτέρυγα του Μουσείου Μπενάκη, επί της οδού Πειραιώς, στο πλαίσιο ενός μεγαλύτερου αφιερώματος -αναδρομής στο σύνολο του έργου του.
[...] Το έργο και η σκέψη του Γιάννη Μόραλη που παρουσιάζεται στην έκθεση του Μουσείου Μπενάκη, διατρέχει και χρωματίζει την ελληνική δημιουργία στην ποίηση, τη μουσική, το θέατρο και το χορό. Η κορυφαία αυτή πνευματική σύμπραξη προσφέρει ένα μοναδικό παράδειγμα για τον τρόπο που η ζωγραφική εξερεύνησε το διάλογο με τις άλλες τέχνες, προσθέτοντας αλήθεια και αυθεντικότητα στην επαφή του κοινού με την παράδοση και τη συνείδηση της πολιτιστικής του ταυτότητας. Εξάλλου αυτό καθιστά την πρωτοβουλία του Μουσείου Μπενάκη ευρύτερη σε μέγεθος από ένα απλό πολιτιστικό γεγονός, προσφέροντας στους επισκέπτες της έκθεσης και στους αναγνώστες της έκδοσης ένα σπάνιο τεκμήριο για τη διαμόρφωση του ελληνικού πνευματικού τοπίου, που τροφοδοτεί τον πολιτισμό μας και την κοινωνία μας μέχρι σήμερα.[...]
Δέσποινα Γιαννούλη
Διευθύντρια Εταιρικών Υποθέσεων
Phillip Morris Hellas
(2013) Πρόσωπα, Πόλις
(2011) Διονύσης Φωτόπουλος: Σκηνικά κοστούμια 3, Μουσείο Μπενάκη
(2007) Βασίλης Φωτόπουλος, Μουσείο Μπενάκη
(2006) Οι Έλληνες του κόσμου, χρυσοί Ολυμπιονίκες, Κέντρο Γραμμάτων και Τεχνών "Άποψη"
(2004) Greeks Around The World, Κέντρο Γραμμάτων και Τεχνών "Άποψη"
(2003) Νίκος Παναγιωτόπουλος, Αιγόκερως
(1999) Το ένδυμα στην Αθήνα, Ελληνικό Λογοτεχνικό και Ιστορικό Αρχείο (Ε.Λ.Ι.Α.)
(1999) Το ένδυμα στην Αθήνα στο γύρισμα του 19ου αιώνα, Ελληνικό Λογοτεχνικό και Ιστορικό Αρχείο (Ε.Λ.Ι.Α.)
(1997) Αγαπητέ μου Γιάννη, Ίκαρος
(1997) Greece at the Benaki Museum, Μουσείο Μπενάκη
(1997) Η Ελλάδα του Μουσείου Μπενάκη, Μουσείο Μπενάκη
(1995) Διονύσης Φωτόπουλος: Σκηνικά κοστούμια 2, Εκδόσεις Καστανιώτη
(1994) Νίκος Χατζηκυριάκος - Γκίκας, Ίκαρος
(1991) Ghika, Αδάμ - Πέργαμος
(1990) Παραμύθια πέραν της όψεως, Εκδόσεις Καστανιώτη
(1989) Αποκαλύψεις, Αδάμ - Πέργαμος
(1987) Σκηνογραφία στο ελληνικό θέατρο, Εμπορική Τράπεζα της Ελλάδος
(1986) Ενδυματολογία στο ελληνικό θέατρο, Εμπορική Τράπεζα της Ελλάδος
(1980) Μάσκες θέατρο, Εκδόσεις Καστανιώτη
(1980) Μάσκες θεάτρου, Εκδόσεις Καστανιώτη