Εικαστικά
Λίζη Καλλιγά - Παράξενες ιστορίες από το Κινέζικο σπουδαστήριο
Λίζη Καλλιγά
50 Ζωγραφιές στο Βιβλιοπωλείο Λεμόνι
Παράξενες ιστορίες από το Κινέζικο σπουδαστήριο του Pu Songling
Εγκαίνια Παρασκευή 8 Ιουνίου στις 8 μμ
Διάρκεια έκθεσης έως 31 Ιουλίου 2018
Ο Που-Σονγκ-Λινγκ και οι Ιστορίες από το Σπουδαστήριό του -
Σύντομη ματιά σε ένα κλασικό κινέζικο λογοτεχνικό αριστούργημα.
Μετά από μια δύσκολη μέρα συσκέψεων με επάρχους, δικών στο δικαστήριο, επιθεωρήσεων σε καταγώγια ή ελέγχων της απόδοσης υφισταμένων, ο κινέζος αυτοκρατορικός αξιωματούχος κλεινόταν συνήθως στο μοναχικό του σπουδαστήριο. Εκεί μεταμορφωνόταν από αυστηρό κομφουκιανό λειτουργό, σε στοχαστή, ονειροπόλο ποιητή, αλλά και άνθρωπο των λεπτών απολαύσεων. Το μυαλό του γέμιζε τώρα δαίμονες και πειρασμούς, έτοιμους να τον οδηγήσουν σε περιπλανήσεις, σε έναν κόσμο που δεν είναι πάντα όπως φαίνεται, εκεί όπου το φυσικό συμπλέκεται με το υπερφυσικό, το οποίο ξεχωριστές συγκυρίες φέρνουν μπροστά μας. Αυτός ο κόσμος που βλέπουμε είναι στενά δεμένος με το όνειρο και τη φαντασία, είναι γεμάτος από παράξενα πράγματα που με ένα κάλεσμα θα μπορούσαν να φανερωθούν στη νυχτερινή ησυχία του σπουδαστηρίου. Μέσα σε ένα τέτοιο κλίμα, ο κινέζος υπηρέτης του κράτους, αλλά και των γραμμάτων, αφού τρίψει την πέτρα της μελάνης του και επιλέξει το πινέλο θα τα αποθανατίσει πάνω στο κατάλληλο χαρτί, με την ιδιαίτερη καλλιγραφία του.
Ο Που-Σονγκ- Λινγκ (1640 -1715) γόνος εύπορης οικογένειας εμπόρων του κινέζικου βορρά, έζησε στο μεταίχμιο δύο κραταιών δυναστειών, στη δύσκολη «Εποχή των Δεινών», όπως χαρακτηρίζει τα χρόνια της μετάβασης από τη Δυναστεία των Μινγκ (1368-1644) σε εκείνη των Τσινγκ (1644 -1912), βγάζοντας το ψωμί του ως δάσκαλος. Δεν έκανε τη ζωή τού διάσημου και ισχυρού ανώτερου αξιωματούχου με την προοπτική της οποίας φαίνεται να ξεκίνησε ως νέος. Σταμάτησε στη δεύτερη βαθμίδα, των διαβόητων για τη σκληρότητά τους Φιλολογικών Εξετάσεων και έκτοτε θα γίνει περιπλανώμενος εκπαιδευτής νεαρών υποψηφίων γι’ αυτές ακριβώς τις εξετάσεις. Έτσι αντί να χάνεται στις έγνοιες της απαιτητικής διοίκησης μπόρεσε να αφιερωθεί αποκλειστικά στη λογοτεχνία. Το κύριο έργο του «Παράξενες Ιστορίες από το Κινέζικο Σπουδαστήριο» είναι επικών διαστάσεων, χωρίς όμως τίποτα το πομπώδες. Ανάλαφρο και στοχαστικό, απολαυστικό και διεισδυτικό, με υπερφυσικά όντα, φαντάσματα που δεν τρομάζουν κανέναν, σε αντίθεση με το τρομώδες φανταστικό που κυριαρχεί στη Δύση εδώ και δύο αιώνες και καλά κρατεί ακόμη στο βιβλίο ή την οθόνη. Το Παράξενο στην Κίνα είναι διαφορετικό, σχεδόν φυσιολογικό, όπως φυσιολογική είναι η διάπλεξη τού Εδώ με τον Άλλο Κόσμο.
Παράξενες ιστορίες λοιπόν, που γεννιούνται στην απομόνωση του κινέζικου σπουδαστηρίου. Εντελώς φανταστικές, ή βασισμένες στην πραγματικότητα, κάποτε με ενδιάμεσο, υβριδικό, χαρακτήρα. Οι μεγαλύτερες έχουν σύνθετη πλοκή γεμάτη ανατροπές, κάποτε και χιούμορ. Παντού αφθονούν αναφορές σε πολεμικές τέχνες, μαγικά, μεταμορφώσεις, έρωτα, κοινωνικές συμβάσεις, χρήμα, δόξα, πάθη και απογοητεύσεις. Το είδος δεν είναι επινόηση της εποχής του συγγραφέα. Εμφανίζεται για πρώτη φορά επί δυναστείας Τανγκ, οκτώ ή εννέα αιώνες πριν από τον Που ΣονγκΛινγκ, για να παραμείνει έκτοτε εξαιρετικά δημοφιλές και να φτάσει στο απόγειό του με αυτόν τον ιδιοφυή παραμυθά, που όπως πολλοί μεγάλοι ομότεχνοί του δεν συνθέτει απλά παραμύθια, αλλά μέσω υπαινιγμών, μεταφορών, αλληγοριών και ρεαλιστικών περιγραφών σχολιάζει στάσεις και αντιλήψεις, καυτηριάζει και σατιρίσει καταστάσεις άλλοτε ακραίες, άλλοτε συνηθισμένες στην εποχή του. Μιαν εποχή άλλωστε γεμάτη σημάδια της αργόσυρτης παρακμής, η οποία καθήλωνε όλο και περισσότερο την αυτοκρατορία σε έναν καταστροφικό συντηρητισμό, που αργότερα θα εξελιχθεί σε μοιραίο.
Οι Παράξενες Ιστορίες εμφανίζουν τεράστιο θεματικό εύρος, μπορεί να είναι από πολύ μικρές -μια παράγραφος- έως πολυσέλιδες. Οι πηγές της έμπνευσης του δημιουργού τους είναι εξίσου ποικίλες: κουτσομπολιά του δρόμου που τα μάζευε συνήθως ο ίδιος στις περιπλανήσεις του, προφορικές παραδόσεις, παλιά κείμενα, ιδίως τα αποσπάσματα με εθνογραφικό χαρακτήρα, όλα σε συνθέσεις περίτεχνες. Ο Που Σονγκ Λινγκ είναι γνώστης της μεγάλης παράδοσης του «παράξενου» στη χώρα του, επίσης όμως προικισμένος με δημιουργική φαντασία, εμβριθής στοχαστής γύρω από τα κοινά, απόλυτα ικανός να τα αξιοποιεί όλα σε ένα σύνολο τόσο ετερογενές όσο και ενιαίο.
Και το κάνει αρχίζοντας με την επιλογή των κύριων ηρώων του. Αυτοί είναι συχνά νεαροί άντρες, ή ώριμοι λόγιοι και αξιωματούχοι, εμπλεκόμενοι σε σχέσεις με γοητευτικές κοπέλες, ευχάριστες και παιχνιδιάρες, που ίσως κάποιες θα αποδειχτούν φαντάσματα. Άλλοτε πάλι είναι μοναχοί, ταοϊστές και βουδιστές που κατά την εξέλιξη της πλοκής εισχωρούν στον κόσμου του υπερφυσικού, κάθε φορά στο κλίμα της αντίστοιχης κοσμοθεώρησής τους. Δεν λείπουν και πλάσματα γκροτέσκα: νάνοι, παραμορφωμένοι παρίες, ή ζώα που συμπεριφέρονται περίεργα, αποκαλύπτοντας ότι πρόκειται για νοήμονα όντα, χωρίς να καταφεύγει σε αισώπεια τεχνάσματα: τα ζώα δεν μιλούν αλλά δρουν σιωπηλά, κατά τη φύση τους, ωστόσο σαν να έχουν κατανοήσει πολύ περισσότερα από όσα είμαστε διατεθειμένοι να αποδεχτούμε. Η Φύση στην Ανατολική Ασία τείνει να είναι πιο συνεχής χωρίς τις διχοτομίες της Δύσης ανάμεσα σε έναν άνθρωπο προνομιούχο και κυρίαρχο, ξεχωριστό δημιούργημα του θεού κατ’ εικόνα του, σε απόλυτο χάσμα με όλα τα υπόλοιπα. Όσο για τα υπερφυσικά όντα -τα φαντάσματα ή τα πνεύματα- αυτά κινούνται ανεμπόδιστα διαμέσου αόρατων πυλών που οριοθετούν το Εδώ και το Επέκτεινα. Είναι συχνά οντότητες χαρισματικές και αξιόπιστες, πιο πολύ από τους περισσότερους αδύναμους και άβουλους ανθρώπους, τους τόσο εύκολα χειραγωγήσιμους μέσα σε μια κοινωνία που τα ελαττώματά της γίνονταν όλο και περισσότερο εμφανή στον συγγραφέα.
Ο ερωτισμός στον Που-Σονγκ-Λινγκ είναι διάχυτος, όπως θα ήταν αναμενόμενο στο πλαίσιο των κινέζικων παραδόσεων, ωστόσο οι αναγνώστες των Παράξενων Ιστοριών δεν θα βρουν μακροσκελείς περιγραφές ερωτικών συνευρέσεων, όπως σε πληθώρα κείμενων της εποχής. Δεν πρόκειται για κάποιο είδος πουριτανισμού. Εδώ η σεξουαλικότητα δίνεται ως στοιχείο της καθημερινής ζωής. Ιδιαίτερη μνεία στο πλαίσιο της σχέσης των φύλων και του ερωτισμού στο έργο του Που-Σονγκ-Λινγκ πρέπει να γίνει στην αλεπού, θηλαστικό γήινο, πολύ κοντά στον άνθρωπο, αν και ουδέποτε εξημερωμένο, ένα πλάσμα του μεταίχμιου ανάμεσα στον κόσμο της αγριότητας και στον δικό μας. Η αλεπού στην Κίνα είναι όμως και κάτι περισσότερο. Συχνά στις ιστορίες πάθους, σε όλες τις εποχές του κλασσικού κινέζικου πολιτισμού, (κυρίως όμως από τον 8ο αιώνα κυρίως και μετά), εμφανίζονται θηλυκές αλεπούδες. Καλλονές που κάποιος ερωτεύεται κεραυνοβόλα αποδεικνύεται ότι δεν είναι παρά πνεύματα- αλεπούδες επί τούτου μεταμορφωμένα για το κυνήγι τού ανυποψίαστου αρσενικού. Το θύμα μπορεί να είναι κατά περίπτωση ένας άβγαλτος σπουδαστής θολωμένος από την πίεση και τη στέρηση που του επιβάλει το απάνθρωπο σύστημα των Φιλολογικών Εξετάσεων, κάποιος ισχυρός αξιωματούχος, ο καπάτσος έμπορος, ο τοπικός άρχοντας, ή ακόμη και ένας βασιλιάς. Τα όντα αυτά εμπλέκονται με το θύμα τους σε έναν βουβό αγώνα εξουσίας, σαν να αμφισβητούν την αντρική πρωτοκαθεδρία που καταστατικά επιβάλλει ο κομφουκιανισμός. Αυτή όμως η υπεροχή μοιάζει κάποτε να απειλείται. Σκοντάφτει στη λαγνεία και στα βιολογικά όρια της σεξουαλικής επίδοσης, λογω της κατάχρησης ή της ηλικίας, κάτι που ο ταοϊσμός προσπαθεί να εξορκίσει μέσω ελιξιρίων και ο βουδισμός να διαγράψει εντελώς με την άρνηση της σημασίας -ή ακόμα και της ιδιας της ύπαρξης- αυτού του γεμάτου ψευδαισθήσεις κόσμου.
Στην εσαεί αγωνιώδη προσπάθεια του αντρικού φύλου να ικανοποιεί τις ερωτικές του συντρόφους, με όσο λιγότερο ξόδεμα της ζωτικής του ορμής μέσω τεχνικών συγκράτησης του σπέρματος, που υποτίθεται ότι οδηγεί στην μακροζωία, η γυναίκα-αλεπού προσωποποιεί τον κίνδυνο του ανεξέλεγκτου, της υπερβολής. Στη μυθοπλασία εμφανίζεται ως ανταγωνίστρια που απορροφά τα ζωτικά υγρά, μερικές φορές με σκοπό την επίτευξη της δικής της αθανασίας. Η αναμέτρηση ίσως τελικά καταλήξει σε εξάντληση του άντρα, ακόμη και στον θάνατο. Οι θηλυκές αλεπούδες πιστεύεται ότι ζουν κοντά σε τάφους νεαρών κοριτσιών και κατά καιρούς μπαίνουν στο νεκρό σώμα αναζωογονώντας το, ώστε εν συνεχεία να παίξουν τα παιγνίδια τους. Βέβαια αυτό δεν συμβαίνει πάντα, σε αρκετές μάλιστα ιστορίες του Που Σονγκ Λινγκ η συνεύρεση με αυτά τα επικίνδυνα όντα καταλήγει σε όφελος του άντρα. Τελικά ο συγγραφέας μοιάζει να στοχάζεται πάνω στην κάπως φοβική και αντιφατική στάση των κινέζων (της τάξης του πάντα) για τη θηλυκή δύναμη, το γιν, προσωποποιημένη στο «αλεπουδο-πνεύμα», που εμπνέει αλλά και ανησυχεί. Το πλέγμα αυτών των αντιλήψεων ίσως γέννησε μερικά θεμελιώδη χαρακτηριστικά των κινέζικων παραδοσιακών ηθών, όπως τη θηλυκτονία, το δέσιμο των ποδιών και τη θεσμοθετημένη πορνεία, όσο και αν σήμερα τα βλέπουμε μέσα από τις διαθλάσεις του πολιτισμού μας και των τάσεων της σύγχρονης εποχής.
Όσο ζούσε ο Που-Σονγκ-Λινγκ το έργο κυκλοφορούσε σε χειρόγραφα, γνωστά μόνο σε λίγους. Το 1766 εκδίδεται κανονικά, τυπωμένο (με την μέθοδο των ολόσωμων πλακών), και έκτοτε θα ασκεί τεραστία έλξη στους καλλιεργημένους ασιάτες, μέσα και έξω από την Κίνα. Τον 19ο αιώνα βρίσκεται στη λίστα των πέντε κορυφαίων της κλασσικής κινέζικης μυθοπλασίας και οι νέες εκδόσεις πληθαίνουν πλαισιωμένες με εικόνες σχεδόν ισάριθμες με τις ίδιες τις ιστορίες. Η πλέον διάσημη εικονογράφηση, χαρακτηριστική της ύστερης αυτοκρατορικής τεχνοτροπίας, εμφανίστηκε στην έκδοση της Σαγκάης του 1886 και συνόδευαν εκτοτε πολλές επόμενες εκδόσεις και μεταφράσεις του έργου. Οι εικόνες αυτές (από τις οποίες έχουν προκύψει οι έγχρωμες εκδοχές της εικαστικού κας Λ. Καλλιγά) βοηθούν την κατανόηση των καθώς δίνουν ιδιαίτερη προσοχή στις λεπτομέρειες των επίπλων, της διακόσμησης, των ρούχων και της αρχιτεκτονικής κτηρίων και κήπων.
Οι Παράξενες Ιστορίες είναι βιβλίο αρκετά γνωστό στη Δύση. Έχει μεταφραστεί στις μεγάλες ευρωπαϊκές γλώσσες, αλλά και σε αρκετές μικρότερες (όπως τσέχικα, ολλανδικά, κλπ) ως σύνολο ή μέρος του. Είναι από τα πλέον προσφερόμενα και συναρπαστικά έργα για να αποκτήσει ο Δυτικός μια γεύση του κλασσικού κινέζικου πολιτισμού μέσα από ένα έργο μυθοπλασίας (και όχι ιστορική πραγματεία), χάρις στη θεματική του ποικιλία, που δεν κουράζει όσο ίσως η ανάγνωση των άλλων μεγάλων αριστουργημάτων που αποτελούν εκτενείς τοιχογραφίες εποχών και καταστάσεων, συνήθως πάνω από 1000 σελίδες το καθένα. Με την ευκαιρία τα αναφέρουμε εδώ εν τάχει για όσους θα ήθελαν να μάθουν περισσότερα από το Διαδίκτυο ή άλλη πηγή: «Το Όνειρο της Κόκκινης Κάμαρας» (φαίνεται ότι σύντομα θα το έχουμε και ελληνικά). Το «Ταξίδι στη Δύση». «Η Άκρη του Νερού». «Ο Λευκός Λωτός». «Το Μυθιστόρημα των Τριών Βασιλείων». Η πρώτη προσπάθεια παρουσίασης του Που Σονγκ Λινγκ στο ελληνικό κοινό έχει ήδη γίνει και ίσως θα έπρεπε να συμπληρωθεί με μια επομένη, πιο εκτεταμένη, επιλογή από την τεράστια δεξαμενή των ιστοριών του και πάντα συνοδευόμενη από τις κατατοπιστικές λιθογραφίες.
Αθήνα Μάιος 2018 - Μαρίνος Βλέσσας
Ο Που-Σονγκ- Λινγκ (1640 -1715) γόνος εύπορης οικογένειας εμπόρων του κινέζικου βορρά, έζησε στο μεταίχμιο δύο κραταιών δυναστειών, στη δύσκολη «Εποχή των Δεινών», όπως χαρακτηρίζει τα χρόνια της μετάβασης από τη Δυναστεία των Μινγκ (1368-1644) σε εκείνη των Τσινγκ (1644 -1912), βγάζοντας το ψωμί του ως δάσκαλος. Δεν έκανε τη ζωή τού διάσημου και ισχυρού ανώτερου αξιωματούχου με την προοπτική της οποίας φαίνεται να ξεκίνησε ως νέος. Σταμάτησε στη δεύτερη βαθμίδα, των διαβόητων για τη σκληρότητά τους Φιλολογικών Εξετάσεων και έκτοτε θα γίνει περιπλανώμενος εκπαιδευτής νεαρών υποψηφίων γι’ αυτές ακριβώς τις εξετάσεις. Έτσι αντί να χάνεται στις έγνοιες της απαιτητικής διοίκησης μπόρεσε να αφιερωθεί αποκλειστικά στη λογοτεχνία. Το κύριο έργο του «Παράξενες Ιστορίες από το Κινέζικο Σπουδαστήριο» είναι επικών διαστάσεων, χωρίς όμως τίποτα το πομπώδες. Ανάλαφρο και στοχαστικό, απολαυστικό και διεισδυτικό, με υπερφυσικά όντα, φαντάσματα που δεν τρομάζουν κανέναν, σε αντίθεση με το τρομώδες φανταστικό που κυριαρχεί στη Δύση εδώ και δύο αιώνες και καλά κρατεί ακόμη στο βιβλίο ή την οθόνη. Το Παράξενο στην Κίνα είναι διαφορετικό, σχεδόν φυσιολογικό, όπως φυσιολογική είναι η διάπλεξη τού Εδώ με τον Άλλο Κόσμο.
Παράξενες ιστορίες λοιπόν, που γεννιούνται στην απομόνωση του κινέζικου σπουδαστηρίου. Εντελώς φανταστικές, ή βασισμένες στην πραγματικότητα, κάποτε με ενδιάμεσο, υβριδικό, χαρακτήρα. Οι μεγαλύτερες έχουν σύνθετη πλοκή γεμάτη ανατροπές, κάποτε και χιούμορ. Παντού αφθονούν αναφορές σε πολεμικές τέχνες, μαγικά, μεταμορφώσεις, έρωτα, κοινωνικές συμβάσεις, χρήμα, δόξα, πάθη και απογοητεύσεις. Το είδος δεν είναι επινόηση της εποχής του συγγραφέα. Εμφανίζεται για πρώτη φορά επί δυναστείας Τανγκ, οκτώ ή εννέα αιώνες πριν από τον Που ΣονγκΛινγκ, για να παραμείνει έκτοτε εξαιρετικά δημοφιλές και να φτάσει στο απόγειό του με αυτόν τον ιδιοφυή παραμυθά, που όπως πολλοί μεγάλοι ομότεχνοί του δεν συνθέτει απλά παραμύθια, αλλά μέσω υπαινιγμών, μεταφορών, αλληγοριών και ρεαλιστικών περιγραφών σχολιάζει στάσεις και αντιλήψεις, καυτηριάζει και σατιρίσει καταστάσεις άλλοτε ακραίες, άλλοτε συνηθισμένες στην εποχή του. Μιαν εποχή άλλωστε γεμάτη σημάδια της αργόσυρτης παρακμής, η οποία καθήλωνε όλο και περισσότερο την αυτοκρατορία σε έναν καταστροφικό συντηρητισμό, που αργότερα θα εξελιχθεί σε μοιραίο.
Οι Παράξενες Ιστορίες εμφανίζουν τεράστιο θεματικό εύρος, μπορεί να είναι από πολύ μικρές -μια παράγραφος- έως πολυσέλιδες. Οι πηγές της έμπνευσης του δημιουργού τους είναι εξίσου ποικίλες: κουτσομπολιά του δρόμου που τα μάζευε συνήθως ο ίδιος στις περιπλανήσεις του, προφορικές παραδόσεις, παλιά κείμενα, ιδίως τα αποσπάσματα με εθνογραφικό χαρακτήρα, όλα σε συνθέσεις περίτεχνες. Ο Που Σονγκ Λινγκ είναι γνώστης της μεγάλης παράδοσης του «παράξενου» στη χώρα του, επίσης όμως προικισμένος με δημιουργική φαντασία, εμβριθής στοχαστής γύρω από τα κοινά, απόλυτα ικανός να τα αξιοποιεί όλα σε ένα σύνολο τόσο ετερογενές όσο και ενιαίο.
Και το κάνει αρχίζοντας με την επιλογή των κύριων ηρώων του. Αυτοί είναι συχνά νεαροί άντρες, ή ώριμοι λόγιοι και αξιωματούχοι, εμπλεκόμενοι σε σχέσεις με γοητευτικές κοπέλες, ευχάριστες και παιχνιδιάρες, που ίσως κάποιες θα αποδειχτούν φαντάσματα. Άλλοτε πάλι είναι μοναχοί, ταοϊστές και βουδιστές που κατά την εξέλιξη της πλοκής εισχωρούν στον κόσμου του υπερφυσικού, κάθε φορά στο κλίμα της αντίστοιχης κοσμοθεώρησής τους. Δεν λείπουν και πλάσματα γκροτέσκα: νάνοι, παραμορφωμένοι παρίες, ή ζώα που συμπεριφέρονται περίεργα, αποκαλύπτοντας ότι πρόκειται για νοήμονα όντα, χωρίς να καταφεύγει σε αισώπεια τεχνάσματα: τα ζώα δεν μιλούν αλλά δρουν σιωπηλά, κατά τη φύση τους, ωστόσο σαν να έχουν κατανοήσει πολύ περισσότερα από όσα είμαστε διατεθειμένοι να αποδεχτούμε. Η Φύση στην Ανατολική Ασία τείνει να είναι πιο συνεχής χωρίς τις διχοτομίες της Δύσης ανάμεσα σε έναν άνθρωπο προνομιούχο και κυρίαρχο, ξεχωριστό δημιούργημα του θεού κατ’ εικόνα του, σε απόλυτο χάσμα με όλα τα υπόλοιπα. Όσο για τα υπερφυσικά όντα -τα φαντάσματα ή τα πνεύματα- αυτά κινούνται ανεμπόδιστα διαμέσου αόρατων πυλών που οριοθετούν το Εδώ και το Επέκτεινα. Είναι συχνά οντότητες χαρισματικές και αξιόπιστες, πιο πολύ από τους περισσότερους αδύναμους και άβουλους ανθρώπους, τους τόσο εύκολα χειραγωγήσιμους μέσα σε μια κοινωνία που τα ελαττώματά της γίνονταν όλο και περισσότερο εμφανή στον συγγραφέα.
Ο ερωτισμός στον Που-Σονγκ-Λινγκ είναι διάχυτος, όπως θα ήταν αναμενόμενο στο πλαίσιο των κινέζικων παραδόσεων, ωστόσο οι αναγνώστες των Παράξενων Ιστοριών δεν θα βρουν μακροσκελείς περιγραφές ερωτικών συνευρέσεων, όπως σε πληθώρα κείμενων της εποχής. Δεν πρόκειται για κάποιο είδος πουριτανισμού. Εδώ η σεξουαλικότητα δίνεται ως στοιχείο της καθημερινής ζωής. Ιδιαίτερη μνεία στο πλαίσιο της σχέσης των φύλων και του ερωτισμού στο έργο του Που-Σονγκ-Λινγκ πρέπει να γίνει στην αλεπού, θηλαστικό γήινο, πολύ κοντά στον άνθρωπο, αν και ουδέποτε εξημερωμένο, ένα πλάσμα του μεταίχμιου ανάμεσα στον κόσμο της αγριότητας και στον δικό μας. Η αλεπού στην Κίνα είναι όμως και κάτι περισσότερο. Συχνά στις ιστορίες πάθους, σε όλες τις εποχές του κλασσικού κινέζικου πολιτισμού, (κυρίως όμως από τον 8ο αιώνα κυρίως και μετά), εμφανίζονται θηλυκές αλεπούδες. Καλλονές που κάποιος ερωτεύεται κεραυνοβόλα αποδεικνύεται ότι δεν είναι παρά πνεύματα- αλεπούδες επί τούτου μεταμορφωμένα για το κυνήγι τού ανυποψίαστου αρσενικού. Το θύμα μπορεί να είναι κατά περίπτωση ένας άβγαλτος σπουδαστής θολωμένος από την πίεση και τη στέρηση που του επιβάλει το απάνθρωπο σύστημα των Φιλολογικών Εξετάσεων, κάποιος ισχυρός αξιωματούχος, ο καπάτσος έμπορος, ο τοπικός άρχοντας, ή ακόμη και ένας βασιλιάς. Τα όντα αυτά εμπλέκονται με το θύμα τους σε έναν βουβό αγώνα εξουσίας, σαν να αμφισβητούν την αντρική πρωτοκαθεδρία που καταστατικά επιβάλλει ο κομφουκιανισμός. Αυτή όμως η υπεροχή μοιάζει κάποτε να απειλείται. Σκοντάφτει στη λαγνεία και στα βιολογικά όρια της σεξουαλικής επίδοσης, λογω της κατάχρησης ή της ηλικίας, κάτι που ο ταοϊσμός προσπαθεί να εξορκίσει μέσω ελιξιρίων και ο βουδισμός να διαγράψει εντελώς με την άρνηση της σημασίας -ή ακόμα και της ιδιας της ύπαρξης- αυτού του γεμάτου ψευδαισθήσεις κόσμου.
Στην εσαεί αγωνιώδη προσπάθεια του αντρικού φύλου να ικανοποιεί τις ερωτικές του συντρόφους, με όσο λιγότερο ξόδεμα της ζωτικής του ορμής μέσω τεχνικών συγκράτησης του σπέρματος, που υποτίθεται ότι οδηγεί στην μακροζωία, η γυναίκα-αλεπού προσωποποιεί τον κίνδυνο του ανεξέλεγκτου, της υπερβολής. Στη μυθοπλασία εμφανίζεται ως ανταγωνίστρια που απορροφά τα ζωτικά υγρά, μερικές φορές με σκοπό την επίτευξη της δικής της αθανασίας. Η αναμέτρηση ίσως τελικά καταλήξει σε εξάντληση του άντρα, ακόμη και στον θάνατο. Οι θηλυκές αλεπούδες πιστεύεται ότι ζουν κοντά σε τάφους νεαρών κοριτσιών και κατά καιρούς μπαίνουν στο νεκρό σώμα αναζωογονώντας το, ώστε εν συνεχεία να παίξουν τα παιγνίδια τους. Βέβαια αυτό δεν συμβαίνει πάντα, σε αρκετές μάλιστα ιστορίες του Που Σονγκ Λινγκ η συνεύρεση με αυτά τα επικίνδυνα όντα καταλήγει σε όφελος του άντρα. Τελικά ο συγγραφέας μοιάζει να στοχάζεται πάνω στην κάπως φοβική και αντιφατική στάση των κινέζων (της τάξης του πάντα) για τη θηλυκή δύναμη, το γιν, προσωποποιημένη στο «αλεπουδο-πνεύμα», που εμπνέει αλλά και ανησυχεί. Το πλέγμα αυτών των αντιλήψεων ίσως γέννησε μερικά θεμελιώδη χαρακτηριστικά των κινέζικων παραδοσιακών ηθών, όπως τη θηλυκτονία, το δέσιμο των ποδιών και τη θεσμοθετημένη πορνεία, όσο και αν σήμερα τα βλέπουμε μέσα από τις διαθλάσεις του πολιτισμού μας και των τάσεων της σύγχρονης εποχής.
Όσο ζούσε ο Που-Σονγκ-Λινγκ το έργο κυκλοφορούσε σε χειρόγραφα, γνωστά μόνο σε λίγους. Το 1766 εκδίδεται κανονικά, τυπωμένο (με την μέθοδο των ολόσωμων πλακών), και έκτοτε θα ασκεί τεραστία έλξη στους καλλιεργημένους ασιάτες, μέσα και έξω από την Κίνα. Τον 19ο αιώνα βρίσκεται στη λίστα των πέντε κορυφαίων της κλασσικής κινέζικης μυθοπλασίας και οι νέες εκδόσεις πληθαίνουν πλαισιωμένες με εικόνες σχεδόν ισάριθμες με τις ίδιες τις ιστορίες. Η πλέον διάσημη εικονογράφηση, χαρακτηριστική της ύστερης αυτοκρατορικής τεχνοτροπίας, εμφανίστηκε στην έκδοση της Σαγκάης του 1886 και συνόδευαν εκτοτε πολλές επόμενες εκδόσεις και μεταφράσεις του έργου. Οι εικόνες αυτές (από τις οποίες έχουν προκύψει οι έγχρωμες εκδοχές της εικαστικού κας Λ. Καλλιγά) βοηθούν την κατανόηση των καθώς δίνουν ιδιαίτερη προσοχή στις λεπτομέρειες των επίπλων, της διακόσμησης, των ρούχων και της αρχιτεκτονικής κτηρίων και κήπων.
Οι Παράξενες Ιστορίες είναι βιβλίο αρκετά γνωστό στη Δύση. Έχει μεταφραστεί στις μεγάλες ευρωπαϊκές γλώσσες, αλλά και σε αρκετές μικρότερες (όπως τσέχικα, ολλανδικά, κλπ) ως σύνολο ή μέρος του. Είναι από τα πλέον προσφερόμενα και συναρπαστικά έργα για να αποκτήσει ο Δυτικός μια γεύση του κλασσικού κινέζικου πολιτισμού μέσα από ένα έργο μυθοπλασίας (και όχι ιστορική πραγματεία), χάρις στη θεματική του ποικιλία, που δεν κουράζει όσο ίσως η ανάγνωση των άλλων μεγάλων αριστουργημάτων που αποτελούν εκτενείς τοιχογραφίες εποχών και καταστάσεων, συνήθως πάνω από 1000 σελίδες το καθένα. Με την ευκαιρία τα αναφέρουμε εδώ εν τάχει για όσους θα ήθελαν να μάθουν περισσότερα από το Διαδίκτυο ή άλλη πηγή: «Το Όνειρο της Κόκκινης Κάμαρας» (φαίνεται ότι σύντομα θα το έχουμε και ελληνικά). Το «Ταξίδι στη Δύση». «Η Άκρη του Νερού». «Ο Λευκός Λωτός». «Το Μυθιστόρημα των Τριών Βασιλείων». Η πρώτη προσπάθεια παρουσίασης του Που Σονγκ Λινγκ στο ελληνικό κοινό έχει ήδη γίνει και ίσως θα έπρεπε να συμπληρωθεί με μια επομένη, πιο εκτεταμένη, επιλογή από την τεράστια δεξαμενή των ιστοριών του και πάντα συνοδευόμενη από τις κατατοπιστικές λιθογραφίες.
Αθήνα Μάιος 2018 - Μαρίνος Βλέσσας