Εξαντλημένο και χωρίς δυνατότητα παραγγελίας στον εκδότη
Τιμή Λεμόνι: 35,50 €
Ελληνική ζωγραφική του 20ού αιώνα από τη συλλογή του Κώστα Ιωαννίδη
Το οδοιπορικό ενός συλλέκτη
Συγγραφή: · Όλγα Μεντζαφού - Πολύζου
Όλγα Μεντζαφού - Πολύζου
Η Όλγα Μεντζαφού - Πολύζου γεννήθηκε στο Βόλο το 1948. Αποφοίτησε από το ιστορικό - αρχαιολογικό τμήμα της φιλοσοφικής σχολής του Πανεπιστημίου Αθηνών και το 1999 αναγορεύθηκε διδάκτωρ της ιστορίας της τέχνης στο τμήμα ιστορίας και αρχαιολογίας του Πανεπιστημίου Θεσσαλονίκης. Από το 1976 εργάζεται ως επιμελήτρια στην Εθνική Πινακοθήκη και από το 1989 είναι επιστημονική σύμβουλος της Πινακοθήκης Ευάγγελου Αβέρωφ στο Μέτσοβο. Από τον Ιανουάριο του 2007 είναι διευθύντρια συλλογών και μουσειολογικού προγραμματισμού της Εθνικής Πινακοθήκης. Έχει ασχοληθεί με τη διοργάνωση εκθέσεων τόσο στην Εθνική Πινακοθήκη και στην Πινακοθήκη Ε. Αβέρωφ, όσο και σε άλλα ιδρύματα και πολιτιστικούς φορείς (Μακεδόνικο Κέντρο Σύγχρονης Τέχνης, Δημοτική Πινακοθήκη Θεσσαλονίκης, Βαφοπούλειο Ίδρυμα, Ίδρυμα Βασίλη και Ελίζας Γουλανδρή, Δημοτική Πινακοθήκη Λάρισας - Μουσείο Γ. Κατσίγρα, Δημοτική Πινακοθήκη Πάτρας, Δημοτική Πινακοθήκη Καρδίτσας, Κουμαντάρειος Πινακοθήκη Σπάρτης, Πνευματικό Κέντρο Δήμου Ιωαννίνων κ.ά.). Το 2000 της ανατέθηκε η οργάνωση της επανέκθεσης των συλλογών της Πινακοθήκης και η επιστημονική και εκδοτική επιμέλεια του τόμου που τη συνόδευε, "Εθνική Πινακοθήκη, 100 χρόνια". Το 2001 συμμετείχε στη διοργάνωση της έκθεσης «Μνήμες από την αρχαία Ελλάδα στη σύγχρονη τέχνη», που έγινε στο Ίδρυμα Ωνάση στη Νέα Υόρκη, και το 2003 ανέλαβε την οργάνωση του Παραρτήματος της Εθνικής Πινακοθήκης στο Ναύπλιο. Στο πλαίσιο της ευρύτερης μουσειολογικής της δραστηριότητας έχει ασχοληθεί με την ηλεκτρονική καταγραφή έργων τέχνης, και σήμερα είναι υπεύθυνη της βιβλιοθήκης και των αρχείων της Εθνικής Πινακοθήκης με κύριο στόχο τον εκσυγχρονισμό τους με ηλεκτρονική καταγραφή και ψηφιοποίηση. Έχει συγγράψει τα βιβλία: "Πινακοθήκη Αβέρωφ - Νέα αποκτήματα" (1994), "Περικλής Πανταζής 1949-1884" (σε συνεργασία, 1994), "Περικλής Πανταζής 1949-1884: Ένας Έλληνας ζωγράφος στο Βέλγιο" (1996), "Γεώργιος Ιακωβίδης" (διδακτορική διατριβή, 1999), "Δάβης" (2002) και τον κατάλογο του Παραρτήματος του Ναυπλίου. Είχε τη γενική επιμέλεια και συμμετοχή στη συγγραφή του βιβλίου "Συλλογές Ευάγγελου Αβέρωφ - Ταξιδεύοντας στο χρόνο" (2000) και την επιστημονική και εκδοτική επιμέλεια, μεταξύ άλλων, των βιβλίων: "Γιάννης Μόραλης", "Τάσος", "Σχέδια Γιαννούλη Χαλεπά", "Χρίστος Δαγκλής", "Περικλής Βυζάντιος, Ζωγραφική 1930-1940", "Εξπρεσιονιστές - Συλλογή Μπουχάιμ", "Άλεξ Μυλωνά", "Γιώργος Βακιρτζής: Ζωγραφική - Γιγαντοαφίσες", "Πινακοθήκη Αβέρωφ". Έχει δημοσιεύσει άρθρα επάνω σε θέματα ιστορίας της τέχνης και έχει συμμετάσχει σε πολλές ημερίδες και συνέδρια.
Επιμέλεια: · Όλγα Μεντζαφού - Πολύζου
Όλγα Μεντζαφού - Πολύζου
Η Όλγα Μεντζαφού - Πολύζου γεννήθηκε στο Βόλο το 1948. Αποφοίτησε από το ιστορικό - αρχαιολογικό τμήμα της φιλοσοφικής σχολής του Πανεπιστημίου Αθηνών και το 1999 αναγορεύθηκε διδάκτωρ της ιστορίας της τέχνης στο τμήμα ιστορίας και αρχαιολογίας του Πανεπιστημίου Θεσσαλονίκης. Από το 1976 εργάζεται ως επιμελήτρια στην Εθνική Πινακοθήκη και από το 1989 είναι επιστημονική σύμβουλος της Πινακοθήκης Ευάγγελου Αβέρωφ στο Μέτσοβο. Από τον Ιανουάριο του 2007 είναι διευθύντρια συλλογών και μουσειολογικού προγραμματισμού της Εθνικής Πινακοθήκης. Έχει ασχοληθεί με τη διοργάνωση εκθέσεων τόσο στην Εθνική Πινακοθήκη και στην Πινακοθήκη Ε. Αβέρωφ, όσο και σε άλλα ιδρύματα και πολιτιστικούς φορείς (Μακεδόνικο Κέντρο Σύγχρονης Τέχνης, Δημοτική Πινακοθήκη Θεσσαλονίκης, Βαφοπούλειο Ίδρυμα, Ίδρυμα Βασίλη και Ελίζας Γουλανδρή, Δημοτική Πινακοθήκη Λάρισας - Μουσείο Γ. Κατσίγρα, Δημοτική Πινακοθήκη Πάτρας, Δημοτική Πινακοθήκη Καρδίτσας, Κουμαντάρειος Πινακοθήκη Σπάρτης, Πνευματικό Κέντρο Δήμου Ιωαννίνων κ.ά.). Το 2000 της ανατέθηκε η οργάνωση της επανέκθεσης των συλλογών της Πινακοθήκης και η επιστημονική και εκδοτική επιμέλεια του τόμου που τη συνόδευε, "Εθνική Πινακοθήκη, 100 χρόνια". Το 2001 συμμετείχε στη διοργάνωση της έκθεσης «Μνήμες από την αρχαία Ελλάδα στη σύγχρονη τέχνη», που έγινε στο Ίδρυμα Ωνάση στη Νέα Υόρκη, και το 2003 ανέλαβε την οργάνωση του Παραρτήματος της Εθνικής Πινακοθήκης στο Ναύπλιο. Στο πλαίσιο της ευρύτερης μουσειολογικής της δραστηριότητας έχει ασχοληθεί με την ηλεκτρονική καταγραφή έργων τέχνης, και σήμερα είναι υπεύθυνη της βιβλιοθήκης και των αρχείων της Εθνικής Πινακοθήκης με κύριο στόχο τον εκσυγχρονισμό τους με ηλεκτρονική καταγραφή και ψηφιοποίηση. Έχει συγγράψει τα βιβλία: "Πινακοθήκη Αβέρωφ - Νέα αποκτήματα" (1994), "Περικλής Πανταζής 1949-1884" (σε συνεργασία, 1994), "Περικλής Πανταζής 1949-1884: Ένας Έλληνας ζωγράφος στο Βέλγιο" (1996), "Γεώργιος Ιακωβίδης" (διδακτορική διατριβή, 1999), "Δάβης" (2002) και τον κατάλογο του Παραρτήματος του Ναυπλίου. Είχε τη γενική επιμέλεια και συμμετοχή στη συγγραφή του βιβλίου "Συλλογές Ευάγγελου Αβέρωφ - Ταξιδεύοντας στο χρόνο" (2000) και την επιστημονική και εκδοτική επιμέλεια, μεταξύ άλλων, των βιβλίων: "Γιάννης Μόραλης", "Τάσος", "Σχέδια Γιαννούλη Χαλεπά", "Χρίστος Δαγκλής", "Περικλής Βυζάντιος, Ζωγραφική 1930-1940", "Εξπρεσιονιστές - Συλλογή Μπουχάιμ", "Άλεξ Μυλωνά", "Γιώργος Βακιρτζής: Ζωγραφική - Γιγαντοαφίσες", "Πινακοθήκη Αβέρωφ". Έχει δημοσιεύσει άρθρα επάνω σε θέματα ιστορίας της τέχνης και έχει συμμετάσχει σε πολλές ημερίδες και συνέδρια.
Ζωγραφική επιμέλεια: · Θεόδωρος Ράλλης
Θεόδωρος Ράλλης
Έλληνας ζωγράφος (Κωνσταντινούπολη, 1852 - ; 1909). Καταγόταν από μεγάλη οικογένεια της Χίου. Αφού εργάστηκε για λίγο στον εμπορικό οίκο Ράλλη - Μαυρογιάννη ("Ralli Brothers") του Λονδίνου, το 1873 εγκαταστάθηκε στο Παρίσι, όπου σπούδασε ζωγραφική κοντά στον ακαδημαϊκό δάσκαλο και οριενταλιστή καλλιτέχνη Ζαν Λεόν Ζερόμ, στη Σχολή Καλών Τεχνών. Από το 1875 και ως το τέλος της ζωής του συμμετείχε ανελλιπώς στα επίσημα γαλλικά Salon, στις Παγκόσμιες Εκθέσεις στο Παρίσι (1878, 1889-Αργυρό Μετάλλιο) και σε άλλες εκθέσεις στη Γαλλία και αλλού. Στην Ελλάδα τιμήθηκε με Αργυρό Μετάλλιο στα "Ολύμπια" το 1888 και στη "Διεθνή Έκθεση Αθηνών" το 1903. Το 1885, χρονιά που τιμήθηκε με το Σταυρό του Σωτήρος στην Ελλάδα, απέκτησε τη γαλλική υπηκοότητα. Διατηρούσε εργαστήριο και στο Κάιρο, όπου περνούσε τους χειμερινούς μήνες από το 1880 έως το 1904 και όπου ανέπτυξε αξιόλογη δραστηριότητα (διοργάνωση ετήσιων εκθέσεων, κ.ά.). Το 1910 η Εθνική Πινακοθήκη απεδέχθη το Κληροδότημα Ράλλη, έναν χρόνο αργότερα απενεμήθη το Βραβείον Θεόδωρου Ράλλη στο Παρίσι, ενώ προς τιμήν του οργανώθηκε το 1912 στην Ελλάδα ο πρώτος "Ράλλειος διαγωνισμός".
Γεώργιος Ιακωβίδης
Ο Γεώργιος Ιακωβίδης (Χύδηρα Λέσβου 1853 - Αθήνα 1932) σπούδασε στο Σχολείο των Τεχνών (1870-1877) ζωγραφική και γλυπτική. Συνέχισε με υποτροφία στην Ακαδημία Καλών Τεχνών του Μονάχου κοντά στους L. von Lofftz, W. von Lindensnchmit και G. von Max. Μετά την αποφοίτησή του ανέπτυξε σημαντική καλλιτεχνική δραστηριότητα στη βαυαρική πρωτεύουσα. Το 1900 επέστρεψε στην Ελλάδα, διορίστηκε διευθυντής της Εθνικής Πινακοθήκης (1900-1918) και εξελέγη καθηγητής (1904-1910) και διευθυντής της Σχολής Καλών Τεχνών (1910-1930). Σε όλη τη διάρκεια της καλλιτεχνικής του σταδιοδρομίας παρέμεινε πιστός θιασώτης το ακαδημαϊκού ρεαλισμού, ενώ οι αναζητήσεις γύρω από τον ρόλο του φωτός τον οδήγησαν πολλές φορές σε υπαιθριστικές διατυπώσεις. Θεωρείται ο κατεξοχήν εκπρόπωπος της ακαδημαϊκής ζωγραφικής και της σχολής του ρεαλισμού στη χώρα μας.
Κωνσταντίνος Μαλέας
Έλληνας ζωγράφος των αρχών του 20ου αιώνα (1879-1928). Γεννήθηκε στην Κωνσταντινούπολη όπου σπούδασε αρχιτεκτονική, και συνέχισε τις σπουδές του στη ζωγραφική στο Παρίσι (1901-1908). Ασχολήθηκε κυρίως με την απεικόνιση του ελληνικού τοπίου, το οποίο απελευθέρωσε από την αναπαραστατική ηθογραφία της εποχής, αποδίδοντάς του μια πρωτογενή αισθαντικότητα, που μας είναι γνώριμη από τις μεταγενέστερες αναπαραστάσεις του.
Περικλής Βυζάντιος
Βυζάντιος, Περικλής (Αθήνα 1893- 1972) Σπούδασε ζωγραφική στο Μόναχο και στο Παρίσι. Το 1920-1922 υπηρέτησε μαζί με τον Σπύρο Παπαλουκά και τον Παύλο Ροδοκανάκη σαν στρατιωτικός ζωγράφος. Το 1939 διορίστηκε Διευθυντής στο Παράρτημα της Σχολής Καλών Τεχνών της Ύδρας και των Δελφών. Από το 1945 αναλαμβάνει αποκλειστικά τη διεύθυνση του Παραρτήματος Ύδρας και με την παραμονή του εκεί συντελεί στη διατήρηση του παραδοσιακού χαρακτήρα του νησιού και στη λειτουργία του Παραρτήματος σαν πνευματικό κέντρο και φυτώριο νέων καλλιτεχνών. Το φάσμα της θεματολογίας του είναι πολύ ευρύ και περιλαμβάνει προσωπογραφίες, ηθογραφικά έργα, συνθέσεις και τοπία. Στα έργα του διακρίνεται μια ρεαλιστική, ιμπρεσσιονιστική διάθεση.
Δημήτριος Μπισκίνης
Έλληνας ζωγράφος του μεσοπολέμου (1891-1947).
Γιώργος Γουναρόπουλος
Έλληνας ζωγράφος (Σωζόπολη Βουλγαρίας 1889 - Αθήνα 1977), που κάνει την εμφάνισή του την εποχή του μεσοπολέμου (Παρίσι 1919-1931). Σπούδασε ζωγραφική στο Σχολείο των Τεχνών (1907-1921). Συνέχισε τις σπουδές του στις Ακαδημίες Julian και Grande Chaumiere στο Παρίσι (1919-1925). Επέστρεψε στην Ελλάδα το 1932 και ανέλαβε την τοιχογράφηση της Αίθουσας Συνεδριάσεων του Δημοτικού Συμβουλίου στο Δημαρχείο Αθηνών. Επηρεάστηκε από το κίνημα του σουρεαλισμού και ζωγράφισε κυρίως γυναικείες και ανδρικές μορφές, προσωπογραφίες και τοπία.
Γιώργος Μπουζιάνης
Ο Γιώργος Μπουζιάνης (Αθήνα 1885 - Αθήνα 1959) ήταν έλληνας εξπρεσιονιστής ζωγράφος. Σπούδασε ζωγραφική στην Σχολή Καλών Τεχνών (μετέπειτα Ανωτάτη Σχολή Καλών Τεχνών) με δασκάλους τους Γ. Ροϊλό, Νικηφ. Λύτρα, Κ. Βολανάκη και τον Δ. Γερανιώτη. Το 1907,συνέχισε τις σπουδές του στην Ακαδημία Τεχνών του Μονάχου κοντά στον Otto Seitz. Από το 1910, άρχισε να εγκαταλείπει τις κλασικές για την εποχή ζωγραφικές αναζητήσεις, για να στραφεί προς πιο σύγχρονα καλλιτεχνικά ρεύματα. Το 1914 εγκαταστάθηκε στο Βερολίνο και μαθήτευσε κοντά στον ιμπρεσιονιστή Max Liebermann. Από το 1917 στράφηκε προς τον γερμανικό εξπρεσιονισμό και σε ένα δικό του πολύ εκφραστικό ύφος. Στα έργα του άρχισε να δίνει περισσότερη έμφαση στην αποτύπωση της ανθρώπινης μορφής, κυρίως της γυναικείας φιγούρας, και στα συναισθήματα που γεννάει αυτή η αποτύπωση. Με την οικονομική στήριξη της γκαλερί Μπάρχφελντ, πήγε στο Παρίσι, όπου έζησε κατά την περίοδο 1929-1932. Με την σταδιακή εξαφάνιση του εξπρεσιονισμού και την άνοδο του ναζισμού, αναγκάστηκε να επιστρέψει το 1934 στην Ελλάδα. Η φήμη του ξεπέρασε τα σύνορα της Ελλάδας όταν το 1950 εκπροσώπησε την χώρα στην Μπιενάλε της Βενετίας. Το 1956 τού απονεμήθηκε το α΄ ελληνικό βραβείο του Διεθνούς Διαγωνισμού Guggenheim.
Γιάννης Τσαρούχης
Ο Γιάννης Τσαρούχης (Πειραιάς 1910 - Αθήνα 1989) ήταν ζωγράφος. Φοίτησε στην Ανωτάτη Σχολή Καλών Τεχνών (1929 - 1935). Παράλληλα μαθήτευσε κοντά στον Φ. Κόντογλου (1931 - 1934), ο οποίος τον μύησε στη βυζαντινή ζωγραφική, ενώ μελέτησε την λαϊκή αρχιτεκτονική και ενδυμασία. Μαζί με τους Πικιώνη, Κόντογλου και Αγγ. Χατζημιχάλη πρωτοστάτησε στο αίτημα της εποχής για την ελληνικότητα της τέχνης. Στα 1935 - 1936 αφού πρώτα επισκέφτηκε τη Κωνσταντινούπολη μετά ταξίδεψε στο Παρίσι και στην Ιταλία. Ήρθε σε επαφή με δημιουργίες της Αναγέννησης & του Εμπρεσιονισμού. Ανακάλυψε το έργο του Θεόφιλου και γνώρισε καλλιτέχνες όπως ο Ματίς και ο Τζακομέτι κ.ά. Το '38, δυό χρόνια μετά την επιστροφή του στην Ελλάδα πραγματοποίησε την πρώτη του ατομική έκθεση στο κατάστημα Αλεξοπούλου της οδού Νίκης/Αθήνα. Το '40 επιστρατεύτηκε και υπηρέτησε στο Μηχανικό. Το '47 πραγματοποίησε 2 ατομικές εκθέσεις με υδατογραφίες και θεατρικά προσχέδια. Το ΄51 εξέθεσε στο Παρίσι και στο Λονδίνο και το '53 υπέγραψε συμβόλαιο με τη γκαλερί Ιόλας της Ν. Υόρκης. Το ΄56 υπήρξε υποψήφιος για το βραβείο Γκούγκενχαϊμ και το '58 πήρε μέρος στη Μπιενάλε της Βενετίας. Το '67 εγκαταστάθηκε στο Παρίσι. Το '82 άνοιξε το Μουσείο Γ. Τσαρούχη στο Μαρούσι στο σπίτι του καλλιτέχνη, που ο ίδιος μετέτρεψε σε Μουσείο παραχωρώντας την προσωπική συλλογή των έργων του. Παράλληλα λειτουργεί το Ίδρυμα Τσαρούχη με σκοπό τη διάδοση του έργου του ζωγράφου Συνεργάστηκε με την Ντάλας Σίβικ Όπερα του Τέξας, τη Σκάλα του Μιλάνου, το Κόβεντ Γκάρντεν, το Εθνικό Λαϊκό Θέατρο της Γαλλίας, το Τεάτρο Ολύμπικο της Βιτσέντζα. Το ΄77 ανέβασε ο ίδιος τις Τρωάδες του Ευριπίδη σε δική του νεοελληνική απόδοση με δική του διδασκαλία & σκηνογραφία. Ασχολήθηκε επίσης με την εικονογράφηση βιβλίων, την μετάφραση και συγγραφή βιβλίων για την τέχνη. Στην Ελλάδα εγκαταστάθηκε μετά από πολύχρονη παραμονή στο Παρίσι το ΄80, όπου και πέθανε το ΄89. Ο Γιάννης Τσαρούχης υπήρξε ίσως ο πλέον διακεκριμένος εκπρόσωπος της εικαστικής γενιάς του ΄30, που προσπάθησε ιδιαίτερα να συγκεράσει τις επιταγές της "ελληνικότητας" με το ιδίωμα του "μοντερνισμού". Ως ζωγράφος των παθών του σώματος ναρκοθέτησε την μικροαστική αισθητική της δεκαετίας του ΄50. Αργότερα στράφηκε σε μια ζωγραφική πιο δυτικότροπη. Ο ίδιος πέραν του εικαστικού του έργου θα μείνει στην ιστορία ως ο κορυφαίος έλληνας σκηνογράφος. Η διαφορά πάντως του Τσαρούχη και του διεθνισμού της γενιάς του ΄60 έγκειται κυρίως στο ότι αυτός ενεργούσε ως κληρονόμος ενός πολιτισμού εν ισχύ ενώ οι άλλοι ακολουθούσαν ένα πολιτιστικό σχήμα, που δεν είχε ακόμη μορφοποιηθεί. Υλικά της δουλειάς του ήταν η λιτή χρωματική κλίμακα του Πολύγνωτου και η αυστηρά κομψή γραμμή της βυζαντινής εικόνας. Αποτέλεσμα αυτών ήταν να αναβιώσει μέσα από τα έργα του χαριέσσα η παράδοση, αλλά και να εκφράζεται ένα ισχυρό πλαστικό ένστικτο. Διαμόρφωσε με το ευρύ φάσμα των καλλιτεχνικών του δραστηριοτήτων την αισθητική των Νεοελλήνων μεταπολεμικά περισσότερο από οποιονδήποτε άλλον. (Πηγή: Εγκυκλοπαίδεια Πάπυρος - Λαρούς - Μπριτάνικα )
Σπύρος Βασιλείου
Ο Σπύρος Βασιλείου (Γαλαξείδι 1903 - Αθήνα 1985) ήταν ένας από τους σημαντικότερους Έλληνες ζωγράφους του εικοστού αιώνα. Γεννήθηκε στο Γαλαξίδι το 1903 και ήλθε στην Αθήνα στις αρχές της δεκαετίας του 1920 για να φοιτήσει στην Σχολή Καλών Τεχνών με υποτροφία. Απογοητευμένος από τον άνυδρο τρόπο διδασκαλίας της εποχής, που έδινε έμφαση στην θεωρητική κατάρτιση, ο Βασιλείου και μια ομάδα συμφοιτητών του επαναστάτησαν και απαίτησαν μεταρρυθμίσεις. Η στάση τους ανάγκασε τη Σχολή να αλλάξει διευθυντή και μεθόδους διδασκαλίας, εισήγαγε το εργαστήριο και υιοθέτησε την διδασκαλία μοντέρνων μεθόδων και σχολών ζωγραφικής όπως ο ιμπρεσιονισμός. Ο Βασιλείου αποφοίτησε το 1923. Η καταξίωση του ήταν άμεση και στα επόμενα 60 χρόνια έγινε ένας από τους σημαντικότερους Έλληνες καλλιτέχνες. Εκτός από τους καμβάδες του, παρήγαγε θρησκευτικές εικόνες, ξυλόγλυπτα, εικονογραφήσεις, αφίσες, σκηνικά για το θέατρο, κλπ. Οι εικόνες και τα σχέδια του έχουν αφομοιωθεί πλήρως στην σύγχρονη Ελληνική πολιτιστική κληρονομιά. Ο Βασιλείου πίστευε ότι η σύγχρονη Ελληνική τέχνη πρέπει να ενσωματώσει τις επιρροές των διεθνών ρευμάτων χωρίς όμως να χάνει τον Ελληνικό χαρακτήρα της, όπως έχει διαμορφωθεί μέσα από χιλιετίες παράδοσης. Οι ιμπρεσιονιστικοί και μοντερνιστικοί πίνακες του δεν απέχουν ποτέ πολύ από την Βυζαντινή παράδοση εικονογραφίας, όπως την προσάρμοσε ο ίδιος στην σύγχρονη πραγματικότητα. Το χρονολόγιο της ζωής του, με μια ματιά: 1903. Γεννιέται στο Γαλαξείδι. 1921. Μπαίνει στη Σχολή Καλών Τεχνών. 1929. Κάνει την πρώτη του έκθεση στην αίθουσα τέχνης Στρατηγοπούλου. 1930. Του απονέμεται το Μπενάκειο Βραβείο της Ακαδημίας Αθηνών για την αγιογράφηση του Αγίου Διονυσίου του Αρεοπαγίτη. 1934. Συμμετέχει στην Μπιενάλε της Βενετίας. 1941. Παντρεύεται την Κική Κωνσταντακοπούλου. 1945. Πρώτη σκηνογραφία για το Εθνικό Θέατρο 1949. Εικονογραφεί το αναγνωστικό της Ε΄ Δημοτικού. 1950. Ιδρύει με τη Ραλλού Μάνου το Ελληνικό Χορόδραμα 1960. Κερδίζει το βραβείο Γκουγκενχάιμ. 1961. Σκηνογραφεί την κινηματογραφικήυποψήφια για Όσκαρ "Ηλέκτρα" του Μιχάλη Κακογιάννη. 1969. Εκδίδει το αυτοβιογραφικό "Φώτα και σκιές". 1975. Μεγάλη αναδρομική στην Εθνική Πινακοθήκη. 1982. Σκηνογραφεί το 146ο και τελευταίο έργο του. 1985. Πεθαίνει στο σπίτι του, κάτω από την Ακρόπολη. Σήμερα, η οικογένεια του έχει μετατρέψει το ατελιέ και το σπίτι του, κάτω από την Ακρόπολη, σε γκαλερί του έργου του και σε μουσείο.
Γιώργος Σικελιώτης
Από τους σηματικότερους Έλληνες ζωγράφους του 20ου αιώνα (1917-1984). Γεννήθηκε στη Σμύρνη και ήρθε στην Αθήνα με τη Μικρασιατική Καταστροφή, το 1922. Το 1940 αποφοίτησε από την Ανώτατη Σχολή Καλών Τεχνών. Δάσκαλοι του ήταν ο Παρθένης και ο Βικάτος. Έλαβε μέρος σε πολλές ατομικές και ομαδικές εκθέσεις μετά το 1939, στην Ελλάδα και το εξωτερικό. Ατομικές εκθέσεις έκανε στην Αθήνα, Θεσσαλονίκη, Λάρισα, Πάτρα, Κρήτη, Νέα Υόρκη, Βασιλεία της Ελβετίας, Λευκωσία, κ.ά., ενώ, ταυτόχρονα, έλαβε μέρος σε ομαδικές εκθέσεις στην Αθήνα, Θεσσαλονίκη, Ρώμη, Μόντρεαλ, Ν. Υόρκη, Ουάσιγκτον, Τορόντο, Ελσίνκι, Μόσχα, κ.ά. Επίσης, υπήρξε ενεργό μέλος της καλλιτεχνικής ομάδας "Στάθμη". Έζησε και εργάστηκε για μεγάλα χρονικά διαστήματα στην Αγγλία και τη Γαλλία. Η Εθνική Πινακοθήκη διοργάνωσε, εν ζωή, δύο αναδρομικές εκθέσεις του έργου του (1975, 1983). Έργα του ανήκουν σε πινακοθήκες, μουσεία και ιδιωτικές συλλογές, στην Ελλάδα και το εξωτερικό.
Νίκος Νικολάου
Ο Νίκος Νικολάου γεννήθηκε το 1909 στην Ύδρα. Με το τέλος του Α΄ Παγκοσμίου Πολέμου εγκαταστάθηκε στην Πλάκα. Δάσκαλοί του ο Ουμβέρτος Αργυρός και ο Κωνσταντίνος Παρθένης, εκπρόσωποι της συντηρητικής, ακαδημαϊκής ζωγραφικής του Μονάχου και της μοντέρνας τέχνης του Παρισιού αντίστοιχα. Και απ' τους δύο αποκόμισε πολλά, ενώ διακρίθηκε στις σπουδές του συμμετέχοντας από νωρίς με έργα του σε εκθέσεις. Σύντομα άρχισε να ασχολείται και με τη χαρακτική και την εικονογράφηση. Στη σχολή είχε γνωρίσει και την πρώτη του γυναίκα και το Γιάννη Μόραλη, που έγινε φίλος ζωής. Αποφοιτώντας, έφυγε το 1937 για να συνεχίσει τις σπουδές του στο Παρίσι και τη Ρώμη, μοιραζόμενος, όπως είχαν συμφωνήσει με το φίλο του, την υποτροφία που τελικά κέρδισε ο Μόραλης. Εκεί είχε τη δυνατότητα να μελετήσει την παλιότερη και σύγχρονη ευρωπαϊκή τέχνη και επηρεάστηκε από τη ζωγραφική των Γάλλων ιμπρεσιονιστών. Το 1939 πήρε ο ίδιος μια υποτροφία για σπουδές στη Ρώμη, αλλά το ξέσπασμα του Β΄ Παγκοσμίου Πολέμου τον ανάγκασε να επιστρέψει στην Ελλάδα. Μετά τον πόλεμο αφοσιώθηκε στη ζωγραφική. Το 1948 έκανε την πρώτη του ατομική έκθεση. Το 1949 ανέλαβε τις πρώτες του τοιχογραφίες στη σχολή της Παντείου, που φιλοτέχνησε με την τεχνική της νωπογραφίας, ενώ το 1950 άρχισε να εργάζεται και με φοιτητές νωπογραφίες. Την ίδια εποχή, πρώτος αυτός, παρουσίασε ζωγραφικά τα χαρακτηριστικά σπίτια και μαγιά των νησιών μας. Στη δεκαετία του '50 άρχισε και η ενασχόλησή του με τη σκηνογραφία. Το 1960 "ανακάλυψε" την Αίγινα, όπου εγκαταστάθηκε μόνιμα από το 1964. Από το 1964 είχε εκλεγεί καθηγητής στη Σχολή Καλών Τεχνών, όπου δίδαξε για μία δεκαετία διατελώντας και διευθυντής της μέσα στα χρόνια της Δικτατορίας. Ο Νίκος Νικολάου παρουσίασε το έργο του σε διάφορες ατομικές εκθέσεις και συμμετείχε σε ομαδικές στην Ελλάδα και το εξωτερικό, εκπροσωπώντας μάλιστα τη χώρα μας το 1936 και το 1964 στην Μπιενάλε της Βενετίας. Ήταν μέλος καλλιτεχνικών ομάδων και απ' τους ιδρυτές της ομάδας "Αρμός". Πέθανε στις 27 Ιουλίου το 1986. Μετά το θάνατό του κυκλοφόρησε το βιβλίο του "Η περιπέτεια της γραμμής στην τέχνη", όπου ο καλλιτέχνης συνοψίζει τις μελέτες του για την αρχαιοελληνική τέχνη και καταθέτει το στίγμα της προσωπικής του ζωγραφικής δημιουργίας.
Βάλιας Σεμερτζίδης
Ο ζωγράφος και χαράκτης Βάλιας Σεμερτζίδης (1911-1983) γεννήθηκε στο Κρασνοντάρ της Ρωσίας, κοστά στον Καύκασο, από ελληνοπόντιο πατέρα και ρωσίδα μητέρα. Το 1923 η οικογένειά του ήρθε στην Ελλάδα, όταν ο πατέρας του κινδύνευσε να εκτελεστεί από τους Μπολσεβίκους. Σπούδασε στην Ανωτάτη Σχολή Καλών Τεχνών (1928-1936), στο εργαστήριο του Κωνσταντίνου Παρθένη. Από το 1935 συμμετείχε σε ομαδικές εκθέσεις στην Ελλάδα, αλλά και σε μεγάλες εκθέσεις στο εξωτερικό. Κατά τη διάρκεια της Κατοχής έλαβε μέρος στην Εθνική Αντίσταση και ανέβηκε στο βουνό, όπου συνέλαβε πολλά από τα θέματά του. Το 1944 εικονογράφησε την αίθουσα του δημοτικού σχολείου όπου έλαβε χώρα το Εθνικό Συμβούλιο του ΕΑΜ στις Κορυσχάδες. Στο πλαίσιο της μετακατοχικής πολιτικής πραγματικότητας, η πρώτη του ατομική έκθεση οργανώθηκε μόλις το 1957 στον Φιλολογικό Σύλλογο "Παρνασσός". Το 1964 εγκαταστάθηκε στη Ρόδο, το τοπίο της οποίας αποτέλεσε μια δεύτερη σημαντική πηγή έμπνευσής του, με την επεξεργασία μιας πολύ προσωπικής τεχνικής στη ζωγραφική και τη χαρακτική του έκφραση. Εκεί δημιούργησε σειρά από συνθέσεις μεγάλων διαστάσεων. Πέθανε στην Αθήνα το 1983. Τον Μάρτιο του 1977 οργανώθηκε από την Εθνική Πινακοθήκη η πρώτη μεγάλη αναδρομική έκθεση του έργου του, χωρίς όμως να λάβει, εν ζωή, την αναγνώριση που του άξιζε. Ακολούθησε η δεύτερη αναδρομική έκθεση του έργου του στο Μουσείο Μπενάκη, το φθινόπωρο του 2012, σε επιμέλεια του ιστορικού τέχνης Νίκου Χατζηνικολάου. Έργα του ανήκουν σε πολλές ιδιωτικές και δημόσιες συλλογές και στην Εθνική Πινακοθήκη.
Εύα Μπουλγουρά
Η Εύα Μπουλγουρά (1917-2000) γεννήθηκε στην Κωνσταντινούπολη. Η οικογένειά της καταγόταν από την Αμάσεια του Πόντου. Μετά το 1922 κατέφυγε στο Γαλάτσι της Ρουμανίας για να εγκατασταθεί τελικά, στις αρχές της δεκαετίας του '30, στην Αθήνα. Είχε αρχίσει να ζωγραφίζει από μικρή, αλλά οι γονείς της δεν της επέτρεψαν να φοιτήσει στην ΑΣΚΤ κι έτσι έκανε ελεύθερες σπουδές ζωγραφικής κοντά στους Β. Γερμενή, Α. Βασιλικιώτη και γλυπτικής με το Θ. Απάρτη. Για πρώτη φορά εκθέτει στην Ε΄ Πανελλήνια Έκθεση το 1957 στην Αθήνα και τον ίδιο χρόνο παρουσιάζει την πρώτη ατομική της έκθεση, μαζί με την Τζένη Παπαδάκη, στην αίθουσα Ζαχαρίου. Από τότε η Εύα Μπουλγουρά δε σταμάτησε να ζωγραφίζει, παρουσιάζοντας δουλειά της σε 13 συνολικά ατομικές εκθέσεις και σε δεκάξι ομαδικές.
Αλέκος Κοντόπουλος
Ο Αλέκος Κοντόπουλος (1904-1975) φοίτησε στη Σχολή Καλών Τεχνών μεταξύ των ετών 1923-1929, με δασκάλους τον Ιακωβίδη, τον Λύτρα και άλλους ακαδημαϊκούς καλλιτέχνες της περιόδου εκείνης. Συνέχισε τις σπουδές του στο Παρίσι, σχεδόν για δέκα χρόνια. Ωστόσο, σε όλο αυτό το διάστημα το αναπαραστατικό του έργο δεν πρόδιδε τον αφαιρετικό ζωγράφο στον οποίο θα εξελισσόταν στη συνέχεια (ιδιαίτερα μετά το 1949). Στη δεκαετία του '50 ο Αλέκος Κοντόπουλος -μια ιδιότυπη, σχεδόν αρχαϊκή μορφή του ελληνικού μοντερνισμού- στρέφεται στον αφηρημένο εξπρεσιονισμό και πρωτοστατεί στη διάδοση της αφηρημένης τέχνης στην Ελλάδα.
Γιάννης Σπυρόπουλος
Ο Γιάννης Σπυρόπουλος (Πύλος 1912 - Αθήνα 1990) έλληνας ζωγράφος, είναι εκφραστής του ρεύματος της Αφαίρεσης με τα έργα που φιλοτέχνησε μετά τη δεκαετία του '50. "Ο Γιάννης Σπυρόπουλος υπήρξε ένας μοναχικός καλλιτέχνης. Με την έννοια ότι δια των επί μία πεντηκονταετία εικαστικών του αναζητήσεων διαμόρφωσε στην Ελλάδα ένα προσωπικό σύμπαν αφαιρετικής τέχνης που ήταν εκ των πραγμάτων αδύνατον να δημιουργήσει άμεσους μιμητές στη χώρα. Αδύνατον, διότι ο ίδιος με το έργο του εγκαθίδρυσε εν Ελλάδι τα αγεωγράφητα όρια της αφαιρετικότητας ή, πιο σωστά: τα όρια της όποιας μετάβασης από το αληθοφανές στο αφαιρετικό. Ο Γιάννης Σπυρόπουλος σπούδασε στην Ανωτάτη Σχολή Καλών Τεχνών (1930-1936), με δασκάλους τους: Αργυρό Βικάτο και Θωμόπουλο. Συνέχισε σπουδές στο Παρίσι (στην Ecole de Beaux-Arts και σε ελεύθερα εργαστήρια). Το 1939 επιστρέφει στην Ελλάδα. Η αφετηρία του υπήρξε νατουραλιστική. Στα πορτρέτα, τις νεκρές φύσεις και τα τοπία που φιλοτέχνησε στη δεκαετία μετά τις σπουδές του (περίοδος της "γκρίζας πινελιάς", περίοδος της "κάθετης πινελιάς", κ.λπ.), η αφομοιωμένη επίδραση του Σεζάν είναι εμφανής. Γύρω στα 1950 και μέχρι το 1955 επιμένει στο ελληνικό τοπίο, το οποίο, όμως ως προς την αληθοφανή του αναπαράσταση, "διαβάζει" με μια συνειδητώς "απλουστευτική" ματιά. Από εδώ και μετά ο Σπυρόπουλος εξελίσσεται προς την αφαίρεση. Καταργεί τη συμβατική προοπτική, ελαχιστοποιεί τον ορίζοντα, "βλέπει" τα πράγματα από απόσταση που δικαιολογεί την κάποια αφαιρετικότητα στην απόδοση των θεμάτων. Προς το τέλος της δεκαετίας του πενήντα, ο καλλιτέχνης βαθμιαία αδιαφορεί για τις σαφείς αναφορές στο πραγματικό και αντιθέτως, προσδίδει όλο και μεγαλύτερη αυτονομία στις χρωματικές του επιφάνειες. Στο στάδιο αυτό, η χειρονομία της πινελιάς του αποκτά εμφανή ένταση και γίνεται καθοριστικό πλαστικό στοιχείο του πίνακα. Το 1960 βραβεύεται στην Μπιενάλε της Βενετίας, γεγονός που τον καταξιώνει διεθνώς και του επιτρέπει να ερευνήσει με μεγαλύτερη αυτοπεποίθηση τις προοπτικές της ανεικονικής αναπαράστασης. Από την εποχή αυτή και μετά, ο Σπυρόπουλος με πραγματικό πάθος δημιουργεί τη ζωγραφική με την οποία κατοχυρώνεται δια παντός στη συνείδηση της εικαστικής κοινότητας ως ο κατεξοχήν αφαιρετικός Έλληνας ζωγράφος. Δημιουργεί έργα που διαβάζονται όχι ως άμεσες αναπαραστάσεις του πραγματικού, αλλά ως αναπαραστάσεις της εικαστικής δημιουργίας, ως μνήμες ή συνειδήσεις μιας ιδέας, μιας ενόρασης, μιας ανάφλεξης του νου... " (Άρης Μαραγκόπουλος)
Γιώργος Μαυροΐδης
Γιώργος Μαυροΐδης (1912-2003). Ο πατέρας του ήταν από την Κύπρο, όπου πέρασε τα παιδικά του χρόνια. Η μητέρα του από τη Λευκάδα. Μετά στην Αθήνα σπούδασε νομικά κι έζησε τον πόλεμο και την κατοχή. Το 1946 παντρεύτηκε στην Αλεξάνδρεια την Αλεξάνδρα Θωμαΐδη και γέννησαν μια κόρη. Το 1947-1959 υπηρέτησε στη διπλωματική υπηρεσία κι έζησε στη Γαλλία (1950-52) και στην Ιταλία (1957-58). Μεταξύ 1959-1982 διετέλεσε καθηγητής της ζωγραφικής στην Ανωτάτη Σχολή Καλών Τεχνών και ήταν ο πρώτος της πρύτανης. Πάντα ασχολήθηκε με τη ζωγραφική· παράλληλα εξέδωσε διηγήματα -"Καθρέφτες" (Ίκαρος, 1947), και τα τελευταία χρόνια της ζωής του ποιήματα -"Το κρυφό" (1989), "Το γιοφύρι " (1990), "Μέσα ποταμός" (Καστανιώτης, 1993), "Ίσαμε πού;" (Άγρα, 1995), "Το μακρινό ταξίδι" (Άγρα, 2003).
Θάνος Τσίγκος
Έλληνας ζωγράφος (1914-1965).
Μάριος Πράσινος
Έλληνας ζωγράφος (1916-1985).
Άλκης Πιερράκος
'Ελληνας ζωγράφος (γεν. 1920).
Δημήτρης Περδικίδης
Έλληνας ζωγράφος (1922-1989).
Γιάννης Γαΐτης
Ο Γιάννης Γαΐτης (1923-1984) γράφτηκε στη Σχολή Καλών Τεχνών το 1942, με δάσκαλο τον Κωνσταντίνο Παρθένη. Ως φοιτητής επηρεάστηκε έντονα από τις καλλιτεχνικές ανησυχίες μιας γενιάς που έτρεχε με λαχτάρα στο νεοσύστατο τότε θέατρο Κουν. Στο σπίτι του, στην οδό Μαυρομματαίων, ο νεαρός Γαΐτης έκανε την πρώτη του έκθεση, το 1944, στην οποία οι επιρροές των μετα-ιμπρεσιονιστών είναι εμφανείς. Ο καλλιτέχνης εκφράστηκε με ποικίλες καλλιτεχνικές τάσεις -γεωμετρικές, κυβιστικές, σουρεαλιστικές, εξπρεσιονιστικές-, και τον κέρδισε για ένα διάστημα η αφηρημένη τέχνη. Το όνειρό του να ζήσει στο Παρίσι θα πραγματοποιηθεί τη δεκαετία του ’50. Έκτοτε μοίραζε τον καιρό του μεταξύ Ελλάδας και Γαλλίας, έως το 1974, οπότε επέστρεψε στην Ελλάδα διεθνώς αναγνωρισμένος και με πλήθος εκθέσεων στο ενεργητικό του. Το 1964 το "Μυρμηγκάκι", η πρώτη του φιγούρα, δίνει τέλος στην αφηρημένη περίοδο του Γαΐτη και προαναγγέλει το αντικείμενο-αρχέτυπο, το "Ανθρωπάκι" του, που θα κάνει την πρώτη του εμφάνιση το 1967 και θα φτάσει στην οριστική του μορφή τα πρώτα χρόνια της δεκαετίας του '70. Τα στυλιζαρισμένα "ανθρωπάκια" του Γαΐτη, σύμβολο της αλλοτρίωσης και της μαζικοποίησης του σύγχρονου ανθρώπου, απετέλεσαν το σήμα κατατεθέν της καλλιτεχνικής του έκφρασης. Στο απόγειο της δόξας του, στις αρχές της δεκαετίας του ’80, έκανε εκθέσεις και εγκαταστάσεις σε όλο τον κόσμο. Λίγο πριν από το θάνατό του, η Εθνική Πινακοθήκη οργάνωσε προς τιμήν του μεγάλη αναδρομική έκθεση στην Αθήνα. Μια επόμενη μεγάλη αναδρομική έκθεση του έργου του έγινε στο Μουσείο Μπενάκη, στην οδό Πειραιώς, από 14 Απριλίου έως 4 Ιουνίου 2006, με επιμέλεια και συντονισμό της κόρης του Λορέττας Γαΐτη- Charrat.
Ράλλης Κοψίδης
Ο Ράλλης Κοψίδης γεννήθηκε στο Κάστρο της Λήμνου το 1929, με καταγωγή από την Αλεξανδρούπολη. Από το 1949 και για τέσσερα χρόνια σπούδασε στην Ανωτάτη Σχολή Καλών Τεχνών, στο εργαστήριο του Ανδρέα Γεωργιάδη και στη συνέχεια μαθήτευσε κοντά στον Φώτη Κόντογλου (1953-1959) και συνεργάστηκε μαζί του στην εικονογράφηση εκκλησιών. Οργάνωσε ατομικές εκθέσεις στην Αθήνα (Γκαλερί "Τέχνη" 1958, "Ώρα" 1969, 1973, 1976, 1978, "Θόλος" 1975, "Κρεωνίδη" 1978, "Αργώ" 1982, "Αστρολάβος", 1992, τη Θεσσαλονίκη, 1970, "Κοχλίας" 1974,1977, τον Βόλο ("Τέχνη" 1970), την Κατερίνη, 1977 και το Ηράκλειο Κρήτης (Γκαλερί "Σταυρακάκη", 1979), και πήρε μέρος σε πολλές ομαδικές και πανελλήνιες εκθέσεις στην Ελλάδα. Η δουλειά του παρουσιάστηκε επίσης σε ομαδικές εκθέσεις στην Κολωνία 1976, τη Γιαουντέ του Καμερούν 1980, καθώς και σε δύο εκθέσεις που οργάνωσε η Εθνική Πινακοθήκη στο Δουβλίνο το 1979 και στις Βρυξέλλες το 1988. Το 1989 η Εθνική Πινακοθήκη οργάνωσε μεγάλη αναδρομική έκθεση με έργα ζωγραφικής και χαρακτικής στην Αθήνα και στην Αλεξανδρούπολη. Ασχολήθηκε επίσης με την αγιογράφηση εκκλησιών στην Ελλάδα, του μοναστηριού του Cheverogne του Βελγίου, και του ναού του Ορθοδόξου Κέντρου του Οικουμενικού Πατριαρχείου στο Chambesy της Γενεύης. Εκτός από ζωγράφος και χαράκτης ο Ράλλης Κοψίδης ασχολήθηκε με την πεζογραφία, με αξιόλογη επίδοση στη συγγραφή και την εικονογράφηση βιβλίων. Από το 1972 έως το 1974 ανέλαβε την έκδοση του περιοδικού "Κάνιστρο". Έγραψε και εικονογράφησε τα βιβλία: "Σταυροί στον Άθωνα", 1963, "Εξοχή", 1964, "Προσκυνητάρι της Αίγινας", 1965, "Το Άδυτον: 15 ξυλογραφίες για το Άγιο Όρος", 1968, "Μάνη η Πολύπυργος" (έκδοση του "Κανίστρου", 1972), "Σπίτια Ελληνικά" (έκδοση του "Κανίστρου", 1973), "Ρακένδυτοι", 1976, "Κάστρο ηλιόκαστρο", 1980, "Τα κουρσούμια και άλλα ιστορήματα", 1985, "Στα μπάζα του Λαυρίου" 1985, "Το τετράδιο του γυρισμού", 1987. Έγραψε, επίσης, σε πολλά περιοδικά καθώς και κείμενα για τα φυλλάδια που εκδόθηκαν με την ευκαιρία των ατομικών του εκθέσεων. Έργα του Ράλλη Κοψίδη ανήκουν σήμερα στην Εθνική Πινακοθήκη, το Υπουργείο Πολιτισμού, το Μουσείο Βορρέ, το Τελλόγλειο Ίδρυμα, την Πινακοθήκη Ιωαννίνων, την Πινακοθήκη Δήμου Θεσσαλονίκης, το Πανεπιστήμιο Θεσσαλονίκης και σε πολλές ιδιωτικές συλλογές στην Ελλάδα και το εξωτερικό.
Αλέκος Φασιανός
Ο Αλέκος Φασιανός γεννήθηκε στην Αθήνα το 1935. Σπούδασε βιολί στο Ωδείο Αθηνών και ζωγραφική στην Α.Σ.Κ.Τ. (1956-1960, εργαστήριο Γ. Μόραλη). Αγάπησε και μελέτησε την αρχαία ελληνική αγγειογραφία και τη βυζαντινή εικονογραφία. Παρακολούθησε μαθήματα λιθογραφίας στην Ecole des beaux-arts του Παρισιού, με υποτροφία της γαλλικής κυβέρνησης (1962-1964), κοντά στους Clairin και Dayez. Το 1966 εγκαταστάθηκε στο Παρίσι, ενώ από το 1974 ζει και εργάζεται μεταξύ Παρισιού και Αθήνας. Από το 1959, χρονιά της πρώτης ατομικής του παρουσίασης στην Αθήνα, έχει πραγματοποιήσει περισσότερες από εβδομήντα ατομικές εκθέσεις σε Αθήνα, Θεσσαλονίκη, Παρίσι, Μόναχο, Τόκυο, Αμβούργο, Ζυρίχη, Μιλάνο, Βηρυτό, Στοκχόλμη, Λονδίνο κ.ά. Συμμετείχε επανειλημμένα σε ομαδικές εκθέσεις και γνωστές διεθνείς διοργανώσεις ανά την υφήλιο. Ανάμεσά τους ξεχωρίζουν οι: Salon comparaisons (Παρίσι 1970), Biennale του Sao Paulo (1971) και Βενετίας (1972), Graphics Biennale του Baden-Baden (1985) κ.ά. Ο Φασιανός ασχολήθηκε επίσης με τη χαρακτική, το σχεδιασμό αφισών, καθώς και τη σκηνογραφία, συνεργαζόμενος κυρίως με το Εθνικό Θέατρο Αθηνών ("Αμερική" του Κάφκα, 1975, "Ελένη" του Ευριπίδη, 1976, "Όρνιθες" του Αριστοφάνη, 1978 κ.ά.). Ανέλαβε την εικονογράφηση αρκετών βιβλίων, στην Ελλάδα και το εξωτερικό, γνωστών ποιητών και συγγραφέων. Ξεχωρίζουν τα ονόματα των Ο. Ελύτη, L. Aragon, G. Apollinaire, Κ. Ταχτσή, Κ. Καβάφη, Α. Εμπειρίκου, Γ. Ρίτσου, Β. Βασιλικού κ.ά. Έργα του κοσμούν επίσης ειδικές εκδόσεις τέχνης, όπως λευκώματα με θέμα αρχιτεκτονικά τοπία, όψεις πόλεων κ.λπ. Έχει επίσης εκδώσει και δικά του κείμενα, πεζά και ποιητικά. Για το σύνολο της δουλειάς του έχουν γυριστεί τέσσερα φιλμς για την ελληνική και τη γαλλική τηλεόραση, ενώ κυκλοφορούν μονογραφίες που αναφέρονται στην εικαστική παραγωγή του.
Βασίλης Σπεράντζας
Γεννήθηκε στην Αθήνα το 1938. Το 1956 πήγε στο Παρίσι για να σπουδάσει ζωγραφική στη Σχολή Καλών Τεχνών. Τελείωσε τις σπουδές του το 1962 και συνέχισε να εργάζεται στο atelier λιθογραφίας της ίδιας σχολής, όπου και δίδαξε από το 1976 μέχρι το 1987. Γυρίζει στην Ελλάδα όπου ζει και εργάζεται μέχρι σήμερα. Έχει λάβει μέρος σε πολλές ομαδικές εκθέσεις στην Ελλάδα και έργα του υπάρχουν σε πολλές ιδιωτικές και δημόσιες συλλογές.
Αλέξης Ακριθάκης
Ο Αλέξης Ακριθάκης (1939-1994) γεννήθηκε στην Αθήνα. Το 1955 αποβλήθηκε "δια παντός" από το σχολείο, ως ταραξίας, και την επόμενη χρονιά γνωρίστηκε με τον φιλόσοφο Γιώργο Μακρή, που αναγνώρισε το ταλέντο του και τον ενθάρρυνε να ασχοληθεί με τη ζωγραφική. Έγκατέλειψε την Αθήνα για το Παρίσι, όπου έζησε μεταξύ 1957 και 1960 σαν μποέμ, γνωρίζοντας σημαντικά πρόσωπα της εποχής του. Έκανε τις πρώτες ατομικές του εκθέσεις στην Αθήνα και τη Θεσσαλονίκη, μεταξύ 1965 και 1966. Το 1968 κερδίζει μια υποτροφία του γερμανικού κράτους (D.A.A.D.) και φεύγει για το Βερολίνο, όπου θα παραμείνει και μετά το τέλος των σπουδών του, το 1970, μοιράζοντας το χρόνο του ανάμεσα στην Αθήνα και τη Γερμανία. Το 1984 επέστρεψε οριστικά και εγκαταστάθηκε στην Αθήνα. Πραγματοποίησε ατομικές εκθέσεις στην Ελλάδα και το εξωτερικό (Βερολίνο, Αμβούργο, Μόναχο, Τορίνο, Γενεύη) και συμμετείχε σε σημαντικές ομαδικές παρουσιάσεις στην Ευρώπη. Ασχολήθηκε, επίσης, με την εικονογράφηση βιβλίων, τη σκηνογραφία και το design. Πέθανε στις 19 Σεπτεμβρίου 1994. Το 1997 πραγματοποιήθηκε μεγάλη αναδρομική έκθεση του έργου του στην Εθνική Πικακοθήκη, και το 1998 στο Μακεδονικό Μουσείο Σύγχρονης Τέχνης. (φωτογραφία: Νίκη Μαραγκού, 1968)
Σωτήρης Σόρογκας
Ο Σωτήρης Σόρογκας γεννήθηκε στην Αθήνα το 1936. Σπούδασε με κρατική υποτροφία στην Ανωτάτη Σχολή Καλών Τεχνών Αθηνών, απ' όπου αποφοίτησε το 1961. Το 1972 έλαβε ετήσια προσωπική χορηγία του Ιδρύματος Φόρντ. Έχει πλήθος ατομικών και ομαδικών εκθέσεων στην Ελλάδα και σε διεθνείς εκδηλώσεις οργανωμένες από το Υπουργείο Πολιτισμού, την Εθνική Πινακοθήκη, την Πινακοθήκη Πιερίδη και ιδιωτικές αίθουσες τέχνης (Τόκιο, Βρυξέλλες, Δουβλίνο, Σάο Πάολο, Νέα Υόρκη, Παρίσι, Ρώμη, Βασιλεία κ.ά.). Δίδαξε σχέδιο και χρώμα τη Σχολή Αρχιτεκτόνων του Ε.Μ. Πολυτεχνείου από το 1964 έως το 2003. Σήμερα είναι ομότιμος καθηγητής. Υπήρξε ιδρυτικό μέλος του Συνδέσμου Σύγχρονης Τέχνης, μέλος της "Ομάδας για την Επικοινωνία και την Εκπαίδευση στην Τέχνη" και μέλος της συντακτικής επιτροπής του περιοδικού θεωρίας της τέχνης "Σπείρα". Το 2010 μετείχε στην ίδρυση της "Εταιρείας Μελέτης Ελληνικού Πολιτισμού", καθώς και στην έκδοση του περιοδικού "Ερμής ο Λόγιος", του οποίου είναι και μέλος της Συντακτικής Επιτροπής. Για το ζωγραφικό του έργο έχουν γραφεί μελέτες, άρθρα, κριτικές και τρεις μονογραφίες. Έργα του βρίσκονται στην Εθνική Πινακοθήκη της Αθήνας, στις Πινακοθήκες Πιερίδη, Βορρέ και Μοσχανδρέου, στο Τελόγλειο Μουσείο του Πανεπιστημίου Θεσσαλονίκης και στο Μουσείο Γουλανδρή στην Άνδρο. Το 2004 βραβεύτηκε από την Ακαδημία Αθηνών για το σύνολο της καλλιτεχνικής του προσφοράς.
Χρόνης Μπότσογλου
Ο Χρόνης Μπότσογλου γεννήθηκε το 1941 στη Θεσσαλονίκη. Σπούδασε στην Ανώτατη Σχολή Καλών Τεχνών στην Αθήνα και την Ecole Superieure des Beaux-Arts στο Παρίσι. Το 1989 εκλέχτηκε καθηγητής ζωγραφικής στην Α.Σ.Κ.Τ. Αθήνας. Εκτός από τη ζωγραφική, έχει ασχοληθεί με τη χαρακτική και τη γλυπτική. Έχει πραγματοποιήσει περισσότερες από είκοσι ατομικές εκθέσεις των έργων του και έχει συμμετάσχει σε περισσότερες από πενήντα ομαδικές στις σημαντικότερες πόλεις της Ελλάδας. Επίσης, έργα του έχουν εκτεθεί στη Γαλλία, στη Βραζιλία, στη Γερμανία, στην Ιταλία, στο Βέλγιο, στη Σουηδία, στην Ιρλανδία, στη Γιουγκοσλαβία, στην Κύπρο, στην Ισπανία, στο Ισραήλ. Από το 1964 συμμετέχει σε διάφορες καλλιτεχνικές και πολιτικές ομάδες, ως συμπλήρωμα της καλλιτεχνικής δράσης. Παράλληλα, έχει γράψει κείμενα για την τέχνη σε περιοδικά και εφημερίδες, τα οποία συγκεντρώθηκαν σε δύο βιβλία: "Ημερολόγια ταξίδια", εκδόσεις Γαβριηλίδη, 1994, "Ψευτοδοκίμια", εκδόσεις Καστανιώτη, 2000 και "Το χρώμα της σπουδής" (εκδόσεις Πατάκη, 2005).. Επίσης, έχει εκδώσει την ποιητική συλλογή "Σπουδή στο μαύρο" εκδόσεις Περίτεχνον, 1998. Από το 1968 έχει το σπίτι του στο Πετρί της Λέσβου, όπου και περνά όλα του τα καλοκαίρια.
Γιάννης Ψυχοπαίδης
Ο Γιάννης Ψυχοπαίδης γεννήθηκε στην Αθήνα το 1945. Σπούδασε στην Ανώτατη Σχολή Καλών Τεχνών στην Αθήνα (1963-1968) και έκανε μεταπτυχιακές σπουδές, με υποτροφία του γερμανικού κράτους, στην Ακαδημία Καλών Τεχνών του Μονάχου (1971-1976). Αποτέλεσε ιδρυτικό μέλος της ομάδας "Νέοι Έλληνες ρεαλιστές" (1971-1971) και του Κέντρου Εικαστικών Τεχνών (ΚΕΙ, Αθήνα 1974-1976). Ήταν επίσης μέλος της καλιτεχνικής ομάδας 10/9 του Μονάχου (1975). Υπήρξε προσκεκλημένος του καλλιτεχνικού προγράμματος του Δυτικού Βερολίνου DAAD (1977). Από το 1977 μέχρι και το 1986 ζει και εργάζεται στο Βερολίνο. Από το 1986 μέχρι και το 1992 ζει και εργάζεται στις Βρυξέλες. Το 1994 εκλέγεται καθηγητής στην Ανώτατη Σχολή Καλών Τεχνών στην Αθήνα. Έχει κάνει πολλές ατομικές και ομαδικές παρουσιάσεις του έργου του στην Ελλάδα, στη Γαλλία, στη Δυτική και Ανατολική Γερμανία, στο Λουξεμβούργο, στην Ισπανία, στη Γιουκοσλαβία, στη Ρουμανία, στην Ιρλανδία, στην Αλβανία, στην Κύπρο, στις ΗΠΑ, στη Σουηδία, στο Ισραήλ, στην Αγγλία, στην Ολλανδία, στην Τουρκία, στην Αίγυπτο, στην Ιταλία, στον Καναδά κ.λπ., σε ιδιωτικές γκαλερί, πινακοθήκες και μουσεία.
Γιώργος Ρόρρης
κ.ά.
Έκδοση: Σεπτέμβριος 2006 από "Δημοτική Πινακοθήκη Χανίων"
Σελ.:278 (29χ24), Μαλακό εξώφυλλο, ISBN: 960-88093-5-5
Θέμα: "Ζωγραφική - Συλλογές τέχνης " "Ζωγραφική, Ελληνική" "Τέχνη - Κατάλογοι"
- Περιγραφή
- Άλλοι τίτλοι από Όλγα Μεντζαφού - Πολύζου
Όλγα Μεντζαφού - Πολύζου
Mentzafoú - Polýzou, ÓlgaΗ Όλγα Μεντζαφού - Πολύζου γεννήθηκε στο Βόλο το 1948. Αποφοίτησε από το ιστορικό - αρχαιολογικό τμήμα της φιλοσοφικής σχολής του Πανεπιστημίου Αθηνών και το 1999 αναγορεύθηκε διδάκτωρ της ιστορίας της τέχνης στο τμήμα ιστορίας και αρχαιολογίας του Πανεπιστημίου Θεσσαλονίκης. Από το 1976 εργάζεται ως επιμελήτρια στην Εθνική Πινακοθήκη και από το 1989 είναι επιστημονική σύμβουλος της Πινακοθήκης Ευάγγελου Αβέρωφ στο Μέτσοβο. Από τον Ιανουάριο του 2007 είναι διευθύντρια συλλογών και μουσειολογικού προγραμματισμού της Εθνικής Πινακοθήκης. Έχει ασχοληθεί με τη διοργάνωση εκθέσεων τόσο στην Εθνική Πινακοθήκη και στην Πινακοθήκη Ε. Αβέρωφ, όσο και σε άλλα ιδρύματα και πολιτιστικούς φορείς (Μακεδόνικο Κέντρο Σύγχρονης Τέχνης, Δημοτική Πινακοθήκη Θεσσαλονίκης, Βαφοπούλειο Ίδρυμα, Ίδρυμα Βασίλη και Ελίζας Γουλανδρή, Δημοτική Πινακοθήκη Λάρισας - Μουσείο Γ. Κατσίγρα, Δημοτική Πινακοθήκη Πάτρας, Δημοτική Πινακοθήκη Καρδίτσας, Κουμαντάρειος Πινακοθήκη Σπάρτης, Πνευματικό Κέντρο Δήμου Ιωαννίνων κ.ά.). Το 2000 της ανατέθηκε η οργάνωση της επανέκθεσης των συλλογών της Πινακοθήκης και η επιστημονική και εκδοτική επιμέλεια του τόμου που τη συνόδευε, "Εθνική Πινακοθήκη, 100 χρόνια". Το 2001 συμμετείχε στη διοργάνωση της έκθεσης «Μνήμες από την αρχαία Ελλάδα στη σύγχρονη τέχνη», που έγινε στο Ίδρυμα Ωνάση στη Νέα Υόρκη, και το 2003 ανέλαβε την οργάνωση του Παραρτήματος της Εθνικής Πινακοθήκης στο Ναύπλιο. Στο πλαίσιο της ευρύτερης μουσειολογικής της δραστηριότητας έχει ασχοληθεί με την ηλεκτρονική καταγραφή έργων τέχνης, και σήμερα είναι υπεύθυνη της βιβλιοθήκης και των αρχείων της Εθνικής Πινακοθήκης με κύριο στόχο τον εκσυγχρονισμό τους με ηλεκτρονική καταγραφή και ψηφιοποίηση. Έχει συγγράψει τα βιβλία: "Πινακοθήκη Αβέρωφ - Νέα αποκτήματα" (1994), "Περικλής Πανταζής 1949-1884" (σε συνεργασία, 1994), "Περικλής Πανταζής 1949-1884: Ένας Έλληνας ζωγράφος στο Βέλγιο" (1996), "Γεώργιος Ιακωβίδης" (διδακτορική διατριβή, 1999), "Δάβης" (2002) και τον κατάλογο του Παραρτήματος του Ναυπλίου. Είχε τη γενική επιμέλεια και συμμετοχή στη συγγραφή του βιβλίου "Συλλογές Ευάγγελου Αβέρωφ - Ταξιδεύοντας στο χρόνο" (2000) και την επιστημονική και εκδοτική επιμέλεια, μεταξύ άλλων, των βιβλίων: "Γιάννης Μόραλης", "Τάσος", "Σχέδια Γιαννούλη Χαλεπά", "Χρίστος Δαγκλής", "Περικλής Βυζάντιος, Ζωγραφική 1930-1940", "Εξπρεσιονιστές - Συλλογή Μπουχάιμ", "Άλεξ Μυλωνά", "Γιώργος Βακιρτζής: Ζωγραφική - Γιγαντοαφίσες", "Πινακοθήκη Αβέρωφ". Έχει δημοσιεύσει άρθρα επάνω σε θέματα ιστορίας της τέχνης και έχει συμμετάσχει σε πολλές ημερίδες και συνέδρια.
"Με ελάχιστες ελλείψεις -που ως γνωστόν παρατηρούνται ακόμη και στις συλλογές της Εθνικής Πινακοθήκης- η συλλογή Κ. Ιωαννίδη αποτελεί ένα χαρακτηριστικό πανόραμα της ελληνικής ζωγραφικής του 20ου αιώνα. Κεντρικός στόχος δεν είναι να δείξει τους πειραματισμούς της εκφραστικής γλώσσας αλλά το σημαινόμενο κάθε έργου, το εσωτερικό νόημά τους που τα ενώνει όλα μαζί σε μιαν αλυσίδα, έτσι ώστε το ένα με το άλλο να αφηγούνται μια ιστορία.
Ιστορία όχι πομπώδη και ρητορική αλλά ταπεινή και καθημερινή, σαν να εκπέμπεται από ένα βλέμμα που κοιτάζει τον κόσμο μέσα απ' τη συγκίνηση των άλλων, εκτιμώντας την και αναδεικνύοντάς την.
Αυτό είναι, πιστεύω, το ιδιαίτερο βλέμμα του συλλέκτη Κ. Ιωαννίδη -ένα βλέμμα με πολλές καλλιτεχνικές ευαισθησίες τις οποίες ο ίδιος μάλλον κρύβει επιμελώς, για να μη θεωρηθεί ανταγωνιστής των πρωταγωνιστών του, των καλλιτεχνών. [...]"
(από το προλογικό κείμενο του Χάρη Καμπουρίδη "Ο συλλέκτης ως δημιουργός", που αναδημοσιεύεται από τον κατάλογο της έκθεσης "Θέσεις και όψεις της ελληνικής ζωγραφικής του 20ου αιώνα στη Συλλογή Κώστα Ιωαννίδη", Δημοτική Πινακοθήκη Δήμου Λάρνακας, 2001)
Εκτός από το δοκίμιο της επιμελήτριας και τον κατάλογο των έργων της έκθεσης, ο τόμος περιλαμβάνει, ως επίμετρο, αναλυτικό χρονικό 65 εκθέσεων στην Ελλάδα που υποστηρίχθηκαν από τον συλλέκτη μεταξύ 1989-2006, με την αντίστοιχη φωτογραφική τεκμηρίωση.
(2012) Πάρις Πρέκας, Ζωγραφική και γλυπτική, Μουσείο Μπενάκη
(2008) Έλληνες ζωγράφοι από τη συλλογή της Εθνικής Τράπεζας, Εθνική Τράπεζα της Ελλάδος
(2008) Greek Painters from the Collection of the National Bank of Greece, Εθνική Τράπεζα της Ελλάδος
(2008) Πινακοθήκη Ε. Αβέρωφ, Μέτσοβο, Ίδρυμα Ευαγγέλου Αβέρωφ - Τοσίτσα
(2007) Κλασικές μνήμες στη σύγχρονη ελληνική τέχνη, Εθνική Πινακοθήκη - Μουσείο Αλεξάνδρου Σούτζου
(2007) Ο φόβος στην τέχνη και στη ζωή, Ίδρυμα Ευαγγέλου Αβέρωφ - Τοσίτσα
(2007) Αντιστοιχίες: Λουλούδια από την ελληνική τέχνη, Εθνική Πινακοθήκη - Μουσείο Αλεξάνδρου Σούτζου
(2006) Παρίσι - Αθήνα 1863-1940, Εθνική Πινακοθήκη - Μουσείο Αλεξάνδρου Σούτζου
(2006) Paris - Athènes 1863-1940, Εθνική Πινακοθήκη - Μουσείο Αλεξάνδρου Σούτζου
(2006) Νεοελληνική ζωγραφική από τις συλλογές της Πινακοθήκης Ευάγγελου Αβέρωφ στο Μέτσοβο, Δημοτική Πινακοθήκη Χανίων
(2005) Το αγροτικό τοπίο, Κτήμα Μερκούρη
(2001) Δημήτρης Δάβης, Αδάμ - Πέργαμος
(1999) Ιακωβίδης, Αδάμ - Πέργαμος
(1998) Νικολάου, Αδάμ - Πέργαμος
() Συλλογές Ευάγγελου Αβέρωφ, Ίδρυμα Ευαγγέλου Αβέρωφ - Τοσίτσα