*Αποστολή σε 2-4 εργάσιμες μέρες
Τιμή Λεμόνι: 3,53 €
Ομόπλουν πλοίον
5 κείμενα για τον Αλέξανδρο Μωραϊτίδη
Συγγραφή: · Τέλλος Άγρας
Τέλλος Άγρας
Τέλλος Άγρας (1899 - 1944). Ο Τέλλος Άγρας (καλλιτεχνικό ψευδώνυμο του Ευάγγελου Ιωάννου) γεννήθηκε στην Καλαμπάκα, γιος του σχολάρχη Γεωργίου Ιωάννου και της Ειρήνης Βλάχου. Είχε ένα μικρότερο αδερφό το Χρήστο. Το 1899 η οικογένειά του ήρθε στην Αθήνα και το 1906 μετακόμισε στο Λαύριο, όπου ο ποιητής τέλειωσε το Δημοτικό και το Ελληνικό Σχολείο. Το 1907 έγινε συνδρομητής στη Διάπλαση των Παίδων, όπου πρωτοεμφανίστηκε σε ηλικία έντεκα μόλις ετών, στη στήλη της αλληλογραφίας. Τον ίδιο χρόνο πραγματοποίησε και τα δυο μοναδικά ταξίδια της ζωής του, ένα στην Κάρυστο και ένα στη Χαλκίδα. Από το 1911 άρχισε να γράφει τακτικά στη στήλη συνεργασίας συνδρομητών της Διάπλασης με το ψευδώνυμο Τέλλος Άγρας. Η πρώτη του ποιητική δημοσίευση ήταν ο Βράχος. Το 1912 γράφτηκε στο Γυμνάσιο στην Αθήνα, μένοντας στο σπίτι της αδερφής της μητέρας του Αριστέας Βλάχου ως το 1925 που η οικογένειά του μετακόμισε στην Αθήνα. Μετά το θάνατο της θείας του ο Άγρας κράτησε το μικρό σπίτι της ως ερημητήριο. Η συνεργασία του με τη Διάπλαση των Παίδων συνεχίστηκε συστηματικά και ο συνολικός όγκος των νεανικών δημοσιευμάτων του υπήρξε πολύ μεγάλος. Το 1914 ο Ξενόπουλος σχεδίαζε να κάνει τον Άγρα τακτικό συνεργάτη του περιοδικού, τα σχέδιά του αναβλήθηκαν όμως με το ξέσπασμα του πρώτου παγκοσμίου πολέμου (πραγματοποιήθηκαν τελικά το 1916). Το 1916 τέλειωσε το Γυμνάσιο και γράφτηκε στη Νομική Σχολή του Πανεπιστημίου Αθηνών (αποφοίτησε το 1923). Η πρώτη επίσημη παρουσία του στις στήλες της Διάπλασης σημειώθηκε το Μάη του ίδιου χρόνου με το πεζογράφημα Αποχαιρετισμός. Ακολούθησαν συνεργασίες του με τα περιοδικά Λύρα, Βωμός, Νέοι κ.α. Το 1918 βραβεύτηκε στο Σεβαστοπούλειο διαγωνισμό και στο διαγωνισμό διηγήματος του περιοδικού του Λονδίνου Εσπερία. Το 1921 έδωσε διάλεξη για τον Καβάφη στην αίθουσα του Ελληνικού Ωδείου και εξέδωσε τη μετάφραση των Στροφών του Jean Moreas, ενώ το 1926 πραγματοποίησε και δεύτερη έκδοση μεταφράσεων από το έργο του Moreas με μια μελέτη για την ποίηση του γαλλόφωνου έλληνα ποιητή και μια για τη λογοτεχνική μετάφραση. Από το 1924 εργάστηκε στο Υπουργείο Γεωργίας και το 1927 διορίστηκε στην Εθνική Βιβλιοθήκη, όπου παρέμεινε ως το θάνατό του. Έγραφε στη Νέα Εστία από τον πρώτο χρόνο κυκλοφορίας της και έγινε γρήγορα αρχισυντάκτης της (παραιτήθηκε από την αρχισυνταξία το 1932 και το 1936 ανέλαβε τη στήλη της αλληλογραφίας), ενώ δημοσίευσε επίσης κείμενά του στα Γράμματα, τη Νέα Ζωή, την Αλεξανδρινή Τέχνη (και τα τρία περιοδικά της Αλεξάνδρειας), το Δελτίο του Εκπαιδευτικού Ομίλου και σε πολλά άλλα έντυπα. Το 1928 έγινε συνεργάτης της Μεγάλης Ελληνικής Εγκυκλοπαίδειας του Πυρσού. Το 1934 κυκλοφόρησε η πρώτη συλλογή ποιημάτων του, με τίτλο Τα βουκολικά και τα εγκώμια. Ακολούθησε (1939) η δεύτερη συλλογή του με τίτλο Καθημερινές (1923-1930), που τιμήθηκε το 1940 με το Κρατικό Βραβείο ενώ τα Τριαντάφυλλα μιανής ημέρας (1929-1944) εκδόθηκαν μόλις το 1966. Το 1938 πέθανε ο πατέρας του και ο Άγρας μετακόμισε με τη μητέρα του στην οδό Αγαθουπόλεως, όπου παρέμεινε ως το τέλος της ζωής του. Οι κακουχίες της γερμανικής κατοχής αποδυνάμωσαν περισσότερο την ήδη ευαίσθητη κατάσταση της υγείας του. Τη μέρα της Απελευθέρωσης χτυπήθηκε από μια αδέσποτη σφαίρα στον αστράγαλο. Μεταφέρθηκε στον Ευαγγελισμό όπου πέθανε το Νοέμβρη του 1944. Ο Τέλλος Άγρας τοποθετείται στους έλληνες ποιητές του μεσοπολέμου, τους λεγόμενους νεορομαντικούς ή παρακμιακούς (Καρυωτάκης, Κλέων Παράσχος, Ναπολέων Λαπαθιώτης, Κώστας Ουράνης κ.α.). Το ποιητικό του έργο είναι αποτέλεσμα δημιουργικής αφομοίωσης του πνεύματος του γαλλικού συμβολισμού και αισθητισμού ( Moreas, Laforgue, Verlain, Mallarme, Baudelaire κ.α.) αλλά και της ελληνικής ποιητικής παράδοσης από το δημοτικό τραγούδι ως τον Ιωάννη Πολέμη, τον Κωστή Παλαμά, το Μιλτιάδη Μαλακάση και τον Κωνσταντίνο Καβάφη. Κινήθηκε στα πλαίσια της εσωτερικότητας, της μελαγχολίας, της νοσηρότητας και της απαισιοδοξίας των συγχρόνων του, υιοθέτησε την ειδυλλιακή ενατένιση του παρελθόντος, ωστόσο παράλληλα χάρη στη βαθιά πνευματική του καλλιέργεια αρνήθηκε να παραδοθεί στην απελπισία και αγωνίστηκε να κρατηθεί από την ελπίδα για ένα καλύτερο αύριο. Πρέπει τέλος να σημειωθεί η αξία του κριτικού του έργου που χαρακτηρίζεται από ιδιαίτερη οξυδέρκεια, ευαισθησία, βαθιά γνώση της φιλοσοφίας και επαρκή ενημέρωση για τις σύγχρονές του ευρωπαϊκές θεωρίες της λογοτεχνίας και τον τοποθετεί στην πρωτοπορία της νεοελληνικής κριτικής σκέψης. Για περισσότερα βιογραφικά στοιχεία του Τέλλου Άγρα βλ. Ζήρας Αλέξης, «Άγρας Τέλλος», Παγκόσμιο Βιογραφικό Λεξικό 1. Αθήνα, Εκδοτική Αθηνών, 1983 και Στασινοπούλου Μαρία, «Χρονολόγιο Τέλλου Άγρα», Διαβάζω 104, 17/10/1984, σ.14-21. (Πηγή: Αρχείο Ελλήνων Λογοτεχνών, Ε.ΚΕ.ΒΙ.).
Κωστής Παλαμάς
Ο Κωστής Παλαμάς ήταν απόγονος μιας παλαιάς οικογένειας που εμφανίσθηκε στις αρχές του 18ου αιώνα. Γενάρχης της υπήρξε ο Παναγιώτης Παλαμάρης. Γεννήθηκε στην Πάτρα το 1859. Σε ηλικία 7 χρονών έμεινε ορφανός και από τους δύο γονείς. Σε ηλικία μόλις 16 χρονών αρχίζει σπουδές νομικής, ακολουθώντας το επάγγελμα του πατέρα του. Το 1876 έρχεται στην Αθήνα όπου και γράφεται στη Νομική Σχολή της Αθήνας. Γρήγορα όμως θα εγκαταλείψει τη Νομική, και έτσι αποφασίζει να ασχοληθεί με τη λογοτεχνία. Παρά το ότι θα ασχοληθεί με τη ΝΕΑ ελληνική λογοτεχνία, το πρώτο του έργο, που θα δημοσιευτεί το 1876 με τίτλο "Ερώτων 'Eπη" θα γραφτεί σε υπερκαθαρεύουσα. Το 1886 θα κυκλοφορήσει η πρώτη του συλλογή στη δημοτική και το 1889 δημοσιεύεται ένα από τα καλύτερα έργα του, ο "Ύμνος της Αθηνάς", ο οποίος θα βραβευτεί στο Φιλαδέλφειο ποιητικό διαγωνισμό. Αυτό είναι και το πρώτο του βραβείο. Εισηγητής του διαγωνισμού αυτού ήταν ο Νικόλαος Πολίτης. Το 1892 δημοσιεύει τη συλλογή "Τα μάτια της ψυχής μου", η οποία βραβεύτηκε και αυτή, το 1890. Το 1897 γίνεται γραμματέας του Πανεπιστημίου Αθηνών, δουλειά για την οποία αμοιβόταν αρκετά καλά, και έτσι απέκτησε την οικονομική άνεση για να συνεχίσει το έργο του. 'Ενα χρόνο αργότερα, το 1898, δημοσιεύει δύο ποιητικές συλλογές, το "'Αστυ" και τον "Τάφο". Ακολουθεί μια περίοδος έμπνευσης και ο Παλαμάς γράφει το 1900 τους "Χαιρετισμούς της Ηλιογέννητης", το 1904 την "Ασάλευτη Ζωή", το 1907 τον "Δωδεκάλογο του Γύφτου", το 1910 την "Φλογέρα του Βασιλιά" και το 1919 "Τα Δεκατετράστιχα", τα οποία δημοσιεύονται και στην Αλεξάνδρεια. Το 1925 παίρνει το Αριστείο Γραμμάτων και Τεχνών και με την ίδρυση της Ακαδημίας των Αθηνών γίνεται και ένα από τα βασικά στελέχη της. Το 1928 δημοσιεύει τους "Δειλούς και σκληρούς στίχους" (Σικάγο) και το 1930 ή, κατά άλλους, το 1931 γίνεται πρόεδρος της Ακαδημίας Αθηνών. Πεθαίνει στην Αθήνα, στις 27 Φεβρουαρίου 1943, και η πάνδημη κηδεία του μετατρέπεται σε εκδήλωση αντίστασης του ελληνικού λαού εναντίον του Γερμανού κατακτητή.
Παύλος Νιρβάνας
Ο Παύλος Νιρβάνας (1866-1937, λογοτεχνικό ψευδώνυμο του Πέτρου Αποστολίδη), γεννήθηκε στη Μαριούπολη της Ρωσίας, γιος του εμπόρου Κωνσταντίνου Απ. Κουμιώτη από τη Σκόπελο και της Μαριέτας Ιω. Ράλλη από τη γνωστή οικογένεια της Χίου. Σε παιδική ηλικία εγκαταστάθηκε με την οικογένειά του στον Πειραιά, όπου ολοκλήρωσε τις εγκύκλιες σπουδές του. Σπούδασε στην Ιατρική Σχολή του Πανεπιστημίου Αθηνών (1883-1890) και μετά την αποφοίτησή του κατατάχθηκε στο βασιλικό ναυτικό ως ανθυπίατρος. Η πορεία του ήταν ανοδική και ως το 1922, οπότε παραιτήθηκε με το βαθμό του αρχίατρου είχε διατελέσει πρόεδρος της Ανώτατης Υγειονομικής Επιτροπής του Ναυτικού και τμηματάρχης του Υπουργείου Ναυτικών. Μετά την παραίτησή του αφοσιώθηκε στη δημοσιογραφία και τη συγγραφή. Το 1928 έγινε μέλος της Ακαδημίας Αθηνών. Πέθανε στην Αθήνα σε ηλικία εξηνταενός χρόνων. Από τα μαθητικά του χρόνια έδωσε δείγματα της αγάπης του για τη λογοτεχνία και σε νεαρή ηλικία δημοσίευσε άρθρα στις εφημερίδες του Πειραιά "Σφαίρα" και "Πρόνοια". Η πρώτη επίσημη εμφάνιση του Νιρβάνα στα γράμματα τοποθετείται το 1884, οπότε εξέδωσε την ποιητική συλλογή "Δάφναι εις την 25ην Μαρτίου". Παράλληλα άρχισε να δημοσιεύει χρονογραφήματα (στις εφημερίδες "Άστυ", "Ακρόπολη" και από το 1905 στην "Εστία" με το ψευδώνυμο Κύριος Άσοφος) και κείμενα σε λογοτεχνικά περιοδικά της εποχής ("Τέχνη", "Παναθήναια", "Νέα Εστία", "Το Περιοδικόν μας", "Ασμοδαίος", "Μη χάνεσαι", κ.α.). Σε νεαρή ηλικία πήρε επίσης μέρος στην έκδοση του σατιρικού περιοδικού "Αθήναι" ως μέλος της λογοτεχνικής Συντροφιάς των Δώδεκα. Η δεύτερη και τελευταία ποιητική του συλλογή είχε τίτλο "Παγά λαλέουσα" (1907) ενώ έγραψε επίσης μελέτες, κριτικά δοκίμια, διηγήματα, θεατρικά έργα και δύο μεταφράσεις από τον Πλάτωνα και τον Κνουτ Χάμσουν. Ο Παύλος Νιρβάνας τοποθετείται τόσο χρονικά όσο και βάσει του συνόλου του έργου του στον κύκλο του Κωστή Παλαμά. Η γραφή του είναι επηρεασμένη από τα ευρωπαϊκά καλλιτεχνικά ρεύματα του αισθητισμού και συμβολισμού, καθώς και από τη φιλοσοφική σκέψη του Φρειδερίκου Νίτσε, με την οποία ήρθε για πρώτη φορά σε επαφή από τις σελίδες της "Τέχνης" του Κώστα Χατζόπουλου, όπου υπήρξε συνιδρυτής. Αξιόλογα είναι τα κριτικά του δοκίμια, ενώ στο χώρο της πεζογραφίας ασχολήθηκε αρχικά με το διήγημα και στη συνέχεια με το μυθιστόρημα. Στο πεζογραφικό του έργο κυριαρχούν ηθογραφικά και ψυχογραφικά στοιχεία, ενώ τα θεατρικά του έργα κινούνται στα πρότυπα της ιψενικής γραφής. Έντονη παρουσιάζεται στο έργο του η επιρροή που δέχτηκε από τη φιλοσοφία του Νίτσε. Η γλωσσική του έκφραση πέρασε σταδιακά από την καθαρεύουσα σε μια μεικτή γλώσσα και τέλος στη δημοτική, με σταθερό χαρακτηριστικό το εξαιρετικά φροντισμένο ύφος. Το 1928 αναγορεύτηκε μέλος της Ακαδημίας Αθηνών, θέση από την οποία συνέβαλε στην ανάδειξη λογοτεχνών όπως οι Ιωάννης Κονδυλάκης, Σπύρος Μελάς και Γρηγόριος Ξενόπουλος. Πέθανε από βρογχοπνευμονία στο σπίτι του στο Μαρούσι. Για περισσότερα βιογραφικά στοιχεία του Παύλου Νιρβάνα βλ. Τέλλος Άγρας, "Νιρβάνας Παύλος", στη "Μεγάλη Ελληνική Εγκυκλοπαίδεια", τ.18, Πυρσός, 1932 (αναδημοσιεύεται στον τόμο Τέλλος Άγρας, "Κριτικά, Τρίτος τόμος", της σειράς "Μορφές και κείμενα της πεζογραφίας μας", επιμ. Κ. Στεργιόπουλος, Ερμής, 1984), Γ. Βαλέτας, "Βιογραφικός-χρονολογικός πίνακας", στα "Άπαντα Παύλου Νιρβάνα", τ. Α΄, Αθήνα, 1967, Μ. Γ. Μερακλής, "Παύλος Νιρβάνας", στο "Η ελληνική ποίηση: Ρομαντικοί-εποχή του Παλαμά-μεταπαλαμικοί: ανθολογία, γραμματολογία", Σοκόλης, 1977, Δημήτρης Γιάκος, "Νιρβάνας Παύλος", στη "Μεγάλη Εγκυκλοπαίδεια της Νεοελληνικής Λογοτεχνίας", τ. 10, Χάρη Πάτση, χ.χ., Αλέξανδρος Αργυρίου, "Νιρβάνας Παύλος", στο "Παγκόσμιο βιογραφικό λεξικό", τ. 7. Εκδοτική Αθηνών, 1987, Μαριάννα Δήτσα , "Παύλος Νιρβάνας", στο "Η παλαιότερη πεζογραφία μας· από τις αρχές της ως τον πρώτο παγκόσμιο πόλεμο", τ. Θ΄ (1900-1914), Σοκόλης, 1997, και Βασίλης Δ. Αναγνωστόπουλος, Ευδοκία Παραδείση, "Νιρβάνας Παύλος", στο "Λεξικό νεοελληνικής λογοτεχνίας", Εκδόσεις Πατάκη, 2007. (Πηγή: Αρχείο Ελλήνων Λογοτεχνών, Ε.ΚΕ.ΒΙ.).
Κώστας Στεργιόπουλος
Ποιητής, πεζογράφος, κριτικός και ομότιμος καθηγητής πανεπιστημίου της Νέας Ελληνικής Φιλολογίας, ο Κώστας Στεργιόπουλος γεννήθηκε στην Αθήνα το 1926. Σπούδασε φιλολογία στο Πανεπιστήμιο Αθηνών και εκπόνησε διδακτορική διατριβή στο Πανεπιστήμιο Θεσσαλονίκης. Δίδαξε επί δεκαετία στη ιδιωτική Μέση Εκπαίδευση και στη Σχολή Κινηματογράφου και Θεάτρου του Λ. Σταυράκου. Από το 1966 έως το 1969 εργάστηκε ως λέκτορας στην έδρα Νεοελληνικής Φιλολογίας του Πανεπιστημίου Αθηνών και στη συνέχεια ως βοηθός στο Σπουδαστήριο Βυζαντινής και Νεοελληνικής Φιλολογίας του Πανεπιστημίου Αθηνών (1969-1972), απ' όπου παύτηκε από τη δικτατορία. Το 1974 έγινε καθηγητής στην ίδια έδρα στο Πανεπιστήμιο Ιωαννίνων, όπου υπηρέτησε ώς το 1984 που αποχώρησε με εθελουσία έξοδο. Το 1986 αναγορεύτηκε ομότιμος καθηγητής. Πρωτοεμφανίστηκε στα γράμματα -μαθητής ακόμα του Γυμνασίου- από το περιοδικό "Νέα Εστία" το 1943, κι από τότε, κείμενά του δημοσιεύτηκαν σε πολλά περιοδικά και εφημερίδες. Ήταν υπεύθυνος για τη στήλη της κριτικής στο περιοδικό "Ξεκίνημα" (1946-1947), στην εφημερίδα "Νίκη" (1962-1963) και στο περιοδικό "Εποχές" (1963-1967). Έχει εκδώσει δέκα ποιητικές συλλογές, δύο βιβλία με διηγήματα, ένα μυθιστόρημα και εννιά κριτικά και φιλολογικά βιβλία, κι έχει τιμηθεί δυο φορές με Κρατικό Βραβείο Ποιήσεως (με το Β΄ το 1961 και με το Α΄ το 1992), με το Βραβείο Κριτικής Μελέτης της "Ομάδας των 12" (1963), με το Α΄ Κρατικό Βραβείο Μελέτης και Δοκιμίου (1974), με το Βραβείο Δοκιμίου και Μελέτης της Ακαδημίας Αθηνών Ιδρύματος Ουράνη (1997) και με το Μεγάλο Βραβείο Λογοτεχνίας για το σύνολο του έργου του (2004). Ποιήματά του μεταφράστηκαν στα γαλλικά, αγγλικά, ιταλικά, γερμανικά, σουηδικά, ρωσικά, πολωνικά, ρουμανικά, βουλγαρικά, ισπανικά και ουγγρικά και δημοσιεύτηκαν σε περιοδικά κι ανθολογίες του εξωτερικού, ενώ διηγήματα και κριτικά του κείμενα στα γαλλικά, βουλγαρικά, πολωνικά, αγγλικά, ισπανικά και ιταλικά. Το 1994 εκδόθηκε στα γερμανικά μια επιλογή απ' όλο το ως τότε ποιητικό έργο του, με τίτλο "Εδώ που μάχεται το φως με τη βαρύτητα", το 1999 κυκλοφόρησε στα ισπανικά ολόκληρη η συλλογή του "Ο ήλιος του μεσονυκτίου" και τον επόμενο χρόνο μια επιλογή από επτά συλλογές του στα ιταλικά, με τίτλο "Στιλπνότητα της μέρας". Από τα ιδρυτικά μέλη της Εταιρείας Συγγραφέων και τέως πρόεδρός της, ιδρυτικό επίσης μέλος και τώρα επίτιμος πρόεδρος της Ελληνικής Εταιρείας Γενικής και Συγκριτικής Γραμματολογίας, έχει λάβει μέρος σε πολλά ελληνικά και διεθνή συνέδρια και χρημάτισε πρόεδρος ή μέλος σε διάφορες επιτροπές για θέματα λογοτεχνίας και βιβλίου.
Νίκος Γαβριήλ Πεντζίκης
Νίκος Γαβριήλ Πεντζίκης (1908 - 1993). Ο Νίκος Γαβριήλ Πεντζίκης γεννήθηκε στη Θεσσαλονίκη, τέταρτο παιδί του Γαβριήλ Πεντζίκη και της Μαρίας το γένος Ιωαννίδου. Είχε τρεις αδερφές, από τις οποίες η Χρυσούλα ήταν η ποιήτρια Ζωή Καρέλλη. Ο πατέρας του ήταν φαρμακοποιός και η μητέρα του δασκάλα. Στο δημοτικό σχολείο πήγε για πρώτη φορά το 1919 στην έκτη τάξη· τα προηγούμενα χρόνια είχε κάνει μαθήματα στο σπίτι. Το 1921 ταξίδεψε με την οικογένειά του στη Βουδαπέστη, το Βελιγράδι και τη Βιέννη. Σε ηλικία δεκατεσσάρων ετών συνέταξε μια Παγκόσμια Γεωγραφία που εγκρίθηκε αρχικά από το Υπουργείο Παιδείας, η έγκριση ωστόσο ανακλήθηκε όταν έγινε γνωστή η ηλικία του. Τότε άρχισε να γράφει τα πρώτα του ποιήματα. Το 1926 έφυγε για σπουδές oπτικής και φαρμακευτικής στο Παρίσι, όπου γνωρίστηκε με τον Γιάννη Ψυχάρη, και μετά από δυο χρόνια πήρε πτυχίο φυσιολογίας οπτικής. Το 1927 πέθανε ο πατέρας του και η οικογένεια αντιμετώπισε οικονομικές δυσκολίες. Από 1928 ως το 1929 σπούδασε Φαρμακευτική και Βοτανική στο Πανεπιστήμιο του Στρασβούργου · αποφοίτησε το 1929. Επέστρεψε στη Θεσσαλονίκη και από το 1930 ως το 1955 ανέλαβε το φαρμακείο του πατέρα του, που έγινε ένα από τα γνωστότερα λογοτεχνικά στέκια της πόλης. Από το 1953 και ως το 1969 εργάστηκε ως ιατρικός επισκέπτης. Το 1933 επισκέφτηκε για πρώτη φορά το Άγιο Όρος (ώς το θάνατό του ξαναπήγε ενενηντατρείς φορές), όπου ξεκίνησε την ενασχόλησή του με τη ζωγραφική. Το 1940 επιστρατεύτηκε και εκπαιδεύτηκε στο Ληγουριό, δεν πρόλαβε ωστόσο να πολεμήσει, καθώς προηγήθηκε η συνθηκολόγηση με τους γερμανούς. Το 1943 γράφτηκε στο Κ.Κ.Ε. Ένα χρόνο αργότερα συμμετείχε για πρώτη φορά σε έκθεση ζωγραφικής στο ανθοπωλείο Ευρυβιάδη Κωνσταντινίδη. Το 1946 αναγκάστηκε για οικονομικούς λόγους να συνεταιριστεί στο πατρικό φαρμακείο. Το 1948 παντρεύτηκε τη Νίκη Λαζαρίδου, με την οποία απέκτησε ένα γιο τον Γαβριήλ. Γύρω στο 1967 ξεκίνησε η σταδιακή ψυχική απομάκρυνσή του από τα εγκόσμια και η καθημερινή του ενασχόληση με τον "Συναξαριστή" του Αγίου Νικοδήμου του Αγιορείτη, που κράτησε ως το τέλος της ζωής του και σημάδεψε την μετέπειτα καλλιτεχνική του παραγωγή. Ταξίδεψε στην Ολλανδία, τη Γαλλία, τη Γερμανία, το Βέλγιο, την Αγγλία και το Στρασβούργο, (1986 και 1989). Ως ζωγράφος πήρε μέρος σε ατομικές και ομαδικές εκθέσεις ζωγραφικής σε πολλές πόλεις της Ελλάδας και του εξωτερικού (Εμπορικό και Βιομηχανικό Επιμελητήριο Θεσσαλονίκης (1951), Γαλλικό Ινστιτούτο Θεσσαλονίκης (1952), γκαλερί "Ζυγός" της Αθήνας (1958), αίθουσα "Τέχνη" (1960 και 1966), όγδοη Πανελλήνια Έκθεση Θεσσαλονίκης (1965), Ινστιτούτο Goethe της Αθήνας (1969), Κύπρος (1970), Λονδίνο (1971), γκαλερί "Κρεωνίδη" (1976), γκαλερί "Κοχλίας" (1982), Ιταλία (1984), Εθνική Πινακοθήκη (1985), Βελλίδειο Πολιτιστικό Κέντρο Θεσσαλονίκης (1985), Κιλκίς (1986), Βαφοπούλειο Πολιτιστικό Κέντρο (1986) και αλλού). Πέθανε από καρδιακή ανακοπή το 1993. Στο χώρο της λογοτεχνίας πρωτοεμφανίστηκε το 1934 με το μυθιστόρημα "Ανδρέας Δημακούδης (ένας νέος μονάχος)", υπογράφοντας ως Κοσμάς Σταυράκιος. Από το 1935 άρχισε η μακρόχρονη συνεργασία του με πολλά περιοδικά και εφημερίδες της Θεσσαλονίκης ("Το 3ο μάτι", "Μακεδονικές Ημέρες", "Φιλολογικά Χρονικά", "Κοχλίας" -του οποίου υπήρξε ιδρυτικό μέλος από το 1945-, "Το Φύλλο του Λαού", "Η Δευτέρα", "Ο Αιώνας μας", "Μορφές", "Σημερινά Γράμματα", "Διαγώνιος", "Ενδοχώρα", "Ευθύνη", κ.α.), όπου δημοσίευσε πεζογραφήματα, ποιήματα, μεταφράσεις και άρθρα . Έργα του μεταφράστηκαν στα γαλλικά, ιταλικά, ολλανδικά και γερμανικά. Τιμήθηκε με τη γαλλική διάκριση Palmes d’ Officier d’ Academie (1952), τον Αργυρό σταυρό του Τάγματος του Φοίνικα (1971), το οφφίκιο του Μεγάλου Άρχοντος Μυρεψού της του Χριστού Μεγάλης Εκκλησίας (1971), το Α΄ Κρατικό Βραβείο Μυθιστορήματος (1982 για το έργο του "Πόλεως και νομού Δράμας παραμυθία"), το βραβείο Gottfried - Herder στη Βιέννη (1989). Το 1988 αναγορεύτηκε επίτιμος διδάκτωρ του Αριστοτελείου Πανεπιστημίου Θεσσαλονίκης. Πήρε μέρος σε τηλεοπτικές εκπομπές λόγου και σε λογοτεχνικές εκδηλώσεις και έδωσε πολλές διαλέξεις στην Ελλάδα και το εξωτερικό. Το λογοτεχνικό έργο του Νίκου Γαβριήλ Πεντζίκη εντάσσεται τυπικά στη γενιά του ’30 και μάλιστα ανάμεσα στους πρωτοπόρους συγγραφείς που εισηγήθηκαν τη συνειρμική γραφή υπό την επίδραση του μοντερνισμού στη νεοελληνική πεζογραφία. Διαχωρίζεται ωστόσο από τους συγχρόνους του, κυρίως λόγω της έντασης με την οποία οικειοποιήθηκε και αξιοποίησε τόσο τα σύγχρονά του λογοτεχνικά ρεύματα, όσο και την παράδοση της νεοελληνικής πεζογραφίας στο πλαίσιο της ορθοδοξίας (όπως αυτή καλλιεργήθηκε κυρίως από τον Παπαδιαμάντη). Κάποια από τα χαρακτηριστικά στοιχεία του πολύμορφου έργου του είναι η ευρεία θεματική του (που πηγάζει από ιστορικά, γεωγραφικά, λογοτεχνικά, θρησκευτικά και άλλα συμφραζόμενα), η συχνή χρήση του εσωτερικού μονολόγου και της μεταφοράς με παραπομπές στη βυζαντινή εικαστική τέχνη, η θρησκευτική προσήλωση και η μεγάλη αγάπη του για τη γενέτειρά του. Για περισσότερα βιογραφικά στοιχεία του Νίκου Γαβριήλ Πεντζίκη βλ. Γιώργος Αράγης, "Νίκος Γαβριήλ Πεντζίκης", στο "Η μεσοπολεμική πεζογραφία· από τον πρώτο ως τον δεύτερο παγκόσμιο πόλεμο (1914-1939)", τ. Ζ΄, σ. 46-77, Αθήνα: Σοκόλης, 1993, Γαβριήλ Ν. Πεντζίκης, "Χρονολόγιο Ν. Γ. Πεντζίκη", στο ένθετο "Επτά Ημέρες" της Καθημερινής, 2/3/1997, σ. 3-7, και ανανεωμένο στην επετειακή ιστοσελίδα του ΕΚΕΒΙ: http://pentzikis.ekebi.gr, 2008, Αλέξης Ζήρας, Χρύσανθος Χρήστου, "Πεντζίκης, Νίκος Γαβριήλ", στο "Παγκόσμιο Βιογραφικό Λεξικό", τ. 8, Αθήνα: Εκδοτική Αθηνών, 1988, και Μιχάλης Μερακλής, Ειρήνη Παπακυριακού "Πεντζίκης, Νίκος Γαβριήλ", στο "Λεξικό Νεοελληνικής Λογοτεχνίας", Αθήνα: Πατάκης, 2007, σ. 1771-1772. (Πηγή: Αρχείο Ελλήνων Λογοτεχνών, Ε.ΚΕ.ΒΙ.). Σε ένα "τυπικό" κείμενο που μας παραδόθηκε, ο συγγραφέας αυτοβιογραφείται ως εξής: "Γεννήθηκα στα 1908. Πήγα σχολείο μονάχα στην Στ' Δημοτικού, διδαχθείς κατ' οίκον. Oι οικοδιδάσκαλοί μου, μού εμφύτευσαν την αγάπη στη γεωγραφία και το δημοτικό τραγούδι. Δεκατεσσάρων χρονών έγραψα μια Παγκόσμια Γεωγραφία. Eν συνεχεία άρχισα να γράφω εκφραζόμενος προσωπικά πάνω στο σχήμα "H Λαφίνα" και του "Kίτσου η μάνα". Θαύμαζα τον Kαρκαβίτσα για το ότι μνημόνευε και εκμεταλλευόταν πάρα πολλές παραδόσεις μας. Φοιτητής στο Παρίσι, η Νορβηγική και γενικότερα η Σκανδιναβική Συμβολιστική λογοτεχνία μ' επηρέασε και άρχισα να κινούμαι σε άλλο επίπεδο. Tότε ήταν που διάβασα και το θεατρικό έργο του Λουίτζι Πιραντέλλο "Έξι πρόσωπα ζητούν συγγραφέα". Στο Στρασβούργο, συνεχίζοντας τις σπουδές μου, μου επεβλήθη ο Γάλλος Kλωντέλ. Aπό το 1936 και μετά, πέρασα σε άλλον κόσμο με τους Bυζαντινούς χρονικογράφους. Aπό τους αρχαίους Έλληνες, επειδή ποτέ δεν υπήρξα ευφυής και έξυπνος, εκτός από τον Πίνδαρο και προπαντός τον Όμηρο, σε κανέναν άλλον απάνω δεν στηρίχτηκα. Mιας εξ αρχής η τάση μου ήταν μυθικής και παραμυθικής ερμηνείας των εγκοσμίων. Tα βιβλία που εξέδωσα, ορίζουν σειρά συναισθηματικών απογοητεύσεων. Aυτό άλλωστε μ' έκανε ολοένα και φανατικότερο υπηρέτη και μιμητή των Βυζαντινών συγγραφέων. Aπό το 1967 καθημερινά εργάζομαι πάνω στο συναξαριστή του Aγίου Nικοδήμου του Aγιορείτου. Έκανα μια μικρή, μεσαία και μεγάλη περίληψη του Συναξαριστή. Aπό τότε μέχρι σήμερα, ό,τι κι αν επιχειρώ να γράψω, βασίζεται στην αριθμητική και ψηφαριθμητική επεξεργασία του συναξαρίου της ημέρας. Tα βιβλία μου που κυκλοφόρησαν (και πρέπει να σημειωθεί ότι εκδότης σπάνια δεχόταν να μου εκδώσει βιβλίο και πολύ περισσότερο διευθυντής περιοδικού να δημοσιεύσει κείμενό μου) είναι: Ο "Aνδρέας Δημακούδης", το πρώτο μου μυθιστόρημα. Στον "Aνδρέα Δημακούδη" δίνεται μια εικόνα της ερωτικής απαλλοτριώσεως του εγώ. Στον "Πεθαμένο και ανάσταση", το απαλλοτριωμένο και νεκρό εγώ ανασταίνεται χάρις σε στοιχεία επαφής με τον τόπο. Aρχινώ ταυτόχρονα τότε να καταγίνομαι με τη ζωγραφική. Mε τον Στρατή Δούκα, τον Παπαλουκά και τον Xατζηκυριάκο-Γκίκα, διδασκόμενος. Στην ποιητική συλλογή "Eικόνες" το νόημα αποδίδεται με τη φράση: "H αγάπη πρέπει να μας μάθει και τα κόπρανα ν' αγαπάμε του άλλου". H "Πραγματογνωσία", περιγράφει τα γεγονότα ενός γάμου, μιας πεντάμορφης νεαράς κόρης, μ' έναν σαραβαλιασμένο, με το 'να πόδι ξύλινο, ναυτικό. H "Aρχιτεκτονική της σκόρπιας ζωής" είναι μια προσπάθεια μνημικής ταύτισης ζώντων και νεκρών. Tο "Mυθιστόρημα της Kυρίας Έρσης" γράφτηκε όταν είχα πια παντρευτεί. Aπό το 1969 και μετά, χάρις στην προβολή που μου έκανε στο Γερμανικό Iνστιτούτο Γκαίτε ο κ. Σαββίδης, άρχισαν να βγαίνουν συχνά τα βιβλία μου. Συλλογή διηγημάτων αποτελεί η "Συνοδεία"· η "Mητέρα Θεσσαλονίκη", είναι κείμενα σε πεζό, με κέντρο την αγάπη μου για την πόλη που γεννήθηκα και ζω. Tο "Προς εκκλησιασμό" είναι μια σειρά ομιλιών, χαρακτηριστική της προσπάθειάς μου για ένταξη στην εκκλησία. Σε ανάλογο επίπεδο, όχι όμως θεωρητικό, κινούνται οι "Σημειώσεις εκατό ημερών" και τα "Oμιλήματα". Στο "Aρχείον" που είναι ένα βιβλίο εμμέσου έρωτος, η έννοια του χρόνου καταλύεται και οριστικά θεμελιώνεται η εσωτερική μου μυθολογία. Mια εικόνα μυθολογικής αντιλήψεως είναι τέλος το βιβλίο μου, "Πόλεως και Nομού Δράμας παραμυθία"."
Επιμέλεια: · Νίκος Δ. Τριανταφυλλόπουλος
Νίκος Δ. Τριανταφυλλόπουλος
Γεννήθηκε το 1933 στο Διδυμότειχο, όπου υπηρετούσε ο πατέρας του ως φιλόλογος. Μεγάλωσε και μένει στη Χαλκίδα. Σπούδασε φιλολογία στο Παν/μιο Αθηνών, με αρχαιοελληνιστές το Στυλιανό Κορρέ, Αντώνιο Χατζή, Κων/νο Βουρβέρη και Ιωάννη Σταματάκο. Εργάστηκε από το 1959 ως το 1990 στη μέση εκπαίδευση (τα τρία πρώτα χρόνια στην Κύπρο). Έχει εκδώσει τις ποιητικές συλλογές "Το λαγούμι", Δόμος, 1979, και "Για το θαλασσινό αηδόνι", Δόμος, 1984 (έκδοση εκτός εμπορίου), τα πεζά "Τρία θαλασσινά ειδύλλια", Δόμος, 1985, ""Επισείουσα Ανέμου"", Δημόσια Βιβλιοθήκη Χαλκίδας, 1989, "Λιμενάρχης Ευρίπου", Κέδρος, 1993, Νεφέλη, 2002, "Ανύπαρχτο λιμάνι", Διάμετρος, 1998, και το "μικτό είδος" "Το βαθύ πηγάδι ή εκρήξεις συναφών φωτοβολίδων", Στιγμή, 1989. Ασχολείται με την έκδοση και τη μελέτη του έργου του Αλέξανδρου Παπαδιαμάντη και του Αλέξανδρου Μωραϊτίδη.
Έκδοση: Φεβρουάριος 1990 από "Γνώση"
Σελ.:87 (22χ15), Μαλακό εξώφυλλο, ISBN: 960-235-369-4
Θέμα: "Νεοελληνική λογοτεχνία - Ερμηνεία και κριτική" "Μωραϊτίδης, Αλέξανδρος (1850-1929)"
- Περιγραφή
- Άλλοι τίτλοι από Νίκος Γαβριήλ Πεντζίκης
Νίκος Γαβριήλ Πεντζίκης
Pentzíkis, Nikos GavriílΝίκος Γαβριήλ Πεντζίκης (1908 - 1993). Ο Νίκος Γαβριήλ Πεντζίκης γεννήθηκε στη Θεσσαλονίκη, τέταρτο παιδί του Γαβριήλ Πεντζίκη και της Μαρίας το γένος Ιωαννίδου. Είχε τρεις αδερφές, από τις οποίες η Χρυσούλα ήταν η ποιήτρια Ζωή Καρέλλη. Ο πατέρας του ήταν φαρμακοποιός και η μητέρα του δασκάλα. Στο δημοτικό σχολείο πήγε για πρώτη φορά το 1919 στην έκτη τάξη· τα προηγούμενα χρόνια είχε κάνει μαθήματα στο σπίτι. Το 1921 ταξίδεψε με την οικογένειά του στη Βουδαπέστη, το Βελιγράδι και τη Βιέννη. Σε ηλικία δεκατεσσάρων ετών συνέταξε μια Παγκόσμια Γεωγραφία που εγκρίθηκε αρχικά από το Υπουργείο Παιδείας, η έγκριση ωστόσο ανακλήθηκε όταν έγινε γνωστή η ηλικία του. Τότε άρχισε να γράφει τα πρώτα του ποιήματα. Το 1926 έφυγε για σπουδές oπτικής και φαρμακευτικής στο Παρίσι, όπου γνωρίστηκε με τον Γιάννη Ψυχάρη, και μετά από δυο χρόνια πήρε πτυχίο φυσιολογίας οπτικής. Το 1927 πέθανε ο πατέρας του και η οικογένεια αντιμετώπισε οικονομικές δυσκολίες. Από 1928 ως το 1929 σπούδασε Φαρμακευτική και Βοτανική στο Πανεπιστήμιο του Στρασβούργου · αποφοίτησε το 1929. Επέστρεψε στη Θεσσαλονίκη και από το 1930 ως το 1955 ανέλαβε το φαρμακείο του πατέρα του, που έγινε ένα από τα γνωστότερα λογοτεχνικά στέκια της πόλης. Από το 1953 και ως το 1969 εργάστηκε ως ιατρικός επισκέπτης. Το 1933 επισκέφτηκε για πρώτη φορά το Άγιο Όρος (ώς το θάνατό του ξαναπήγε ενενηντατρείς φορές), όπου ξεκίνησε την ενασχόλησή του με τη ζωγραφική. Το 1940 επιστρατεύτηκε και εκπαιδεύτηκε στο Ληγουριό, δεν πρόλαβε ωστόσο να πολεμήσει, καθώς προηγήθηκε η συνθηκολόγηση με τους γερμανούς. Το 1943 γράφτηκε στο Κ.Κ.Ε. Ένα χρόνο αργότερα συμμετείχε για πρώτη φορά σε έκθεση ζωγραφικής στο ανθοπωλείο Ευρυβιάδη Κωνσταντινίδη. Το 1946 αναγκάστηκε για οικονομικούς λόγους να συνεταιριστεί στο πατρικό φαρμακείο. Το 1948 παντρεύτηκε τη Νίκη Λαζαρίδου, με την οποία απέκτησε ένα γιο τον Γαβριήλ. Γύρω στο 1967 ξεκίνησε η σταδιακή ψυχική απομάκρυνσή του από τα εγκόσμια και η καθημερινή του ενασχόληση με τον "Συναξαριστή" του Αγίου Νικοδήμου του Αγιορείτη, που κράτησε ως το τέλος της ζωής του και σημάδεψε την μετέπειτα καλλιτεχνική του παραγωγή. Ταξίδεψε στην Ολλανδία, τη Γαλλία, τη Γερμανία, το Βέλγιο, την Αγγλία και το Στρασβούργο, (1986 και 1989). Ως ζωγράφος πήρε μέρος σε ατομικές και ομαδικές εκθέσεις ζωγραφικής σε πολλές πόλεις της Ελλάδας και του εξωτερικού (Εμπορικό και Βιομηχανικό Επιμελητήριο Θεσσαλονίκης (1951), Γαλλικό Ινστιτούτο Θεσσαλονίκης (1952), γκαλερί "Ζυγός" της Αθήνας (1958), αίθουσα "Τέχνη" (1960 και 1966), όγδοη Πανελλήνια Έκθεση Θεσσαλονίκης (1965), Ινστιτούτο Goethe της Αθήνας (1969), Κύπρος (1970), Λονδίνο (1971), γκαλερί "Κρεωνίδη" (1976), γκαλερί "Κοχλίας" (1982), Ιταλία (1984), Εθνική Πινακοθήκη (1985), Βελλίδειο Πολιτιστικό Κέντρο Θεσσαλονίκης (1985), Κιλκίς (1986), Βαφοπούλειο Πολιτιστικό Κέντρο (1986) και αλλού). Πέθανε από καρδιακή ανακοπή το 1993. Στο χώρο της λογοτεχνίας πρωτοεμφανίστηκε το 1934 με το μυθιστόρημα "Ανδρέας Δημακούδης (ένας νέος μονάχος)", υπογράφοντας ως Κοσμάς Σταυράκιος. Από το 1935 άρχισε η μακρόχρονη συνεργασία του με πολλά περιοδικά και εφημερίδες της Θεσσαλονίκης ("Το 3ο μάτι", "Μακεδονικές Ημέρες", "Φιλολογικά Χρονικά", "Κοχλίας" -του οποίου υπήρξε ιδρυτικό μέλος από το 1945-, "Το Φύλλο του Λαού", "Η Δευτέρα", "Ο Αιώνας μας", "Μορφές", "Σημερινά Γράμματα", "Διαγώνιος", "Ενδοχώρα", "Ευθύνη", κ.α.), όπου δημοσίευσε πεζογραφήματα, ποιήματα, μεταφράσεις και άρθρα . Έργα του μεταφράστηκαν στα γαλλικά, ιταλικά, ολλανδικά και γερμανικά. Τιμήθηκε με τη γαλλική διάκριση Palmes d’ Officier d’ Academie (1952), τον Αργυρό σταυρό του Τάγματος του Φοίνικα (1971), το οφφίκιο του Μεγάλου Άρχοντος Μυρεψού της του Χριστού Μεγάλης Εκκλησίας (1971), το Α΄ Κρατικό Βραβείο Μυθιστορήματος (1982 για το έργο του "Πόλεως και νομού Δράμας παραμυθία"), το βραβείο Gottfried - Herder στη Βιέννη (1989). Το 1988 αναγορεύτηκε επίτιμος διδάκτωρ του Αριστοτελείου Πανεπιστημίου Θεσσαλονίκης. Πήρε μέρος σε τηλεοπτικές εκπομπές λόγου και σε λογοτεχνικές εκδηλώσεις και έδωσε πολλές διαλέξεις στην Ελλάδα και το εξωτερικό. Το λογοτεχνικό έργο του Νίκου Γαβριήλ Πεντζίκη εντάσσεται τυπικά στη γενιά του ’30 και μάλιστα ανάμεσα στους πρωτοπόρους συγγραφείς που εισηγήθηκαν τη συνειρμική γραφή υπό την επίδραση του μοντερνισμού στη νεοελληνική πεζογραφία. Διαχωρίζεται ωστόσο από τους συγχρόνους του, κυρίως λόγω της έντασης με την οποία οικειοποιήθηκε και αξιοποίησε τόσο τα σύγχρονά του λογοτεχνικά ρεύματα, όσο και την παράδοση της νεοελληνικής πεζογραφίας στο πλαίσιο της ορθοδοξίας (όπως αυτή καλλιεργήθηκε κυρίως από τον Παπαδιαμάντη). Κάποια από τα χαρακτηριστικά στοιχεία του πολύμορφου έργου του είναι η ευρεία θεματική του (που πηγάζει από ιστορικά, γεωγραφικά, λογοτεχνικά, θρησκευτικά και άλλα συμφραζόμενα), η συχνή χρήση του εσωτερικού μονολόγου και της μεταφοράς με παραπομπές στη βυζαντινή εικαστική τέχνη, η θρησκευτική προσήλωση και η μεγάλη αγάπη του για τη γενέτειρά του. Για περισσότερα βιογραφικά στοιχεία του Νίκου Γαβριήλ Πεντζίκη βλ. Γιώργος Αράγης, "Νίκος Γαβριήλ Πεντζίκης", στο "Η μεσοπολεμική πεζογραφία· από τον πρώτο ως τον δεύτερο παγκόσμιο πόλεμο (1914-1939)", τ. Ζ΄, σ. 46-77, Αθήνα: Σοκόλης, 1993, Γαβριήλ Ν. Πεντζίκης, "Χρονολόγιο Ν. Γ. Πεντζίκη", στο ένθετο "Επτά Ημέρες" της Καθημερινής, 2/3/1997, σ. 3-7, και ανανεωμένο στην επετειακή ιστοσελίδα του ΕΚΕΒΙ: http://pentzikis.ekebi.gr, 2008, Αλέξης Ζήρας, Χρύσανθος Χρήστου, "Πεντζίκης, Νίκος Γαβριήλ", στο "Παγκόσμιο Βιογραφικό Λεξικό", τ. 8, Αθήνα: Εκδοτική Αθηνών, 1988, και Μιχάλης Μερακλής, Ειρήνη Παπακυριακού "Πεντζίκης, Νίκος Γαβριήλ", στο "Λεξικό Νεοελληνικής Λογοτεχνίας", Αθήνα: Πατάκης, 2007, σ. 1771-1772. (Πηγή: Αρχείο Ελλήνων Λογοτεχνών, Ε.ΚΕ.ΒΙ.). Σε ένα "τυπικό" κείμενο που μας παραδόθηκε, ο συγγραφέας αυτοβιογραφείται ως εξής: "Γεννήθηκα στα 1908. Πήγα σχολείο μονάχα στην Στ' Δημοτικού, διδαχθείς κατ' οίκον. Oι οικοδιδάσκαλοί μου, μού εμφύτευσαν την αγάπη στη γεωγραφία και το δημοτικό τραγούδι. Δεκατεσσάρων χρονών έγραψα μια Παγκόσμια Γεωγραφία. Eν συνεχεία άρχισα να γράφω εκφραζόμενος προσωπικά πάνω στο σχήμα "H Λαφίνα" και του "Kίτσου η μάνα". Θαύμαζα τον Kαρκαβίτσα για το ότι μνημόνευε και εκμεταλλευόταν πάρα πολλές παραδόσεις μας. Φοιτητής στο Παρίσι, η Νορβηγική και γενικότερα η Σκανδιναβική Συμβολιστική λογοτεχνία μ' επηρέασε και άρχισα να κινούμαι σε άλλο επίπεδο. Tότε ήταν που διάβασα και το θεατρικό έργο του Λουίτζι Πιραντέλλο "Έξι πρόσωπα ζητούν συγγραφέα". Στο Στρασβούργο, συνεχίζοντας τις σπουδές μου, μου επεβλήθη ο Γάλλος Kλωντέλ. Aπό το 1936 και μετά, πέρασα σε άλλον κόσμο με τους Bυζαντινούς χρονικογράφους. Aπό τους αρχαίους Έλληνες, επειδή ποτέ δεν υπήρξα ευφυής και έξυπνος, εκτός από τον Πίνδαρο και προπαντός τον Όμηρο, σε κανέναν άλλον απάνω δεν στηρίχτηκα. Mιας εξ αρχής η τάση μου ήταν μυθικής και παραμυθικής ερμηνείας των εγκοσμίων. Tα βιβλία που εξέδωσα, ορίζουν σειρά συναισθηματικών απογοητεύσεων. Aυτό άλλωστε μ' έκανε ολοένα και φανατικότερο υπηρέτη και μιμητή των Βυζαντινών συγγραφέων. Aπό το 1967 καθημερινά εργάζομαι πάνω στο συναξαριστή του Aγίου Nικοδήμου του Aγιορείτου. Έκανα μια μικρή, μεσαία και μεγάλη περίληψη του Συναξαριστή. Aπό τότε μέχρι σήμερα, ό,τι κι αν επιχειρώ να γράψω, βασίζεται στην αριθμητική και ψηφαριθμητική επεξεργασία του συναξαρίου της ημέρας. Tα βιβλία μου που κυκλοφόρησαν (και πρέπει να σημειωθεί ότι εκδότης σπάνια δεχόταν να μου εκδώσει βιβλίο και πολύ περισσότερο διευθυντής περιοδικού να δημοσιεύσει κείμενό μου) είναι: Ο "Aνδρέας Δημακούδης", το πρώτο μου μυθιστόρημα. Στον "Aνδρέα Δημακούδη" δίνεται μια εικόνα της ερωτικής απαλλοτριώσεως του εγώ. Στον "Πεθαμένο και ανάσταση", το απαλλοτριωμένο και νεκρό εγώ ανασταίνεται χάρις σε στοιχεία επαφής με τον τόπο. Aρχινώ ταυτόχρονα τότε να καταγίνομαι με τη ζωγραφική. Mε τον Στρατή Δούκα, τον Παπαλουκά και τον Xατζηκυριάκο-Γκίκα, διδασκόμενος. Στην ποιητική συλλογή "Eικόνες" το νόημα αποδίδεται με τη φράση: "H αγάπη πρέπει να μας μάθει και τα κόπρανα ν' αγαπάμε του άλλου". H "Πραγματογνωσία", περιγράφει τα γεγονότα ενός γάμου, μιας πεντάμορφης νεαράς κόρης, μ' έναν σαραβαλιασμένο, με το 'να πόδι ξύλινο, ναυτικό. H "Aρχιτεκτονική της σκόρπιας ζωής" είναι μια προσπάθεια μνημικής ταύτισης ζώντων και νεκρών. Tο "Mυθιστόρημα της Kυρίας Έρσης" γράφτηκε όταν είχα πια παντρευτεί. Aπό το 1969 και μετά, χάρις στην προβολή που μου έκανε στο Γερμανικό Iνστιτούτο Γκαίτε ο κ. Σαββίδης, άρχισαν να βγαίνουν συχνά τα βιβλία μου. Συλλογή διηγημάτων αποτελεί η "Συνοδεία"· η "Mητέρα Θεσσαλονίκη", είναι κείμενα σε πεζό, με κέντρο την αγάπη μου για την πόλη που γεννήθηκα και ζω. Tο "Προς εκκλησιασμό" είναι μια σειρά ομιλιών, χαρακτηριστική της προσπάθειάς μου για ένταξη στην εκκλησία. Σε ανάλογο επίπεδο, όχι όμως θεωρητικό, κινούνται οι "Σημειώσεις εκατό ημερών" και τα "Oμιλήματα". Στο "Aρχείον" που είναι ένα βιβλίο εμμέσου έρωτος, η έννοια του χρόνου καταλύεται και οριστικά θεμελιώνεται η εσωτερική μου μυθολογία. Mια εικόνα μυθολογικής αντιλήψεως είναι τέλος το βιβλίο μου, "Πόλεως και Nομού Δράμας παραμυθία"."
Στο βιβλίο τούτο, είδος προδρόμου της φιλολογικής έκδοσης των "Διηγημάτων" και των "Ταξιδιωτικών" του Μωραϊτίδη από τους εκδοτικούς οίκους "Γνώση" και "Στιγμή"¨, αναδημοσιεύονται πέντε κείμενα για τη ζωή και το έργο του αποκαλούμενου συνήθως "άλλου Αλέξανδρου". [...]
Περιέχονται τα κείμενα:
- Τέλλος Άγρας, "Τα διηγήματα του Μωραϊτίδη"
- Κωστής Παλαμάς, "Λόγος περί του έργου του Α. Μωραϊτίδου"
- Παύλος Νιρβάνας, "Ο μοναχός Ανδρόνικος"
- Κώστας Στεργιόπουλος, "Η περίπτωση του Αλέξανδρου Μωραϊτίδη"
- Ν. Γ. Πεντζίκης, "Περί Αλέξανδρου Μωραϊτίδη"
(2023) Αντρέας Δημακούδης, Δόμος
(2023) Μαρτυρίες χαμού και δεύτερης πανοπλίας, Δόμος
(2023) Ομιλία, Δόμος
(2015) ΩΑ Ωξύρρυγχα & απόκρυφα, Αρμός
(2010) Οι θεμελιωτές της ποίησης στη Θεσσαλονίκη, Ινόνια
(2009) Ανθολογία της ελληνικής ποίησης (20ός αιώνας), Κότινος
(2009) Η νεοελληνική τοπιογραφία από τον 18ο έως τον 21ο αιώνα, Ίδρυμα Εικαστικών Τεχνών και Μουσικής Β. & Μ. Θεοχαράκη
(2008) Γραφή Κατοχής, Άγρα
(2008) Αρχιτεκτονική της σκόρπιας ζωής, Άγρα
(2008) Μητέρα Θεσσαλονίκη, Κέδρος
(2007) Destroy Athens: μια αφήγηση, Futura
(2007) Προς εκκλησιασμόν, Ίνδικτος
(2006) Χριστού γέννα, Ακρίτας
(2005) Τo μυθιστόρημα της κυρίας Έρσης, Άγρα
(2004) Μακεδονικό Μουσείο Σύγχρονης Τέχνης, Η μόνιμη συλλογή, Μακεδονικό Μουσείο Σύγχρονης Τέχνης
(2001) Φώτα ολόφωτα, Ελληνικό Λογοτεχνικό και Ιστορικό Αρχείο (Ε.Λ.Ι.Α.)
(1999) Ο πεθαμένος και η ανάσταση, Άγρα
(1999) Στο γύρισμα του αιώνα, Νεφέλη
(1999) Πόλεως και νομού Δράμας παραμυθία, Άγρα
(1998) Mother Thessaloniki, Κέδρος
(1995) Ψιλή ή περισπωμένη, Άγρα
(1992) Le jeune homme la mort et la résurrection, Kauffmann
(1992) Ο Ιγκιτούρ ή Η τρέλα του Ελβενόν, Άγρα
(1990) Υδάτων υπερεκχείλιση, Παρατηρητής
(1988) Σημειώσεις εκατό ημερών, Παρατηρητής
(1988) Ποιήματα, Αγροτικές Συνεταιριστικές Εκδόσεις